Αντώνης Καφάτος: Τι έδειξε η Μελέτη των Επτά Χωρών για την κρητική διατροφή

Η ανθυγιεινή διατροφή φαίνεται να σχετίζεται με τις πρώτες αιτίες θανάτου παγκοσμίως, όπως είναι οι καρκίνοι, τα καρδιαγγειακά νοσήματα και ο σακχαρώδης διαβήτης. Αυτό έδειξε μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet ωστόσο είναι γνωστός ο ρόλος της διατροφής από την περίφημη Μελέτη των Επτά Χωρών.

Σε πρόσφατη διάλεξή του στο Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος με τίτλο Παραδοσιακή Ελληνική Διατροφή και Προσδόκιμο Επιβίωσης, ο ομότιμος καθηγητής προληπτικής ιατρικής και διατροφής του Πανεπιστημίου Κρήτης Αντώνης Καφάτος τόνισε: «Τα πρόσφατα δεδομένα δείχνουν ότι πρέπει να αλλάξουμε τις διατροφικές μας επιλογές, για να ελαττώσουμε τον κίνδυνο για χρόνια νοσήματα».

Η πρόσφατη έρευνα συνέδεσε τις κακές διατροφικές συνήθειες με τα χρόνια νοσήματα. Πρώτη αιτία μείωσης της θνησιμότητα φαίνεται να είναι η υπερκατανάλωση αλατιού, ενώ ακολουθούν η χαμηλή κατανάλωση δημητριακών ολικής άλεσης και η χαμηλή πρόσληψη φρούτων και λαχανικών. Άλλοι παράγοντες που θεωρείται ότι συμβάλλουν στην πρόωρη θνησιμότητα, είναι η έλλειψη σωματικής άσκησης, η παχυσαρκία, το κάπνισμα. η κατανάλωση αλκοόλ, το επεξεργασμένο κρέας και η υπερβολική κατανάλωση ζάχαρης και τρανς λιπαρών. Η συζήτηση γύρω από τα κορεσμένα λιπαρά είναι εν εξελίξει.

Η παραδοσιακή κρητική διατροφή

Στη διάλεξή του ο κ. Καφάτος έκανε εκτενή αναφορά σε δύο σημαντικές μελέτες οι οποίες κατέγραψαν σε βάθος χρόνου τις διατροφικές συνήθειες των Κρητικών. Αυτές ήταν η Μελέτη των Επτά Χωρών και η μελέτη Zutphen.

Η Μελέτη των Επτά Χωρών, εξέτασε τον πληθυσμό σε Ελλάδα (Κρήτη και Κέρκυρα), Ολλανδία, Φιλανδία, Ιταλία, Σερβία, Ιαπωνία και ΗΠΑ, μεταξύ 1960 και 1995. Οι παγκόσμιες συστάσεις για τις αρχές της Μεσογειακής διατροφής προέκυψαν από την συγκεκριμένη μελέτη και βασίστηκε στις διατροφικές συνήθειες των Κρητικών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960.

Κατά τη διάρκεια της Μελέτης των Επτά Χωρών διαπιστώθηκαν τα εξής:

  • Το σωματικό βάρος των Κρητικών παρόλο που σημείωσε αυξητική τάση, παρέμεινε με διαφορά το χαμηλότερο από τις υπόλοιπες χώρες.
  • Στον πληθυσμό της Κρήτης καταγράφηκαν τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από ισχαιμική καρδιοπάθεια (έμφραγμα). Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο ότι στην μελέτη συμμετείχε και ο πληθυσμός της Κέρκυρας, στον οποίο καταγράφηκαν σχεδόν διπλάσια ποσοστά θνησιμότητας σε σχέση με τους Κρητικούς (48 έναντι 25 στους 1000 κατοίκους). Το μεγαλύτερο ποσοστό θνησιμότητας καταγράφηκε στην Ανατολική Φιλανδία, με 268 θανάτους, δηλαδή 10 φορές υψηλότερο (αναλογικά) από τον πληθυσμό της Κρήτης.
  • Στον πληθυσμό της Κρήτης, επίσης, καταγράφηκαν τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από καρκίνο, με το μεγαλύτερο ποσοστό να καταγράφεται στους Ιάπωνες και στους Ολλανδούς.

Μελετώντας τα διαιτητικά χαρακτηριστικά των ΗΠΑ, Ελλάδας και Ιαπωνίας το 1960, προέκυψαν σημαντικά ευρήματα, που συνδέονται με την κατάσταση υγείας των εν λόγω πληθυσμών και αποτέλεσαν τη βάση για τις παγκόσμιες συστάσεις για τις διατροφικές συνήθειες, που συμβάλλουν σε έναν υγιεινό τρόπο ζωής.

  • Παρόλο που η κατανάλωση λίπους ήταν σε ίδια επίπεδα μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας (39% και 37% της συνολικής προσλαμβανόμενης ενέργειας αντίστοιχα), η διαφορά ήταν στην κατανάλωση κορεσμένου λίπους, η οποία ήταν αρκετά μεγαλύτερη στις ΗΠΑ (18%) από την Ελλάδα (8%). Σύμφωνα με τον κ. Καφάτο, η παγκόσμια σύσταση για μείωση της κατανάλωσης του κορεσμένου λίπους κάτω από 10% προήλθε από τις μετρήσεις του πληθυσμού της Κρήτης.
  • Η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών ήταν μεγαλύτερη στην Ελλάδα, με 654 γραμμάρια την ημέρα, ενώ ακολουθούσαν οι ΗΠΑ με 404 γραμμάρια την ημέρα και η Ιαπωνία με 232 γραμμάρια την ημέρα.
  • Η κατανάλωση ψωμιού και δημητριακών φαίνεται να ήταν παρόμοια σε Ελλάδα (453 γρ. / ημέρα) και Ιαπωνία (421 γρ. / ημέρα) με την διαφορά ότι το ψωμί που κατανάλωναν οι Έλληνες γινόταν από αλεύρι ολικής άλεσης και ελάχιστο αλάτι, ενώ το αντίστοιχο της Ιαπωνίας είχε πολύ διαφορετική σύσταση, με υλικά όπως το ρύζι και με ελάχιστη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες.
  • Η διατροφή του πληθυσμού της Ιαπωνίας βασιζόταν κυρίως στο ψάρι (150 γρ. / ημέρα) και λιγότερο στο κρέας (8 γρ. /ημέρα). Σύμφωνα, με τον κ. Καφάτο, η υπερβολική κατανάλωση ψαριού, πέρα από την ενδεδειγμένη που είναι 300 γρ. / εβδομάδα, πιθανόν να κρύβει κάποια μειονεκτήματα, ειδικά στην περίπτωση της Ιαπωνίας, που καταναλώνουν ωμά ψάρια, τα οποία αλιεύονται από μεγάλο θαλάσσιο βάθος, καθώς περιέχουν πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, τα οποία οξειδώνονται στον οργανισμό και παράγουν ελεύθερες ρίζες, που θεωρούνται καρκινογόνες.
  • Μεγάλες διαφορές υπάρχουν και μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας, καθώς η κατανάλωση κρέατος ήταν 273 γρ. / ημέρα για τις ΗΠΑ και 35 γρ. / ημέρα για την Ελλάδα και η κατανάλωση ψαριού ήταν 3 γρ. /ημέρα και 39 γρ. /ημέρα αντίστοιχα.

Όπως ανέφερε ο κ. Καφάτος, προκειμένου να επιβεβαιωθούν τα ευρήματα των προκαταρκτικών αποτελεσμάτων της Μελέτης των Επτά Χωρών και τα στοιχεία που καταγράφηκαν το 1960, συνεχίστηκε η έρευνα για αρκετά χρόνια.

  • Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια των 50 ετών το προσδόκιμο επιβίωσης της Ιαπωνίας βρίσκεται στην πρώτη θέση και ακολουθούν η Ιταλία και η Κρήτη, ενώ ακολουθεί ο μέσος όρος της Ελλάδας και τα Ιόνια νησιά, επιβεβαιώνοντας την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων της αρχικής μελέτης.
  • Ο πληθυσμός της Κρήτης κατανάλωνε το χαμηλότερο ποσοστό κορεσμένων λιπαρών και κόκκινου κρέατος, χαμηλότερο και από τον μέσο όρο της Ελλάδας, ενώ η Φιλανδία, η Ολλανδία και οι ΗΠΑ κατανάλωναν το μεγαλύτερο ποσοστό.
  • Η μεγαλύτερη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών γίνεται από τον ελληνικό πληθυσμό, ακολουθεί με διαφορά η Ιαπωνία και τελευταίες είναι η Ολλανδία και οι ΗΠΑ.
  • Για το χρονικό διάστημα 1980-2017, την υψηλότερη θνησιμότητα από κακοήθη νεοπλάσματα είχαν η Ιταλία και η Ιαπωνία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η διαφορά που παρουσιάζεται εντός της χώρας μας, με τον μέσο όρο να είναι πάνω από 800 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού, ενώ για την Κρήτη είναι λιγότεροι από 200.
  • Για τα καρδιαγγειακά νοσήματα, η Φιλανδία, η Ιταλία και ο μέσος όρος της Ελλάδας (λίγο περισσότεροι από 500 θάνατοι σε 100.000 πληθυσμού) καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις, ενώ η Ιαπωνία και η Κρήτη τις τελευταίες (λιγότεροι από 200 θάνατοι σε 100.000 πληθυσμού).

Η μελέτη Zutphen

Η δεύτερη σημαντική μελέτη που αποτέλεσε σταθμό για την καταγραφή των «ιδανικών» διατροφικών συνηθειών, είχε διάρκεια 50 ετών και έγινε μεταξύ του πληθυσμού της Κρήτης και της περιοχής Zutphen της Ολλανδίας.

Στην εν λόγω μελέτη, από την οποία προέκυψε ότι ο πληθυσμός της Κρήτης είχε μεγαλύτερο προσδόκιμο επιβίωσης κατά 7 χρόνια από τον πληθυσμό της Ολλανδίας, εκτός από τις διατροφικές συνήθειες, εξετάστηκαν τα επίπεδα σιδήρου και άλλων δεικτών και συγκρίθηκαν μεταξύ ατόμων ίδιας ηλικίας.

Τα συμπεράσματα που προέκυψαν ήταν ότι οι ηλικιωμένοι Κρητικοί είχαν χαμηλότερα επίπεδα σιδήρου και υπεροξειδίων λιπαρών οξέων, τα οποία αποτελούν δείκτες οξειδωτικού στρες, ενώ, αντιθέτως, είχαν αυξημένα επίπεδα αντιοξειδωτικών ουσιών, όπως τα καροτενοειδή και το φυλλικό οξύ, τα οποία βρίσκονται στα λαχανικά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει, επίσης, η καταγραφή της πρόσληψης κορεσμένων λιπαρών, καθώς το 1960 η κατανάλωση στην Ολλανδία ήταν σχεδόν 11 φορές περισσότερη από την κατανάλωση στην Κρήτη.

Δείτε επίσης