Γιατί ο υδράργυρος προκαλεί προβλήματα στους μυς

Ο μεθυλυδράργυρος (MeHg), είναι μια μορφή υδραργύρου ιδιαίτερα τοξική και βρίσκεται στα ψάρια. Πρόκειται για μια γνωστή νευροτοξίνη που μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη του εγκεφάλου, ιδιαίτερα στη μήτρα.

Μια σειρά νέων μελετών από ερευνητές στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ (URMC) δείχνει ότι η έκθεση στον υδράργυρο μπορεί να διαταράξει την πρώιμη ανάπτυξη των συνδέσεων μεταξύ των μυών και του εγκεφάλου, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε προβλήματα κινητικού ελέγχου αργότερα στη ζωή.

Ο μεθυλυδράργυρος εισέρχεται στο περιβάλλον με τη μορφή βιομηχανικής ρύπανσης και φυσικών πηγών, εγκαθίσταται στους ωκεανούς και τελικά απορροφάται από φυτά και άλλους μικροοργανισμούς όπως το πλαγκτόν. Ο υδράργυρος συσσωρεύεται στα ψάρια καθώς κινείται προς τα πάνω στην τροφική αλυσίδα και τελικά φτάνει στον άνθρωπο με τη μορφή κατανάλωσης ψαριών τα οποία αποτελούν σημαντική πηγή τροφής σε πολλά μέρη του κόσμου.

Μεγάλο μέρος της κατανόησής μας για τον αντίκτυπο της έκθεσης στον υδράργυρο προέρχεται από μεγάλα βιομηχανικά ατυχήματα του 20ου αιώνα στην Ιαπωνία και το Ιράν, τα οποία δηλητηρίασαν χιλιάδες ανθρώπους με υψηλά επίπεδα έκθεσης στον υδράργυρο. Πολλά θύματα αυτών των ατυχημάτων εμφάνισαν μια σειρά από νευρολογικά συμπτώματα παρόμοια με την εγκεφαλική παράλυση, συμπεριλαμβανομένης της μυϊκής αδυναμίας και του μειωμένου κινητικού ελέγχου. Ενώ αυτά τα ατυχήματα τεκμηριώνουν τους κινδύνους των υψηλών επιπέδων υδραργύρου, οι μακροπρόθεσμες σωρευτικές επιπτώσεις της έκθεσης σε μικρότερες ποσότητες δεν είναι καλά κατανοητές, ειδικά κατά τη σημαντική και ευάλωτη περίοδο της πρώιμης ανάπτυξης του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Οι νέες μελέτες -οι οποίες προέρχονται από το εργαστήριο του Matthew Rand, στο Department of Environmental Medicine του του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ, και δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά Neurotoxicology and Teratology and Toxicological Sciences- αρχίζουν να ρίχνουν φως στον μηχανισμό με τον οποίο ο υδράργυρος μπορεί να βλάψει την ανάπτυξη και τον έλεγχο των μυών.

Η νέα έρευνα διεξήχθη στη μύγα Drosophilia, ένα μακροχρόνιο και σημαντικό ερευνητικό εργαλείο στη νευροεπιστήμη, επειδή επιτρέπει στους ερευνητές να μελετήσουν ολόκληρο το νευρικό σύστημα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως όταν η προνύμφη της φρουτόμυγας εκτέθηκε σε μεθυλυδράργυρο, επηρέαζε τον πρώιμο σχηματισμό των μυών πτήσης των εντόμων και τελικά έβλαψε την ικανότητα πτήσης όταν οι μύγες έφτασαν στην ενηλικίωση. Οι ερευνητές εντόπισαν ένα γονίδιο που ονομάζεται Nlg1 το οποίο κωδικοποιεί μια πρωτεΐνη που βρίσκεται στους μύες και παίζει σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό των συνδέσεων μεταξύ των μυών και των νευρώνων, γνωστή ως νευρομυϊκή σύνδεση. Η έκφραση του γονιδίου Nlg1 μεταβάλλεται όταν εκτίθεται σε υδράργυρο κατά το στάδιο της προνύμφης.

«Αυτό που πρέπει να εκτιμήσουμε είναι ότι το μυοσκελετικό σύστημα είναι πραγματικά ένα είδος συνέχειας του νευρικού συστήματος», είπε ο Rand. «Είναι συνδεδεμένα και τα νευρικά ερεθίσματα που είναι υπεύθυνα για τις μυϊκές συσπάσεις που κινούν το σώμα μας. Αυτά είναι ολοκληρωμένα συστήματα και όταν σχηματίζεται ένα έμβρυο, ο μυϊκός ιστός και ο νευρικός ιστός πρέπει να “μιλήσουν” μεταξύ τους για να συνδεθούν. Τα ευρήματα δείχνουν ότι η έκθεση στον υδράργυρο διαταράσσει αυτή τη διαδικασία, με επιπτώσεις που μπορεί να μην εμφανιστούν μέχρι την ενηλικίωση».

Η ανάλυση του κινδύνου/οφέλους της κατανάλωσης ψαριών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι περίπλοκη. Τα ψάρια είναι μια πλούσια πηγή ωμέγα-3 λιπαρών οξέων και άλλων θρεπτικών συστατικών που είναι σημαντική για την ανάπτυξη του εγκεφάλου. Η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ και η Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος αναγνωρίζουν επί του παρόντος τα οφέλη για την υγεία των θρεπτικών συστατικών στα ψάρια, αλλά συνιστούν επίσης στις έγκυες μητέρες να περιορίζουν την κατανάλωση και να αποφεύγουν τα ψάρια με υψηλότερες συγκεντρώσεις υδραργύρου.

Ωστόσο, δεκαετίες μελέτης στις οποίες συμμετείχαν μητέρες και παιδιά στα νησιά Σεϋχέλλες στον Ειρηνικό Ωκεανό, όπου οι κάτοικοι καταναλώνουν μεγάλη ποικιλία ψαριών του ωκεανού με αποτέλεσμα την έκθεση σε μεθυλυδράργυρο περίπου 10 φορές μεγαλύτερη από ό,τι στους πληθυσμούς των ΗΠΑ και της Ευρώπης, έχουν μπερδέψει την επιστημονική συναίνεση.

Έρευνα που διεξήχθη από το Seychelles Child Development Study -μια διεθνή ερευνητική κοινοπραξία που αποτελείται από το Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ και τα Υπουργεία Υγείας και Παιδείας των Σεϋχελλών, το Πανεπιστήμιο Ulster στη Βόρεια Ιρλανδία και το Ινστιτούτο Karolinska στη Σουηδία- έδειξε ότι τα λιπαρά οξέα στα ψάρια ενισχύουν την ανάπτυξη και μπορεί ακόμη να βοηθούν στην προστασία του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου από τις βλαβερές συνέπειες του υδραργύρου.

Ερευνητές στο εργαστήριο Rand εργάζονται επί του παρόντος για να μεταφράσουν αυτά τα νέα ευρήματα σε ζωικά μοντέλα. Ο Rand συνεργάζεται επίσης με την ερευνητική ομάδα των Σεϋχελλών για να δει αν μπορεί να παρατηρηθεί μυϊκή αδυναμία, απώλεια κινητικών δεξιοτήτων και άλλα συμπτώματα στις μητέρες και στα παιδιά τους -πολλά από τα οποία είναι τώρα ενήλικες- και αποτελούν μέρος της μελέτης.

Ψάρια και θνησιμότητα λόγω καρδιακών παθήσεων

Εν τω μεταξύ, η έκθεση στον υδράργυρο μέσω την κατανάλωσης ψαριών και άλλων θαλασσινών δεν συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας, σύμφωνα με μια άλλη μελέτη που δημοσιεύτηκε στις 29 Νοεμβρίου στο JAMA Network Open.

Ο Yangbo Sun, Ph.D., από το Κέντρο Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου του Tennessee στο Μέμφις, και οι συνεργάτες του εξέτασαν τις συσχετίσεις της κατανάλωσης θαλασσινών και της έκθεσης στον υδράργυρο με τη θνησιμότητα που σχετίζεται με όλες τις αιτίες, καθώς και με τις καρδιαγγειακές παθήσεις. Η ανάλυση περιελάμβανε δεδομένα από 17.294 ενήλικες συμμετέχοντες, άνω των 20 ετών, στους κύκλους 2003-2012 της Εθνικής Έρευνας Εξέτασης Υγείας και Διατροφής των ΗΠΑ, με δεδομένα που συνδέονται με αρχεία θνησιμότητας μέχρι το 2015.

Δεν παρατηρήθηκε συσχέτιση μεταξύ του επιπέδου υδραργύρου στο αίμα και της θνησιμότητας από κάθε αιτία ή καρδιαγγειακή νόσο. «Η περιβαλλοντική έκθεση στον υδράργυρο στο τρέχον χαμηλό έως μέτριο επίπεδο και η κατανάλωση θαλασσινών δεν συσχετίστηκαν με κίνδυνο θνησιμότητας από κάθε αιτία ή καρδιαγγειακή νόσο», έγραψαν οι συγγραφείς. Ωστόσο, τα αποτελέσματα της συνολικής έρευνας γύρω από αυτό το θέμα δεν είναι συνεπή.

Πηγές: 1. Latent effects of early-life methylmercury exposure on motor function in Drosophila, Neurotoxicology and Teratology (2021). DOI: 10.1016/j.ntt.2021.107037. 2. Jakob T Gunderson et al, Neuroligin-1 Is a Mediator of Methylmercury Neuromuscular Toxicity, Toxicological Sciences (2021). DOI: 10.1093/toxsci/kfab114

Δείτε επίσης