O όρος δυσλεξία παραπλανά γονείς και δασκάλους, λένε δύο ειδικοί

dyslexia 4Εκατομμύρια παιδιά έχουν διαγνωστεί ως δυσλεκτικά, μια κατάσταση που γι’ αυτά ενδεχομένως δεν υπάρχει, υποστηρίζουν δύο ειδικοί, και καλούν τον επιστημονικό κόσμο να εγκαταλείψει τον όρο δυσλεξία, ως ανακριβή.

Στο βιβλίο με τίτλο The Dyslexia Debate (Η Διαμάχη για τη Δυσλεξία, εκδόσεις Cambridge University Press), ο ειδικός παιδαγωγός Τζούλιαν Έλιοτ, καθηγητής και επικεφαλής του Κολεγίου Collingwood του Πανεπιστημίου Durham και η Ελένα Γκριγκορένκο, καθηγήτρια στο Τμήμα Μελέτης του Παιδιού και καθηγήτρια Επιδημιολογίας & Ψυχολογίας στη Σχολή Δημοσίας Υγείας του Πανεπιστημίου Γέιλ, στις ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι ο όρος δυσλεξία είναι άχρηστος και έχει την “παρενέργεια” να βολεύει τους γονείς.

Σύμφωνα με τον Έλιοτ, μερικά παιδιά έχουν γνήσια, πολύπλοκα προβλήματα ανάγνωσης. Σε κάθε χώρα, και σε κάθε γλώσσα, ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών που αγωνίζονται για να αποκτήσουν τις δεξιότητες της ανάγνωσης και κάποιοι θα συνεχίσουν να δυσκολεύονται σε όλη την παιδική τους ηλικία και στην ενήλικη ζωή. Τυπικά, ψάχνουμε για μια διαγνωστική ετικέτα όταν συναντάμε προβλήματα, επειδή πιστεύουμε ότι αυτό διευκολύνει τη θεραπεία, λέει ο ειδικός παιδαγωγός. Ο ορισμός όμως της δυσλεξίας είναι τόσο ευρύς, που δεν βοηθάει σε τίποτα. Η έρευνα στον τομέα αυτό καταδεικνύει σαφώς ότι όρος προκαλεί σοβαρές παρεξηγήσεις.

Οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι τα συμπτώματα σε ένα παιδί που οδηγεί σε διάγνωση της δυσλεξίας είναι συχνά απόντα σε άλλα παιδιά με την ίδια διάγνωση. Συνεπώς, ένας ειδικός τρόπος εκπαίδευσης για έναν μαθητή δεν μπορεί να βοηθήσει ένα άλλον που έχει επίσης διαγνωστεί με δυσλεξία.

Άχρηστη διάγνωση-ταμπέλα

Ο Έλιοτ, περιέγραψε την δυσλεξία ως έναν «άχρηστο όρο» ο οποίος θα πρέπει να εγκαταλειφθεί.
Και πρότεινε ότι το βασικό καθήκον για τους δασκάλους είναι να εντοπίσουν σε κάθε παιδί τυχόν δυσκολίες ανάγνωσης και να παρέμβουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα παρά να αναζητήσουν μια αμφισβητήσιμη διάγνωση.

Ο Έλιοτ υποστηρίζει ότι η διάγνωση της δυσλεξίας βολεύει όχι μόνο τα παιδιά αλλά και τους γονείς τους, οι οποίοι προτιμούν να προσδώσουν στα παιδιά τους μια «ψευτοιατρική ταμπέλα» όπως την χαρακτηρίζει, παρά να χαρακτηριστούν τα παιδιά τους «αργά στο μυαλό ή τεμπέλικα». Κατά τον Έλιοτ, οι γονείς «παραπλανώνται από τη διάγνωση της δυσλεξίας. Οι περισσότεροι γονείς ενθουσιάζονται με τον όρο της δυσλεξίας», δήλωσε ο δρ Έλιοτ. «Πολλοί ειδικοί μού έχουν πει ότι συμφωνούν μαζί μου, αλλά εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τον όρο, επειδή κάνει τον κόσμο ευχαριστημένο.

Κι άλλοι ειδικοί δεν βρίσκουν τον όρο χρήσιμο. Για παράδειγμα, ο Γκάι Κήγκαν εκπαιδευτικός ψυχολόγος στο Hampshire County Council, δήλωσε: «Όπως εφαρμόζεται δεν βρίσκω τον όρο δυσλεξία χρήσιμο δεδομένου ότι φαίνεται να υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις στα συμπτώματα ανάμεσα στα παιδιά».

Η δυσλεξία έχει μια μακρά λίστα από συμπτώματα, όπως το άγχος όταν διαβάζει το παιδί δυνατά, αλλά κάθε παιδί που μαθαίνει να διαβάζει μπορεί να επιδείξει κάποιο άγχος. Για τον Έλιοτ, αντί οι μαθησιακές δυσκολίες να θεωρούνται ως μια ενιαία οντότητα, πρέπει να εξετάζονται οι διάφορες αιτίες που προκαλούν τις δυσκολίες ανάγνωσης, χρησιμοποιώντας μια λειτουργική ανάλυση και όχι μια ετικέτα.

Αντίδραση

Τους ισχυρισμούς αυτούς αμφισβήτησαν έντονα οι οργανισμοί δυσλεξίας, τονίζοντας ότι η δυσλεξία έχει επιστημονική και εκπαιδευτική αξία. Η Βρετανική Εταιρεία Δυσλεξίας υπολογίζει ότι το 4-8% των παιδιών πάσχουν από αυτήν και δυσκολεύονται να μάθουν να συλλαβίζουν, να διαβάζουν και να γράφουν.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ανακινείται στη Βρετανία θέμα για το κατά πόσον έχει νόημα η διάγνωση της δυσλεξίας. Το 2009, η Επιτροπή Επιστήμης & Τεχνολογίας της Βουλής των Κοινοτήτων δημοσίευσε τα πορίσματα έρευνας για τον αλφαβητισμό, στα οποία ανέφερε ότι «ο ορισμός της δυσλεξίας είναι υπερβολικά ευρύς για να έχει νόημα».

Ωστόσο ο Τζων Ρακ, επικεφαλής της έρευνας, της ανάπτυξης και της πολιτικής, του οργανισμού Dyslexia Action, αντέτεινε ότι ο όρος δυσλεξία «έχει αξία επιστημονικά και εκπαιδευτικά. Δεν είναι χάσιμο χρόνου να προσπαθούμε να καταλάβουμε τους διάφορους λόγους για τους οποίους ταλαιπωρούνται τόσο πολλοί άνθρωποι», είπε. «Οι λόγοι αυτοί αποτελούν συχνά μια συνεπή και αναγνωρίσιμη μορφή η οποία είναι χρήσιμο να αποκαλείται δυσλεξία. Χρήσιμο για τα παιδιά διότι τους δίνει μία εξήγηση για τις μαθησιακές δυσκολίες τους και χρήσιμο και για τους δασκάλους που μπορούν να τροποποιήσουν τη διδασκαλία τους για να βοηθήσουν τους μαθητές τους».

Δείτε επίσης