Ρευματική πολυμυαλγία: Συμπτώματα, διάγνωση και θεραπεία

Στην ρευματική πολυμυαλγία (Polymyalgia rheumatica), πόνος και δυσκαμψία προσβάλλουν πολλούς μυς, κυρίως στον αυχένα και τους ώμους, καθώς και γύρω από τα ισχία και τους μηρούς. Οι ξαφνικοί και έντονοι πόνοι στους ώμους που προκαλούνται από τη ρευματική πολυμυαλγία μπορούν να κάνουν δύσκολη ακόμη και την κίνηση να χτενίσετε τα μαλλιά σας ή να βάλετε το σακάκι σας. Η ακαμψία στα άκρα που προκαλείται, σας κάνει να δυσκολεύεστε να σηκωθείτε από το κρεβάτι και να είναι μία επίπονη διαδικασία.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, νυχτερινή εφίδρωση, κατάθλιψη και γενικευμένη κόπωση. H ρευματική πολυμυαλγία είναι  νόσος που προσβάλλει άτομα συνήθως πάνω από 50 ετών (1 στα 1000 περίπου άτομα αυτής της ηλικίας), συνήθως γυναίκες και χαρακτηρίζεται από συμμετρικούς πόνους και δυσκαμψία στις ρίζες των άνω και κάτω μελών. Τα συμπτώματα αυτά συνδυάζονται με έντονη κόπωση, κακοδιαθεσία, χαμηλό πυρετό και απώλεια βάρους.

Πολλές φορές τα συμπτώματα της ρευματικής πολυμυαλγίας εμφανίζονται μετά από κάποιο ισχυρό σωματικό ή ψυχικό σoκ, δηλαδή κάποιος πρόσφατος σοβαρός τραυματισμός, μια σοβαρή λοίμωξη ή ακόμη και ο θάνατος ενός οικείου προσώπου. Πιο σπάνια οι μυαλγίες μπορεί να συνδυάζονται με αρθραλγίες ή ακόμη και αρθρίτιδα των άκρων χειρών που ομοιάζει πολύ με ρευματοειδή αρθρίτιδα, όπως και με αμφοτερόπλευρο σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα.

Διάγνωση

Η διάγνωση της ρευματικής πολυμυαλγίας είναι τις περισσότερες φορές εύκολη αρκεί ο γιατρός που αντιμετωπίζει έναν ασθενή με τα παραπάνω συμπτώματα να δώσει ένα σχετικά απλό εργαστηριακό έλεγχο, ο οποίος θα αποκαλύψει μια μικρή ορθόχρωμο αναιμία με πτώση του αιματοκρίτη, μια υψηλή Ταχύτητα Καθιζήσεως των Ερυθρών (ΤΚΕ), συνήθως πάνω από 50 mm/ 1η ώρα και την CRP εντόνως θετική, Στην ηλεκτροφόρηση των λευκωμάτων όλες οι σφαιρίνες και ιδιαίτερα οι  γ είναι υψηλές!

Πολλές φορές η αλκαλική φωσφατάση και οι τρανσαμινάσες είναι αυξημένες, ενώ η CPK  είναι φυσιολογική, γεγονός που μας βοηθά στην διαφοροδιάγνωση από μυοσίτιδες ή μυοπάθειες. Ενας πλήρης ρευματολογικός έλεγχος με αναζήτηση κάποιων αντισωμάτων κοινών σε άλλες νόσους θα πρέπει να εκτελείται από την αρχή για λόγους διαφοροδιάγνωσης. Από πλευράς κυτταροκινών έχει βρεθεί ότι τα επίπεδα της Ιντερλευκίνης 6 είναι ιδιαίτερα αυξημένα στην ΡΠ και επανέρχονται στο φυσιολογικό μετά την ίαση της νόσου. Αν και η υψηλή ΤΚΕ είναι χαρακτηριστική στην ρευματική πολυμυαλγία υπάρχουν και περιπτώσεις (20%) που αυτή είναι φυσιολογική ή ελαφρά αυξημένη και η διάγνωση τίθεται μόνο από τα κλινικά ευρήματα.

 Τι είναι πιο πιθανό να προκαλέσει την εκδήλωση της ρευματικής πολυμυαλγίας;

Η ρευματική πολυμυαλγία προκαλείται από μια ανωμαλία στην ανοσολογική ανταπόκριση μετά από ιογενή λοίμωξη ή μυκοπλασματική πνευμονία. Οι γενετικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο και είναι όμοιοι με εκείνους που επηρεάζουν τη ρευματοειδή αρθρίτιδα.

Υπάρχουν άλλα προβλήματα που σχετίζονται με τη ρευματική πολυμυαλγία;

Σε ορισμένους ανθρώπους, συνδέεται με τη γιγαντοκυτταρική αρτηρίτιδα, μια μορφή φλεγμονής των αιμοφόρων αγγείων. Αυτή εκδηλώνεται στις αρτηρίες του κεφαλιού -πιο συχνά, τις κροταφικές και του αυχένα-προκαλώντας πονοκεφάλους.

Ποια είναι η θεραπεία για τη ρευματική πολυμυαλγία;

Η μοναδική αποτελεσματική θεραπεία (θεραπεία εκλογής) είναι η χορήγηση κορτιζόνης. Προ 40ετίας μάλιστα όταν η νόσος ήταν σχετικά άγνωστη, τότε η χορήγηση ενδομυϊκά μιας ποσότητας κορτιζόνης και η μείωση των συμπτωμάτων σε 24-48 ώρες θεωρείτο σαν ασφαλές διαγνωστικό κριτήριο. Ασθενής που δεν αντιδρά μετά ένα εύλογο χρονικό διάστημα στην κορτιζόνη υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μην πάσχει από Ρευματική Πολυμυαλγία.

Η δόση της κορτιζόνης, σαν πρεζολόνη ή πρεδνιζολόνη, δεν είναι ιδιαίτερα υψηλή. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα 15 mg/ημέρα είναι επαρκή. Η δόση χωρίζεται έτσι ώστε το μεγαλύτερο ποσό να δίδεται τις πρωϊνές ώρες και το μικρότερο το βράδυ σε μια προσπάθεια να μιμηθούμε τον κιρκαδιανό ρυθμό της έκκρισης της κορτιζόνης από τα επινεφρίδια και να μην επηρεάσουμε πολύ την φυσιολογική λειτουργία τους. Ο ασθενής το πολύ σε 3-4 ημέρες αισθάνεται καλά, κινείται χωρίς πόνους και η δυσκαμψία του έχει μειωθεί εντυπωσιακά.

Η αρχική δόση διατηρείται για έναν τουλάχιστο μήνα και μετά επαναλαβάνεται ο εργαστηριακός έλεγχος. Συνήθως ο αιματοκρίτης έχει ανέλθει, η ΤΚΕ έχει μειωθεί ακόμη και σε φυσιολογικά επίπεδα, η ηλεκτροφόρηση των λευκωμάτων τείνει να ομαλοποιηθεί, ενώ η τιμή της CRP οδεύει προς το φυσιολογικό. Όταν συμβούν αυτά και κλινικά ο ασθενής δεν παρουσιάζει κάποιο πρόβλημα, αρχίζουμε την προοδευτική μείωση της δόσης.

Υπάρχουν πολλές τακτικές μείωσης και κάθε γιατρός εφαρμόζει όποια ταιριάζει καλύτερα στον συγκεκριμένο ασθενή. Γενικά η μείωση μέχρι τα 7,5-10 mg  είναι σχετικά γρήγορη, περίπου 2,5 mg ανά μήνα. Στη συνέχεια και για διάστημα 2-3 ετών η δόση μειώνεται 2,5 mg  ανά 2μηνο ή 3μηνο μέχρι την πλήρη ίαση της νόσου.

Οι υποτροπές δεν είναι σπάνιες και αφορούν το 25-50% των περιπτώσεων και εμφανίζονται είτε κατά τη διάρκεια της θεραπείας ιδίως όταν μειώνεται η δόση ή 12 έως 18 μήνες μετά την διακοπή της θεραπείας. Γι αυτό το λόγο πολύ πιστεύουν ότι 2,5 mg/ημέρα πρεδνιζόνης καλόν είναι να χορηγούνται δια βίου. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες από την χρόνια χορήγηση κορτιζόνης αν και σπάνιες (λόγω της μικρής δόσης) είναι υπαρκτές και ο ασθενής θα πρέπει να ελέγχεται συστηματικά.

Η χορήγηση αντιφλεγμονωδών μη στεροειδών φρμάκων (ΜΣΑΦ) ενδείκνυται σε πολύ ελαφρές μορφές της νόσου και σαν ενισχυτικά της θεραπείας με τα κορτικοειδή.

Τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα όπως η Μεθοτρεξάτη, η Λεφλουναμίδη και η Αζαθειοπρίνη έχουν χορηγηθεί σε εξαιρετικά δύσκολες περιπτώσεις Ρευματικής Πολυμυαλγίας με αμφίβολα πολλές φορές αποτελέσματα. Η χορήγηση βιολογικών παραγόντων δεν έχει δώσει μέχρι σήμερα εντυπωσιακά αποτελέσματα..

Μελέτες έδειξαν ότι η νόσος είναι καλοήθης και δεν προκαλεί τον θάνατο. Σε κάποιες περιπτώσεις η ρευματική πολυμυαλγία συνοδεύεται από κροταφική αρτηρίτιδα, η οποία προκαλεί φλεγμονή στις αρτηρίες του κρανίου και πονοκεφάλους. Είναι πολύ σημαντικό να γίνει άμεση διάγνωση και θεραπεία της κροταφικής αρτηρίτιδας, καθώς είναι ορατός ο κίνδυνος βλάβης της αρτηρίας του ματιού και απώλειας της όρασης. Στην περίπτωση της κροταφικής αρτηρίτιδας η δόση της κορτιζόνης θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη, καθώς και η διάρκεια της θεραπείας.

Δείτε επίσης