Η προνευροτενσίνη προβλέπει ασθένειες στις γυναίκες

Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στην Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας, ένα τεστ αίματος που μετράει τα επίπεδα της προνευροτενσίνης, υπολογίζει με ακρίβεια την πιθανότητα μία γυναίκα να εκδηλώσει πρόβλημα στην καρδιά, διαβήτη τύπου 2 ή καρκίνο του μαστού.  «Διαπιστώσαμε ότι στις γυναίκες, αλλά όχι στους άντρες, τα υψηλά επίπεδα της προνευροτενσίνης συσχετίζονται ισχυρά με αυξημένες πιθανότητες εκδηλώσεως διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακών νοσημάτων και καρκίνου του μαστού», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Όλλε Μελάντερ, καθηγητής Εσωτερικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Lund, της Σουηδίας.

«Οι γυναίκες με υψηλά επίπεδα σε προνευροτενσίνη πέθαναν σημαντικά νωρίτερα απ’ ό,τι οι γυναίκες με φυσιολογικές συγκεντρώσεις προνευροτενσίνης στο αίμα τους – και η πρόσθετη θνησιμότητα στις πρώτες προκλήθηκε από καρδιαγγειακά νοσήματα», πρόσθεσε.

Νευροτενσίνη και χρόνιες ασθένειες

Η προνευροτενσίνη είναι μία πρόδρομος μορφή της νευροτενσίνης – μιας ορμόνης η οποία παράγεται στον εγκέφαλο και στο πεπτικό σύστημα όταν τρώμε (ιδίως όταν καταναλώνουμε τρόφιμα με πολλά λιπαρά). Η νευροτενσίνη επιτελεί διάφορες λειτουργίες στον οργανισμό: συμβάλλει στην πέψη των τροφίμων, στη ρύθμιση της σωματικής θερμοκρασίας και στην αίσθηση του πόνου, ενώ συμμετέχει στην ρύθμιση της όρεξης και στην ανάπτυξη του αισθήματος κορεσμού της πείνας, κατά τον δρα Μελάντερ.

Σε αρκετές πρόσφατες μελέτες, η νευροτενσίνη έχει συσχετισθεί με τον κίνδυνο καρδιοπάθειας και την ανάπτυξη καρκινικού ιστού στον μαστό. Η μέτρηση των επιπέδων της, όμως, είναι πολύ δύσκολη. Αντιθέτως, η μέτρηση των επιπέδων της πρόδρομης μορφής της, της προνευροτενσίνης, είναι πιο εύκολη, διότι αυτά είναι πιο σταθερά και έτσι αποτελούν καλό δείκτη της παραγωγής και έκκρισης νευροτενσίνης, εξήγησε ο δρ Μελάντερ.

Οι ερευνητές άρχισαν τη μελέτη τους εκτιμώντας ότι, λόγω των επιδράσεών του, το σύστημα της νευροτενσίνης θα πρέπει να παίζει ρόλο και στις ασθένειες που σχετίζονται με τα περιττά κιλά και την παχυσαρκία. Στις ασθένειες αυτές συμπεριλαμβάνονται ο διαβήτης τύπου 2, η καρδιοπάθεια και ο καρκίνος του μαστού.

Για να ελέγξουν τη θεωρία τους, ανέλυσαν δείγματα αίματος από 4.600 εθελοντές, κάθε έναν εκ των οποίων παρακολούθησαν από 13 έως 16 χρόνια. Όπως ανακάλυψαν, υπήρχε ισχυρή σχέση ανάμεσα τα επίπεδα της προνευροτενσίνης και στον κίνδυνο καρδιοπάθειας, διαβήτη τύπου  2και καρκίνου του μαστού – αλλά μόνο στις γυναίκες.

Ειδικότερα, οι πιθανότητες μιας γυναίκας να εκδηλώσει τύπου 2 διαβήτη αυξάνονταν κατά 41% όταν είχε υψηλά επίπεδα προνευροτενσίνης στο αίμα της. Αντίστοιχα, οι πιθανότητες καρδιοπάθειας αυξάνονταν κατά 33% και αυτές για καρκίνο του μαστού κατά 44%.Επιπλέον, οι πιθανότητες πρόωρου θανάτου από καρδιοπάθεια αυξάνονταν κατά 50%.

Η  προνευροτενσίνη δεν επηρεάζει τους άνδρες

Ο δρ Μελάντερ και οι συνεργάτες του δεν ξέρουν γιατί δεν ισχύει το ίδιο για τους άνδρες, αλλά εικάζουν ότι πρέπει να παίζουν ρόλο τα οιστρογόνα, η ορμόνη του γυναικείου φύλου. «Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι τα οιστρογόνα διεγείρουν την ανάπτυξη των κυττάρων που παράγουν νευροτενσίνη και οι γυναίκες προφανώς εκτίθενται πολύ περισσότερο στα οιστρογόνα στη διάρκεια της ζωής τους», εξήγησε ο καθηγητής.

Όπως και να ‘χει, «η προνευροτενσίνη είναι ο πρώτος βιοδείκτης του αίματος που διαπιστώνεται ότι μπορεί να αναγνωρίσει τον αυξημένο κίνδυνο εκδηλώσεως τριών σοβαρών ασθενειών στις γυναίκες και, κατ’ επέκτασιν, τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου», πρόσθεσε.

Και εξήγησε πως πρακτικά τα νέα ευρήματα σημαίνουν ότι οι γυναίκες υψηλού κινδύνου θα μπορούν να ενημερώνονται, ώστε να λαμβάνουν εγκαίρως τα απαιτούμενα μέτρα για να προστατεύσουν την υγεία – όπως το να αδυνατίσουν, να κόψουν το κάπνισμα και να ελέγχονται συστηματικά για καρκίνο του μαστού.

Δείτε επίσης