Το καμπυλοβακτηρίδιο πέρασε από τα ζώα στον άνθρωπο με την εντατική κτηνοτροφία

Η υπερβολική χρήση αντιβιοτικών, ο υψηλός αριθμός ζώων και η χαμηλή γενετική ποικιλομορφία που προκαλείται από εντατικές κτηνοτροφικές τεχνικές αυξάνουν την πιθανότητα τα παθογόνα να γίνουν σημαντικοί κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences.

Μια διεθνής ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τα Πανεπιστήμια του Bath και του Sheffield, διερεύνησε την εξέλιξη του Campylobacter jejuni, ενός βακτηρίου που μεταφέρεται από βοοειδή και είναι η κύρια αιτία γαστρεντερίτιδας σε χώρες με υψηλό εισόδημα. Το καμπυλοβακτήριο (ή καμπυλοβακτηρίδιο) αποτελείται από τουλάχιστον 19 είδη αλλά δύο είναι τα πιο συχνά αίτια γαστρεντερίτιδας το Campylobacter jejuni και το Campylobacter coli.

Το καμπυλοβακτηρίδιο είναι ένα Gram-αρνητικό βακτήριο με χαρακτηριστικό καμπυ­λωτό σχήμα. Είναι το πιο άφθονο ανθρώπινο βακτηριακό παθογόνο που βρίσκεται στα βοοειδή. Αυτός ο μικροοργανισμός κατοικεί στο γαστρεντερικό σωλήνα πολλών θερμόαιμων ζώων και υπάρχει στα κόπρανα του 20% περίπου των αγελάδων. Τα καμπυλοβακτηρίδια μολύνουν συνήθως τον άνθρωπο μέσω της κατανάλωσης μολυσμένου κρέατος και πουλερικών, οδηγώντας σε εκτεταμένη νοσηρότητα και, περιστασιακά, θνησιμότητα σε ευάλωτες ομάδες.

Αυτά που ξέρουμε για το καμπυλοβακτηρίδιο είναι:

  • Προκαλεί διάρροια στους ανθρώπους.
  • Μεταφέρεται σε ανθρώπους από την κατανάλωση μολυσμένου κρέατος και πουλερικών.
  • Αν και δεν είναι τόσο επικίνδυνο όσο ο τύφος, η χολέρα ή το E.coli, προκαλεί σοβαρή ασθένεια σε ασθενείς με υποκείμενα προβλήματα υγείας και μπορεί να προκαλέσει διαρκή βλάβη.
  • Περίπου 1 στα 7 άτομα υποφέρουν από λοίμωξη κάποια στιγμή στη ζωή τους.
  • Προκαλεί τρεις φορές περισσότερες περιπτώσεις από το σύνολο των Εσερίχια Κόλι (Escherichia Coli), Σαλμονέλα (Salmonella) και Λιστέρια (Listeria).
  • Υπάρχει στα κόπρανα των κοτόπουλων, των χοίρων, των βοοειδών και των άγριων ζώων. Eκτιμάται ότι υπάρχει στα κόπρανα των 20% βοοειδών παγκοσμίως και άρα εξέρχεται στο περιβάλλον κάθε μέρα.
  • Το βακτήριο είναι πολύ ανθεκτικό στα αντιβιοτικά λόγω της χρήσης τους στη κτηνοτροφία.

Οι ερευνητές μελέτησαν τη γενετική εξέλιξη του παθογόνου και διαπίστωσαν ότι τα στελέχη του βακτηρίου ειδικά για τα βοοειδή εμφανίστηκαν ταυτόχρονα με μια δραματική αύξηση του αριθμού των βοοειδών τον 20ο αιώνα. Γράφουν ότι αλλαγές στη διατροφή των βοοειδών και στη φυσιολογία τους έκαναν το βακτήριο να περάσει από τα ζώα στον άνθρωπο προκαλώντας ένα σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας.

Ο καθηγητής Sam Sheppard από το Πανεπιστήμιο του Μπαθ, δήλωσε: «Υπάρχουν περίπου 1,5 δισεκατομμύρια βοοειδή στη Γη, το καθένα παράγει περίπου 30 κιλά κοπριάς κάθε μέρα· αν το 20% αυτών μεταφέρουν καμπυλοβακτηρίδιο, αυτό ισοδυναμεί με τεράστιο δυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Τις τελευταίες δεκαετίες, υπήρξαν αρκετοί ιοί και παθογόνα βακτήρια που πέρασαν από τα άγρια ​​ζώα σε ανθρώπους: ο HIV ξεκίνησε σε πιθήκους. Το H5N1 προήλθε από πουλιά. Τώρα υποτίθεται ότι το Covid-19 προέρχεται από νυχτερίδες. Η δουλειά μας δείχνει ότι η περιβαλλοντική αλλαγή και η αυξημένη επαφή με ζώα εκτροφής έχουν προκαλέσει τη διάδοση βακτηριακών λοιμώξεων στους ανθρώπους. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα κάλεσμα αφύπνισης για να είμαστε πιο υπεύθυνοι για τις μεθόδους κτηνοτροφικής καλλιέργειας, ώστε να μπορούμε να μειώσουμε τον κίνδυνο εμφάνισης προβληματικών παθογόνων στο μέλλον».

Ο καθηγητής Dave Kelly από το Τμήμα Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ είπε: «Τα ανθρώπινα παθογόνα που βρίσκονται στα ζώα αποτελούν μια αυξανόμενη απειλή και τα ευρήματά μας υπογραμμίζουν πώς η προσαρμοστικότητα τους μπορεί να τους επιτρέψει να αλλάξουν ξενιστές και να εκμεταλλευτούν εντατικές καλλιεργητικές πρακτικές».

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι η μελέτη τους θα βοηθήσει στη πρόβλεψη πιθανών προβλημάτων και επιδημιών στο μέλλον.

Πηγή: Agricultural intensification and the evolution of host specialism in the enteric pathogen Campylobacter jejuni. Proceedings of the National Academy of Sciences, 2020; 201917168 DOI: 10.1073/pnas.1917168117.

Δείτε επίσης