Από τι πάσχουν οι Έλληνες – Αύξηση χρόνιων παθήσεων και κατάθλιψης δείχνει έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ

Αύξηση των χρόνιων παθήσεων, αλλά και της κατάθλιψης καταγράφηκε σε δειγµατοληπτική έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) για το 2014. Κατάθλιψη, έμφραγμα, εγκεφαλικό και διαβήτης τύπου 2 είναι μεταξύ των παθήσεων που εμφανίζονται αυξημένα στον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η προμήθεια φαρμάκων χωρίς συνταγή αυξήθηκε το 2014, συγκριτικά με αντίστοιχη μελέτη του 2009.

doctor1Η μελέτη διενεργήθηκε σε τελικό δείγµα 8.223 ιδιωτικών νοικοκυριών και σε ισάριθµα µέλη αυτών, σε ολόκληρη την Ελλάδα. Σε κάθε νοικοκυριό ερευνήθηκε ένα τυχαία επιλεγµένο άτοµο ηλικίας 15 ετών και άνω.

Η Υγεία των Ελλήνων

Πολύ καλή ή καλή υγεία δηλώνει πως έχει το 74,8% των ερωτηθέντων (οριακή μείωση από το 2009, κατά 0,7%), με το 18,2% να δηλώνει πως έχει µέτρια υγεία (αύξηση κατά 9,6% σε σχέση με το 2009) και ένα 7% κακή ή πολύ κακή υγεία, ποσοστό κατά 13,6% μειωμένο συγκριτικά με την έρευνα του 2009.

Ανησυχητική είναι η αύξηση, κατά 25,2%, που φαίνεται να καταγράφουν τα χρόνια νοσήματα, έναν εκ τους βασικούς δείκτες υγείας πληθυσμού. Συγκεκριμένα, σχεδόν ένας στους δύο (49,7%) δηλώνει ότι υποφέρει από κάποιο χρόνιο πρόβληµα υγείας. Το αντίστοιχο ποσοστό το 2009 ήταν στο 39,7%. Το 54,1% των γυναικών και το 44,8% των ανδρών δηλώνουν ότι πάσχουν από χρόνια πάθηση, ενώ εξ όσων ανέφεραν ότι υποφέρουν από μια τέτοια νόσο, το 61,8% είναι ηλικίας 55 ετών και άνω.

Ο δεύτερος βασικός δείκτης είναι ο περιορισµός των δραστηριοτήτων του πληθυσµού λόγω προβληµάτων υγείας. Το 29,7% του πληθυσµού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβληµάτων υγείας. Το 10,3% φέρεται να έχει περιορίσει κατά πολύ, για λόγους υγείας και για διάστηµα 6 µηνών ή και περισσότερο, κάποιες από τις δραστηριότητες του, οι οποίες είναι συνήθεις για τον γενικό πληθυσµό. Το 19,4% τις έχει περιορίσει αλλά όχι πάρα πολύ. Όπως προκύπτει, ένας στους δύο ηλικίας 65-74 ετών και σχεδόν οκτώ στους 10 ηλικίας 75 ετών και άνω δηλώνουν περιορισµό δραστηριοτήτων λόγω προβληµάτων υγείας.

Χρόνιες παθήσεις

Διαπιστώθηκε από τη μελέτη ότι 4,4% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι πάσχει από άσθµα (συµπεριλαµβανοµένου του αλλεργικού άσθµατος), ποσοστό στα ίδια επίπεδα µε αυτό που κατεγράφη το 2009 (4,3%). Από τους πάσχοντες οι 6 (61,0%) είναι γυναίκες και οι 4 (39,0%) άνδρες.

Την ίδια ώρα, εκτινάχθηκε το ποσοστό εκείνων που δήλωσε ότι υπέστη έμφραγμα. Συγκεκριμένα, το 2,1% του πληθυσµού ηλικίας 15 ετών και άνω που δήλωσε ότι υπέστη έµφραγµα του µυοκαρδίου, κι αυτό το ποσοστό είναι αυξηµένο κατά 50% σε σχέση µε το  2009 (1,4%). Οι 7 στους 10 πάσχοντες είναι άνδρες (69,7%), ενώ το 2,6% είναι ηλικίας 55-64 ετών και το 4,7% είναι ηλικίας 65-74 ετών.

Την ίδια ώρα, το 20,9% δήλωσε ότι πάσχει από υπέρταση, ποσοστό αυξηµένο (3,5%) από το 2009. Μάλιστα, οι 6 στους 10 με υπέρταση είναι γυναίκες, τρεις στους δέκα είναι ηλικίας 55-64 ετών και ένας στους δύο 65-74 ετών.

Το 2,1% του πληθυσµού ηλικίας 15 ετών και άνω δήλωσε ότι υπέστη αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή υφίσταται τις χρόνιες συνέπειες παλαιού εγκεφαλικού. Το ποσοστό παρουσιάζει αύξηση 23,5% σε σχέση µε το 2009 (1,7%). Στους πάσχοντες οι γυναίκες έχουν µικρό προβάδισµα με 52,6%, ενώ το 2,5% του πληθυσµού είναι ηλικίας 55-64 ετών, το 4,4% 65-74 ετών και το 8,2% 75 ετών και άνω.

Από σακχαρώδη διαβήτη δήλωσε ότι πάσχει το 9,2% του πληθυσµού αυξηµένο κατά 16,5% σε σχέση µε το 2009 (7,9%) ενώ και σε αυτή την περίπτωση η γυναίκες είναι αρνητικοί πρωταθλητές, καθώς εμφανίζουν την πάθηση σε ποσοστό 54,4%. Περισσότεροι από ένας στους δέκα ηλικίας 55-64 ετών και δύο στους δέκα ηλικίας 65-74 ετών δηλώνουν ότι πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη.

Υψηλά επίπεδα χοληστερόλης στο αίµα ανέφερε το 15,4% του πληθυσµού ηλικίας 15 ετών και άνω. Το 2009 το ποσοστό όσων δήλωσαν υψηλά επίπεδα χοληστερόλης και διαταραχή στα λιπίδια και τα τριγλυκερίδια ήταν 15%. Οι γυναίκες έχουν προβάδισμα και στην κατηγορία αυτή, καθώς 6 στις 10 δήλωσαν πως έχουν υψηλή χοληστερόλη.

Κατάθλιψη

Προβληματισμό, όμως, προκαλούν και τα αποτελέσματα γύρω από την ψυχική υγεία των Ελλήνων, με την κατάθλιψη να καταγράφει εκρηκτική αύξηση.

Κατάθλιψη δήλωσε ότι έχει το 4,7% του πληθυσµού, ποσοστό αυξηµένο κατά 80% σε σχέση µε το ποσοστό του 2009 (2,6%), με τη νόσο να πλήττει 7 στις 10 γυναίκες.

Το 7,6% του πληθυσµού ηλικίας 15 ετών και άνω πάσχει από αγχώδεις διαταραχές, το 1,7% από άλλες ψυχικές διαταραχές και το 1,0% από ανοϊκή διαταραχή ή νόσο Alzheimer.

Μικρό είναι το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι επισκέφθηκαν ψυχίατρο ή ψυχολόγο τους τελευταίους 12 μήνες. Ανήλθε μόλις στο 4,7%, ενώ ένα 3,3% παραδέχθηκε πως έκανε αυτοκτονικές σκέψεις.

Χρήση Υπηρεσιών Υγείας

Εισαγωγή σε νοσοκομείο έκανε, κατά τη διάρκεια των 12 µηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, το 9,7% του πληθυσµού. Οι ηµέρες νοσηλείας κυµάνθηκαν από 1 µέχρι 300. Το 49,9% του πληθυσµού νοσηλεύτηκε 1 έως 3 ηµέρες, ενώ περισσότερες από 3 και µέχρι 10 ηµέρες το 35,4%. Ένα 14,1% έκανε εισαγωγή σε νοσοκοµείο για ηµερήσια νοσηλεία, ποσοστό αυξημένο κατά 28,2% συγκριτικά με το 2009.

Σε ότι αφορά την εξω-νοσοκοµειακή περίθαλψη η δειγματολητπική μελέτη της ΕΛΣΤΑΤ βρήκε τα εξής:

  • Το 47,4% επισκέφθηκε ή συμβουλεύθηκε οδοντίατρο ή ορθοδοντικό, μειωμένο κατά 9,2% σε σχέση µε το 2009.
  • Το 58,8% επισκέφθηκε ή συμβουλεύθηκε γενικό ιατρό ή παθολόγο.
  • Το 46,5% επισκέφθηκε ή συμβουλεύθηκε γιατρό άλλης ειδικότητας ή χειρουργό, ποσοστό που παρουσιάζει µικρή αύξηση (2,2%), σε σχέση µε το 2009.
  • Το 8% επισκέφθηκε φυσικοθεραπευτή ή κινησιοθεραπευτή.

Νοσηλευτική φροντίδα που παρέχεται κατ’ οίκον, από επαγγελµατίες υγείας πλην των γιατρών (νοσηλευτές/τριες, επισκέπτες/τριες υγείας, µαίες, κλπ.), στο πλαίσιο προγραµµάτων που παρέχουν φροντίδα σε άτοµα τρίτης ηλικίας και άτοµα που αντιµετωπίζουν χρόνιες παθήσεις ή προβλήµατα υγείας, έλαβε το 3,2% του πληθυσµού ηλικίας 15 ετών και άνω.

Φάρμακα

Το 47,4% των ατόμων ηλικίας 15 ετών και άνω, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδοµάδων, πριν τη διενέργεια της έρευνας, κατανάλωσε φάρµακα, βότανα ή βιταµίνες µε γραπτή συνταγή γιατρού (µικρή µείωση, 2,9%, σε σχέση με το 2009). Το 27,5% κατανάλωσε φάρµακα, βότανα ή βιταµίνες χωρίς συνταγή γιατρού, ποσοστό αυξημένο κατά 11,8% σε σχέση με το 2009. Από αυτούς το 64,9% κατανάλωσε φάρµακα και όχι βότανα ή βιταµίνες και ειδικότερα, το 18,6% έλαβε αντιβιοτικά.

Τα µέλη των νεότερων οµάδων ηλικιών κατανάλωσαν περισσότερα φάρµακα χωρίς συνταγή γιατρού παρά µε συνταγή γιατρού. Το αντίθετο καταγράφηκε για τις µεγαλύτερες οµάδες ηλικιών.

Πρόληψη – Εξετάσεις

Το 29% του πληθυσµού ηλικίας 15 ετών και άνω εµβολιάστηκε κατά της γρίπης το 2014. Εντυπωσιακή είναι και η αύξηση κατά 93,3% του ποσοστού εμβολιασμού κατά της γρίπης το 2014.

Το 55,7% µέτρησε την αρτηριακή του πίεση, ενώ από όσους έχουν µετρήσει οποτεδήποτε την αρτηριακή τους πίεση (84,9%), οι 7 στους 10 (67,7%) έκαναν την εξέταση προληπτικά. Από τον πληθυσµό ηλικίας 15 ετών και άνω που πάσχει από υπέρταση(20,9%),το 85,7% έκανε µέτρηση της αρτηριακής πίεσής του µε τη βοήθεια επαγγελµατία υγείας.

Το 56,3% µέτρησε το σάκχαρό του, ενώ από όσους έχουν µετρήσει οποτεδήποτε το σάκχαρό τους, οι 8 στους 10 (80,9%) έκαναν την εξέταση προληπτικά. Από όσους πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, το 88,3% έκανε µέτρηση του σακχάρου του µε τη βοήθεια επαγγελµατία υγείας.

Ενθαρρυντικά είναι τα στοιχεία για την πρόληψη γύρω από γυναικολογικές παθήσεις.
Μείωση κατά 27,6%, σε σχέση µε το 2009, καταγράφεται στο ποσοστό των γυναικών που δεν έχουν κάνει ποτέ µαστογραφία. Το 2014 ήταν 38,4% ενώ το 2009 53%. Αντίστοιχα μείωση κατά 31,9% καταγράφεται στο ποσοστό των γυναικών που δεν έχουν κάνει ποτέ στη ζωή τεστ ΠΑΠ. Το 2014 ήταν 21,3% ενώ το 2009 31,3%.

Το 85,6% των γυναικών που έχουν κάνει µαστογραφία, την έκαναν προληπτικά. Ωστόσο, το 2009 το 91,6% των γυναικών είχαν δηλώσει ότι έκαναν µαστογραφία προληπτικά, είτε µε δική τους πρωτοβουλία είτε µε προτροπή γιατρού, είτε λόγω οικογενειακού ιστορικού, είτε στο πλαίσιο προγράμματος πρόληψης. Τεστ ΠΑΠ έκανε προληπτικά το 87,6% των γυναικών.

Στους άνδρες, το 32,3% των ανδρών έχουν υποβληθεί σε κλινική ή άλλη (PSA, υπέρηχο, βιοψία) εξέταση για τον προστάτη. Από αυτούς, ποσοστό 72,8% υπεβλήθη στην εξέταση προληπτικά.

Δείτε επίσης