Γιατί αποτυγχάνουν τα φλεβικά μοσχεύματα στο μπάι πας καρδιάς

bypass 444Αμερικανοί επιστήμονες από το Εθνικό Ίδρυμα Καρδιάς, Πνευμόνων και Αίματος (NHLBI), με επικεφαλής τον Μάνφρεντ Μπόεμ, αναφέρουν σε μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science Translational Medicine ότι βρήκαν γιατί αποτυγχάνει σε πολλούς ασθενείς τα bypass καρδιάς (μπάι πας ή μπαϊπάς) δηλαδή η εγχείρηση στεφανιαίας παράκαμψης.

Τα μπάι πας καρδιάς είναι μια κοινή πρακτική (άρχισαν να γίνονται από το 1969) και αποκαθιστούν τη ροή του αίματος που εμποδίζεται από τη στένωση ή την απόφραξη μιας αρτηρίας της καρδιάς (οι αρτηρίες της καρδιάς λέγονται στεφανιαίες γιατί κυκλώνουν την καρδιά σαν στεφάνι). Η επέμβαση στεφανιαίας παράκαμψης βελτιώνει σημαντικά τα συμπτώματα στο 90% των ασθενών και επιμηκύνει τη ζωή τους. Όμως πολλά μπαϊπάς παρουσιάζουν δείγματα νέας απόφραξης λίγα χρόνια μετά την εγχείρηση.

Αιτία της αποτυχίας είναι ένας βιολογικός μηχανισμός ο οποίος προκαλεί πάχυνση στα τοιχώματα των φλεβών που χρησιμοποιούνται στο μπάι πας. Η πάχυνση των τοιχωμάτων έχει ως συνέπεια να επιβραδύνεται ή ακόμα και να παρεμποδίζεται η ροή αίματος προς την καρδιά, με συνέπεια να χρειάζεται ο ασθενής νέο μπάι πας. Αυτό συμβαίνει όταν χρησιμοποιούνται φλεβικά μοσχεύματα (υπάρχουν διάφορες τεχνικές για το μπαϊπάς και μπορεί να χρησιμοποιηθεί φλέβα που λαμβάνεται από το πόδι). Να σημειωθεί ότι τα αρτηριακά μοσχεύματα έχουν καλύτερες επιδόσεις από τα φλεβικά, γιατί είναι επαρκώς ισχυρά ώστε να αντέξουν τη φυσιολογική πίεση του αίματος.

bypass 44

Στο διάγραμμα απεικονίζονται δύο αρτηρίες που έχουν υποστεί απόφραξη ή βλάβη (δεξιά), οι οποίες χρειάζονται δύο ξεχωριστά φλεβικά μοσχεύματα.

Όταν στο μπαϊπάς καρδιάς χρησιμοποιούνται φλέβες, έχουν συνήθως μήκος 10-13 εκατοστά και λαμβάνονται από τα κάτω άκρα του ασθενή. Το ένα άκρο της φλέβας συνδέεται στην αορτή και το άλλο στη στεφανιαία αρτηρία. Η φλέβα που συχνά χρησιμοποιείται είναι η σαφηνής φλέβα που εκτείνεται κατά μήκος του ποδιού. Η επιλογή αυτής της φλέβας οφείλεται στο μέγεθός της και στην ευκολία με την οποία μπορεί να αφαιρεθεί ένα μικρό τμήμα της για να μεταμοσχευτεί στην στεφανιαία αρτηρία της καρδιάς για να γίνει το μπάι πας (η σαφηνής φλέβα δεν είναι απαραίτητη για τη ροή του αίματος στο πόδι και σχετίζεται συνήθως με τους κιρσούς, άρα μπορεί να αφαιρεθεί).

Μετά τη μεταμόσχευση στην στεφανιαία αρτηρία, η εμφυτευμένη φλέβα από μόνη της αναδιαμορφώνεται για να γίνει πιο «αρτηριακή» (οι φλέβες έχουν λεπτότερα τοιχώματα από τις αρτηρίες και έτσι αντέχουν μικρότερες πιέσεις του αίματος). Ωστόσο αυτή η αναδιαμόρφωση δεν είναι τέλεια με συνέπεια το τοίχωμα της φλέβας να γίνει πολύ παχύ και έτσι να εμποδίζεται και πάλι η ροή του αίματος προς την καρδιά.

Περίπου το 40% των φλεβικών μοσχευμάτων αντιμετωπίζει μια τέτοια αποτυχία εντός 18 μηνών από την εγχείρηση, σύμφωνα με τους ερευνητές.

ΜΠΑΙ ΠΑΣ ΚΑΙ ΕΝΔΟΘΗΛΙΟ

Οι ερευνητές πραγματοποίησαν τη μελέτη τους σε ποντίκια τα οποία είχαν υποβληθεί σε μπάι πας. Εξετάζοντας τις μεταμοσχευμένες φλέβες των ποντικών, διαπίστωσαν ότι υπεύθυνη για την υπερβολική πάχυνση του τοιχώματός τους είναι μία διαδικασία γνωστή ως ενδοθηλιομεσεγχυματική μετάβαση (EndoMT).

bypass 4

Τα ενδοθηλιακά κύτταρα σχηματίζουν την εσωτερική επένδυση των αιμοφόρων αγγείων, αλλά επίσης συμβάλουν στην στένωση των αιμοφόρων αγγείων, όπως φαίνεται σε αυτό το μοντέλο μοσχεύματος φλέβας ποντικού. Τα ενδοθηλιακά κύτταρα (πράσινο) χάνουν την τυπική μορφολογία τους και γίνονται σαν λεία μυϊκά κύτταρα (κόκκινο). Αυτή η αλλαγή προκαλεί στη εμφυτευμένη φλέβα στένωση.

Σ’ αυτή τη διαδικασία πολλά από τα ενδοθηλιακά κύτταρα που επιστρώνουν την εσωτερική επιφάνεια των φλεβών πολλαπλασιάζονται και μετατρέπονται σε πιο ινώδη κύτταρα, που μοιάζουν με τα μυϊκά. Αυτά τα μεσεγχυματικά κύτταρα, όπως λέγονται, αρχίζουν να συσσωρεύονται στο εσωτερικό τοίχωμα της φλέβας, προκαλώντας της στένωση. Την όλη διαδικασία προκαλεί η πρωτεΐνη TGF-Beta, η οποία ελέγχει τον πολλαπλασιασμό και την ωρίμανση πολυάριθμων ειδών κυττάρων. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η TGF-Beta υπερεκφράζεται λίγες ώρες μετά το μπάι πας, γεγονός που υποδηλώνει ότι η αναδιαμόρφωση της φλέβας αρχίζει σχεδόν αμέσως μετά την εγχείρηση.

Ο Μπόεμ και οι συνεργάτες του εξέτασαν επίσης ανθρώπινες φλέβες, οι οποίες είχαν ληφθεί από μπάι πας τα οποία απέτυχαν, διαπιστώνοντας πως υπήρχαν και σε αυτές ενδείξεις ενδοθηλιομεσεγχυματικής μετάβασης. Στα φλεβικά μοσχεύματα που είχαν αποτύχει πριν περάσει ένα έτος από την εγχείρηση του μπάι πας, πολλά από τα κύτταρα του φλεβικού τοιχώματος επεδείκνυαν τόσο ενδοθηλιακά όσο και μεσεγχυματικά κυτταρικά χαρακτηριστικά.

«Τα ευρήματα αυτά δείχνουν για πρώτη φορά ότι τα ενδοθηλιακά κύτταρα των φλεβών συμβάλλουν απ’ ευθείας στην αγγειακή στένωση έπειτα από μία εγχείρηση στεφανιαίας παράκαμψης», δήλωσε ο Μπόεμ. Και πρόσθεσε: «Τώρα που καταλαβαίνουμε καλύτερα τον μηχανισμό που ευθύνεται γι’ αυτή τη στένωση, μπορούμε να αναζητήσουμε θεραπευτικές στρατηγικές για να την καταπολεμήσουμε».

Ο Μπόεμ έδωσε ως πιθανή θεραπευτική επιλογή τη χορήγηση του φαρμάκου λοσαρτάνη, το οποίο χορηγείται για τη θεραπεία της υπέρτασης και καταστέλλει την TGF-Beta.

Δείτε επίσης