Αμφιλεγόμενη μελέτη: Τα κορεσμένα λιπαρά δεν κάνουν κακό

Μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά κάνει κακό στην υγεία. Περικοπές στο κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά είναι καταστροφικό λάθος. Αυτό είναι το βασικό μήνυμα μιας αμφιλεγόμενης έκθεσης στη Βρετανία που επιτίθεται στις επίσημες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη διατροφή και την απώλεια βάρους. Η έκθεση γράφει ότι δεν έχει σημασία πόσο κορεσμένο λίπος τρώμε, και δεν συνιστά την καταμέτρηση θερμίδων.

Με λίγα λόγια, αυτά που ακούγαμε επί δεκαετίες, ότι το διατροφικό λίπος είναι η αιτία της παχυσαρκίας, δεν έχει επιστημονική βάση. Μάλιστα, σύμφωνα με την έκθεση, η παρότρυνση των αρμόδιων υγειονομικών Αρχών να ακολουθούμε μια δίαιτα με χαμηλά λιπαρά έχει «καταστροφικές συνέπειες για την υγεία».

Την έκθεση εξέδωσαν οι οργανισμοί National Obesity Forum (NOF) και Public Health Collaboration (PHC) και σύμφωνα με αυτούς τους δύο οργανισμούς δεν παχαίνει όποιος τρώει τροφές πλούσιες σε λιπαρά, αλλά όποιος τσιμπολογά μεταξύ των γευμάτων. Τα κορεσμένα λιπαρά όχι μόνο δεν προκαλούν καρδιοπάθεια, αλλά ειδικά τα πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα που είναι πλούσια σε κορεσμένα, προστατεύουν την καρδιά.

Η έκθεση γράφει πως αν πραγματικά θέλει κάποιος να αδυνατίσει, πρέπει να αποφεύγει τα λάιτ προϊόντα και να τρώει τα πλήρη λιπαρών, είτε πρόκειται για κρέατα και γαλακτοκομικά είτε για πλούσια σε λιπαρά φυτικής προελεύσεως τρόφιμα όπως είναι οι ελιές και το αβοκάντο.

Καλύτερα τα πλήρη λιπαρών παρά τα λάιτ

Η έκθεση συνιστά επίσης στα άτομα με διαβήτη να ακολουθούν μία διατροφή πλούσια σε λιπαρά και όχι πλούσια σε υδατάνθρακες, καθώς και να αποφεύγουν τις τροφές που περιέχουν ζάχαρη.

Συνιστά επίσης να πάψουμε να μετράμε τις θερμίδες και χαρακτηρίζει μύθο την άποψη ότι η άσκηση μπορεί να εξουδετερώσει τις συνέπειες της κακής διατροφής.

Η έκθεση τονίζει μια μεγάλη μελέτη στις ΗΠΑ από το 2010 που έχει καταλήξει στο συμπέρασμα  ότι η πρόσληψη κορεσμένου λίπους δεν σχετίζεται με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Παράλληλα, αναφέρει πολλές άλλες μελέτες που υποστήριξαν την ιδέα ότι μια δίαιτα υψηλή σε πλήρη γαλακτοκομικά δεν συνδέεται με την παχυσαρκία και δεν αυξάνει τον κίνδυνο για το διαβήτη.

Οι ερευνητές της έκθεσης έγραψαν: “Εκ των υστέρων, δεν υπήρξε ποτέ καμία ισχυρή απόδειξη ότι η μείωση των συνολικών ή των κορεσμένων λιπαρών βελτιώνει την υγεία και στην πραγματικότητα την επιδεινώνει. Ήταν ένα καλοπροαίρετο αλλά τρομερό λάθος”.

Αναφέρουν ότι οι πρόσφατες κατευθυντήριες διατροφικές γραμμές στις ΗΠΑ δεν θέτουν πλέον ως ανώτατο όριο την κατανάλωση του λίπους στο 30% των συνολικών θερμίδων και συμπεραίνουν ότι οι διατροφικές συστάσεις της Βρετανίας θα πρέπει να αφαιρέσουν το ανώτατο όριο του 35% στην κατανάλωση λίπους.

Μια σωστή δίαιτα, σύμφωνα με την έκθεση, πρέπει να περιέχει πολλά υγιεινά λιπαρά και ελάχιστους επεξεργασμένους υδατάνθρακες (λευκό ψωμί, ζυμαρικά, ρύζι, πατάτες). Αυτό το διαιτολόγιο «αποτελεί αποτελεσματικό και ασφαλή τρόπο για την πρόληψη της αύξησης του σωματικού βάρους, τη διευκόλυνση του αδυνατίσματος και την προστασία της καρδιάς».

Οι συγγραφείς γράφουν ότι «οι πιο φυσικές και θρεπτικές τροφές – το κρέας, τα ψάρια, τα αυγά, τα γαλακτοκομικά, οι ξηροί καρποί, οι σπόροι, οι ελιές, το αβοκάντο – περιέχουν πολλά λιπαρά που συχνά είναι κορεσμένα» και ότι «η διαρκής δαιμονοποίηση των φυσικών λιπαρών οδηγεί τους καταναλωτές μακριά από θρεπτικά, ολικής άλεσης υγιεινά τρόφιμα».

«Οι σημερινές διατροφικές συστάσεις είναι λάθος. Και όποιος αμφιβάλλει γι’ αυτό δεν έχει παρά να κοιτάξει την εξάπλωση της παχυσαρκίας η οποία δεν αναχαιτίζεται, όσες ενημερωτικές εκστρατείες κι αν γίνονταις», δήλωσε ο δρ Ντέιβιντ Ουϊλιαμ Χάσλαμ, επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Robert Gordon στο Αμπερντήν της Σκωτίας.

«Η συνέχιση μιας πολιτικής για τη διατροφή, που συνιστά πολλούς υδατάνθρακες, λίγα λιπαρά και λίγες θερμίδες ως “υγιεινή διατροφή”, είναι επικίνδυνα ελαττωματική», πρόσθεσε καθηγητής Ίαιν Μπρουμ, διευθυντής του Κέντρου Έρευνας & Επιδημιολογίας της Παχυσαρκίας, Πανεπιστήμιο Robert Gordon. «Ο παγκόσμιος πληθυσμός συμμετέχει εδώ και 40 χρόνια σε ένα ανεξέλεγκτο πείραμα που οι συνέπειές του ήταν καταστροφικές».

Αντιδράσεις

Η έκθεση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Για παράδειγμα, ο δρ Σάιμον Κέιπγουελ, καθηγητής Δημοσίας Υγείας & Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ τόνισε ότι η μελέτη αυτή έχει ελαττώματα, διότι «δεν έχει αξιολογηθεί από ανεξάρτητη επιτροπή ειδικών πριν δημοσιευθεί» και «δεν αναφέρει ποιος την έγραψε και ποιος την χρηματοδότησε», γεγονός το οποίο από μόνο του «είναι ανησυχητικό».

Ο δρ Μάικ Νάπτον, αναπληρωτής ιατρικός διευθυντής του Βρετανικού Ιδρύματος Καρδιάς δήλωσε πως “η έκθεση είναι γεμάτη ιδέες και γνώμες, αλλά δεν παρέχει τα ισχυρά, εμπεριστατωμένα στοιχεία που θα απαιτούσαμε για να την λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν. Η επιδημία της παχυσαρκίας δεν οφείλεται στις κακές διατροφικές συστάσεις, αλλά στο γεγονός ότι δεν τις ακολουθούμε”.

Δείτε επίσης