Οι φαρμακευτικές δόσεις της νιασίνης (βιταμίνη B3) έχουν σοβαρές παρενέργειες

niasinh cholesterol 4Η νιασίνη (βιταμίνη Β3) συνταγογραφείται για την αντιμετώπιση της υψηλής χοληστερίνης και κάποτε ήταν ένα αρκετά δημοφιλές φάρμακο από την πλευρά των γιατρών.

Ωστόσο σύμφωνα με ένα editorial που δημοσιεύθηκε  στο New England Journal of Medicine, η νιασίνη έχει επικίνδυνες παρενέργειες (διαβήτης τύπου 2, έλκος στομάχου κλπ) και συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου.

Η νιασίνη, όταν χορηγείται σε φαρμακευτικές δόσεις, δρα αυξάνοντας κυρίως το επίπεδο της HDL («καλής») χοληστερίνης και δευτερευόντως μειώνοντας το επίπεδο της LDL («κακής») χοληστερίνης, καθώς και των τριγλυκεριδίων. Αυτές οι επιδράσεις θεωρείται ότι μειώνουν τον γενικότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Να σημειωθεί ότι η νιασίνη ήταν ευρέως διαδεδομένη πριν εμφανιστούν οι στατίνες και οι μελέτες είχαν βρει ότι μειώνει τα εμφράγματα. Ωστόσο, από τα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία προκύπτει ότι, η αύξηση της HDL χοληστερίνης χάρη στη νιασίνη όχι μόνο δεν μειώνει τον κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακό επεισόδιο, αλλά μάλλον τον αυξάνει.

O καρδιολόγος Donald M. Lloyd-Jones της Ιατρικής Σχολής «Feinberg» του Πανεπιστημίου Northwestern των ΗΠΑ που έγραψε το editorial βασίστηκε σε μια μελέτη που αφορούσε περίπου 25.700 άτομα, 50-80 ετών τα οποία τέθηκαν υπό παραακολούθηση επί τέσσερα χρόνια. Όλοι οι ασθενείς έπαιρναν στατίνες για τη μείωση της χοληστερίνης ενώ μερικοί έπαιρναν επίσης νιασίνη και άλλοι ένα εικονικό φάρμακο.

Από την επεξεργασία των στοιχείων, όχι μόνο δεν διαπιστώθηκε κάποιο επιπρόσθετο όφελος από τη  χορήγηση της νιασίνης ως προς τη μείωση των εμφραγμάτων και των εγκεφαλικών επεισοδίων, αλλά  διαπιστώθηκε αυξημένη κατά 9% θνησιμότητα μεταξύ των ατόμων που έπαιρναν τη βιταμίνη Β3 σε φαρμακευτικές δόσεις.

Επικίνδυνες παρενέργειες

Μεταξύ όσων λάμβαναν νιασίνης καταγράφηκε σημαντική αύξηση των σοβαρών παρενεργειών, όπως προβλήματα στο συκώτι, συχνότερες μολύνσεις, αιμορραγίες, ουρική αρθρίτιδα, απορρύθμιση του σακχάρου στους πάσχοντες από διαβήτη και εκδήλωση διαβήτη σε άτομα αρχικώς υγιή.

Ο Τζόουνς υποστηρίζει ότι κατόπιν των νέων αυτών δεδομένων θα πρέπει να θεωρούμε ότι τα όποια οφέλη της νιασίνης εξουδετερώνονται από τις παρενέργειες.

«Είμαστε προφανώς απογοητευμένοι από τα αποτελέσματα», δήλωσε ο Τζόουνς οποίος αποκάλεσε τις παρενέργειες σοβαρές και αρκετά εκτεταμένες.

Και πρόσθεσε: «Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη ήταν 55% πιο πιθανό να αναπτύξουν σοβαρές επιπλοκές από τη νόσο, αν έπαιρναν το φάρμακο νιασίνη σε σύγκριση με εκείνους που έπαιρναν το εικονικό φάρμακο. Άτομα χωρίς διαβήτη είχαν 32% περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με την πάθηση κατά τη διάρκεια της μελέτης, αν είχαν πάρει νιασίνη. Για κάθε 200 ασθενείς που παίρνουν νιασίνη, υπάρχει ένας επιπλέον θάνατος. Αυτό το στοιχείο τεκμηριώνει ότι, πρόκειται για μια μη αποδεκτή θεραπεία για την τεράστια πλειονότητα των ασθενών. Η νιασίνη πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει μη αποδεκτή τοξικότητα για την πλειονότητα των ασθενών και γι’ αυτό δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως φάρμακο ρουτίνας».

Ο ερευνητής προτείνει πλέον, οι στατίνες να αποτελούν τη βασική ομάδα φαρμάκων κατά της υψηλής χοληστείνης και η νιασίνη να χορηγείται μόνο σε άτομα υψηλού κινδύνου, στα οποία οι στατίνες δεν είναι καλά ανεκτές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, η συνταγογράφηση της νιασίνης τα τελευταία χρόνια είχε σημειώσει αύξηση, ενώ τα διαθέσιμα φαρμακευτικά σκευάσματα, είτε περιέχουν την βιταμίνη Β3 ως κύρια δραστική ουσία, είτε συνδυαστικά με κάποια άλλη. Προσφάτως, πάντως, ανακόπηκε η συνταγογράφησή της αλλά η νιασίνη είναι διαθέσιμη και χωρίς ιατρική συνταγή, ως βιταμίνη Β3, ως συμπλήρωμα διατροφής.

«Επειδή μπορεί να αγοραστεί και χωρίς συνταγή γιατρού, είναι σημαντικό οι καταναλωτές να καταλάβουν ότι η προειδοποίηση βάσει των νέων ευρημάτων μας φαίνεται να ισχύει για όλα τα είδη της νιασίνης», ανέφερε ο Τζόουνς.

Είναι απορίας άξιον γιατί οι παλιότερες μελέτες δεν είχαν βρει αυτές τις παρενέργειες της νιασίνης.

Πηγές: 1. Niacin and HDL Cholesterol — Time to Face Facts. 2. Effects of extended-release niacin with laropiprant in high-risk patients.

Δείτε επίσης