Υποτιμημένα τα επίπεδα της δισφαινόλης Α στον άνθρωπο

Οι ερευνητές ανέπτυξαν μια καλύτερη μέθοδο για τη μέτρηση των επιπέδων της δισφαινόλης Α (BPA: bispehnol A) στο ανθρώπινο σώμα και διαπίστωσαν ότι η έκθεση στο χημικό αυτό, που προκαλεί ενδοκρινικές διαταραχές, είναι πολύ υψηλότερη από ό, τι είχε υποτεθεί προηγουμένως.

Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet Diabetes & Endocrinology, παρέχει τις πρώτες ενδείξεις ότι οι μετρήσεις που βασίζονται σε ρυθμιστικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του αμερικανικού Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), είναι ελλιπείς, υποτιμώντας τα επίπεδα έκθεσης έως και 44 φορές.

“Αυτή η μελέτη εγείρει σοβαρές ανησυχίες για το εάν είμαστε αρκετά προσεκτικοί σχετικά με την ασφάλεια αυτής της χημικής ουσίας”, δήλωσε η Patricia Hunt, καθηγήτρια του Washington State University. “Τα συμπεράσματα των ομοσπονδιακών υπηρεσιών για την BPA μπορεί να βασίστηκαν σε ανακριβείς μετρήσεις”.

Η BPA βρίσκεται σε ένα ευρύ φάσμα πλαστικών, συμπεριλαμβανομένων των συσκευασιών τροφίμων και ποτών, και οι μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι μπορεί να επηρεάσει τις ορμόνες τους. Ειδικότερα, η έκθεση των εμβρύων σε BPA έχει συνδεθεί με προβλήματα ανάπτυξης, μεταβολισμού, συμπεριφοράς, γονιμότητας και μεγαλύτερο κίνδυνο για καρκίνο.

Παρά τα πειράματα αυτά, ο FDA αξιολόγησε δεδομένα από μελέτες που μετρούσαν την BPA σε ανθρώπινα ούρα και διαπίστωσε ότι η έκθεση του ανθρώπου στη χημική ουσία είναι πολύ χαμηλή και συνεπώς ασφαλή. Η παρούσα μελέτη έρχεται σε αντίθεση με αυτό το συμπέρασμα και εγείρει ερωτήματα σχετικά με άλλα χημικά, συμπεριλαμβανομένων των αντικαταστατών της ΒΡΑ, τα οποία επίσης αξιολογούνται με έμμεσες μεθόδους.

Ο Roy Gerona, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο, ανέπτυξε έναν άμεσο τρόπο μέτρησης της BPA που αντιπροσωπεύει με μεγαλύτερη ακρίβεια τους μεταβολίτες της ΒΡΑ, τις ενώσεις που δημιουργούνται καθώς το χημικό περνά μέσα από το ανθρώπινο σώμα. Προηγουμένως, οι περισσότερες μελέτες έπρεπε να βασίζονται σε μια έμμεση διαδικασία για τη μέτρηση των μεταβολιτών της ΒΡΑ, χρησιμοποιώντας ένα διάλυμα ενζύμου που παρασκευάστηκε από ένα σαλιγκάρι για να μετασχηματίσει τους μεταβολίτες πίσω σε BPA και να μετρηθεί. Η μέθοδος του Gerona είναι σε θέση να μετρήσει άμεσα τους μεταβολίτες της BPA χωρίς να χρησιμοποιήσει το διάλυμα του ενζύμου.

Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τις δύο μεθόδους σε 39 ανθρώπινα δείγματα ούρων και βρήκε πολύ υψηλότερα επίπεδα ΒΡΑ χρησιμοποιώντας την άμεση μέθοδο, έως και 44 φορές πάνω από το μέσο όρο που αναφέρθηκε από την National Health and Nutrition Examination Survey (NHANES). Η ανομοιογένεια μεταξύ των δύο μεθόδων αυξήθηκε με την περισσότερη έκθεση σε BPA. Όσο μεγαλύτερη ήταν η έκθεση, τόσο πιο ελλιπής ήταν η προηγούμενη μέθοδος.

“Ελπίζω ότι αυτή η μελέτη θα δώσει προσοχή στη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της BPA και ότι άλλοι εμπειρογνώμονες θα εξετάσουν και θα αξιολογήσουν τι συμβαίνει”, ανέφερε ο Gerona.

Η ερευνητική ομάδα διεξάγει περαιτέρω πειράματα για τη μέτρηση της BPA καθώς και για άλλες χημικές ουσίες που μπορεί να έχουν μετρηθεί με αυτό τον τρόπο. Αυτή η κατηγορία που περιλαμβάνει περιβαλλοντικές φαινόλες όπως πάραμπενς, βενζοφαινόνη, τρικλοζάνη που βρίσκονται σε καλλυντικά και σαπούνια καθώς και φθαλικές ενώσεις που βρίσκονται σε πολλά καταναλωτικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών, των συσκευασιών τροφίμων και των προϊόντων προσωπικής φροντίδας.

“Η BPA μετράται μέχρι σήμερα έμμεσα μέσω της NHANES και δεν είναι το μόνο χημικό που προκαλεί ενδοκρινικές διαταραχές”, ανέφερε ο Gerona. “Η υπόθεση τώρα είναι ότι αν αυτό ισχύει για την BPA, θα μπορούσε να ισχύει για όλες τις άλλες χημικές ουσίες που μετρούνται έμμεσα”.

Η μελέτη υποστηρίχθηκε με επιχορηγήσεις από τα National Institutes of Health των ΗΠΑ.

Δείτε επίσης