Αλλεργία στο τσίμπημα υμενόπτερου (μέλισσας ή σφήκας)

Το τσίμπημα υμενόπτερου (μέλισσας ή σφήκας) συνήθως προκαλεί παροδικό ερεθισμό αλλά στο 1-2% των ανθρώπων μπορεί να προκαλέσει σοβαρά αλλεργικά συμπτώματα. Η αλλεργία οφείλεται στο δηλητήριο των εντόμων αυτών ύστερα από ένα νυγμό (τσίμπημα).

Μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξουν αλλεργία σε μέλισσα ή σφήκα είναι όσοι υφίστανται συχνά τσιμπήματα από τα έντομα αυτά, όπως για παράδειγμα όσοι ασχολούνται με τη μελισσοκομία και όσοι μένουν στην ύπαιθρο. Οτιδήποτε πέρα από ένα απλό πρήξιμο στο σημείο του τσιμπήματος, θέτει την υποψία ενδεχόμενης σοβαρής αντίδρασης. Για παράδειγμα, αν μετά από τσίμπημα στο χέρι πρηστεί το βλέφαρο ή προκληθεί εμετός πρέπει να απευθυνθείτε σε αλλεργιολόγο. Υπερβολικά ευαίσθητοι άνθρωποι μπορεί να εμφανίσουν σοβαρή κνίδωση και αναφυλακτικό σοκ. Οι αντιδράσεις αυτές μπορούν να συμβούν εντός 2-3 λεπτών ή αργότερα. Συνήθως όσο πιο σύντομα αρχίζει μια αντίδραση, τόσο πιο σοβαρή είναι. Τα συμπτώματα συνηθέστερα ξεκινούν από το δέρμα και μπορεί να είναι ένα γενικευμένο εξάνθημα (συνήθως κνιδωτικό), αγγειοοίδημα (πρήξιμο) στο πρόσωπο και στα άκρα. Πολλές φορές εμφανίζονται και συμπτώματα από άλλα όργανα και συστήματα, όπως δύσπνοια, πόνος στην κοιλιά με τάση για έμετο ή διάρροια.

Αγριομέλισσα

Τα υμενόπτερα χωρίζονται σε οικογένειες από τις οποίες οι κυριότερες είναι οι μέλισσες και οι σφήκες. Στις πρώτες ανήκει η κοινή μέλισσα και η αγριομέλισσα (buble bee ή μπάμπουρας) ενώ στις σφήκες υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη όπως, ο πολίστας (μικρή σφήκα που συχνά βρίσκεται σε στέγες και φτιάχνει φωλιά που μοιάζει από χαρτί) και η μεγάλη σφήκα ή σερσέγκι. Τα δηλητήρια των υμενόπτερων έχουν ορισμένα κοινά αλλά και ειδικά αλλεργιογόνα, έτσι ένας ασθενής μπορεί να είναι αλλεργικός μόνο στη μέλισσα ή μόνο στη σφήκα ή και στα δύο.

Για τη διάγνωση γίνονται δερματικές δοκιμασίες με το δηλητήριο της μέλισσας και της σφήκας αραιωμένο κατά 10.000 φορές από τη φυσική συγκέντρωσή του στο κεντρί. Οι εξετάσεις αυτές δείχνουν μόνο αν ένας ασθενής είναι ευαισθητοποιημένος και όχι απαραίτητα ότι είναι αλλεργικός. Μπορεί δηλαδή τα τεστ να “δείχνουν αλλεργία” αλλά να υπάρχει ανοχή στο τσίμπημα χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα. Οι εξετάσεις που οδηγούν στην ορθή διάγνωση είναι ο αιματολογικός έλεγχος που γίνεται σε ειδικά εργαστήρια. Πρόκειται για τα αποκαλούμενα RAST ή CAP τεστ τα οποία δείχνουν αν υπάρχουν ειδικά αντισώματα στο αίμα και σε ποιο δηλητήριο κατευθύνονται. Τα δερματικά τεστ επιβεβαιώνουν τα ευρήματα του αιματολογικού ελέγχου και επιπλέον δίνουν ένα μέτρο της βαρύτητας της αντίδρασης.

Αντιμετώπιση

Όταν πράγματι υπάρχει η αλλεργία στο δηλητήριο των υμενόπτερων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η ανοσοθεραπεία για να αυξηθεί η ανοχή. Χορηγούνται κάθε εβδομάδα μικρές ποσότητες του δηλητηρίου και στη συνέχεια δόσεις συντήρησης κάθε 4 έως 6 εβδομάδες για μία περίοδο 3 έως 5 χρόνων. Η ανοσοθεραπεία είναι αποτελεσματική προφυλάσσοντας από την ανάπτυξη συστηματικής αντίδρασης σε ποσοστό 75- 95% των ασθενών όταν δεχθούν τσίμπημα από μέλισσα ή σφήκα. Πάντως, επειδή οι ασθενείς κινδυνεύουν με αλλεργική αντίδραση σε κάθε επόμενο τσίμπημα θα πρέπει να έχουν μαζί τους φαρμακευτική αγωγή και να έχουν εκπαιδευθεί για το πότε και πως θα τη χρησιμοποιήσουν. Η αγωγή αυτή συνήθως αποτελείται από συσκευή αδρεναλίνης, αντιισταμινικά και κορτικοστεροειδή χάπια.

Είναι σημαντικό να αποφεύγετε την έκθεση στα έντομα, όσο γίνεται. Η μέλισσα η κοινή ευθύνεται για το 40% των περιπτώσεων αναφυλακτικού σοκ αλλά δεν είναι επιθετική. Ζει σε κοινωνίες και απομακρύνεται μόνο για αναζήτηση τροφής. Προσελκύεται από τον άνθρωπο, τα έντονα χρώματα, τα αρώματα και τα γλυκίσματα και μπορεί να παγιδευτεί στα ρούχα ή τα μαλλιά. Μόνο το θηλυκό τσιμπά. Όταν είστε έξω, αποφεύγετε να φοράτε ρούχα με φωτεινά χρώματα και μη χρησιμοποιείτε γλυκά αρώματα, αρωματικά σαπούνια, αντηλιακές λοσιόν και καλλυντικά.

Δείτε επίσης