Αμερικανοί ερευνητές δοκίμασαν με επιτυχία σε ποντίκια και γουρούνια ένα πρωτοποριακό εμφυτεύσιμο επίθεμα (τσιρότο) που βοηθά σημαντικά στην αποκατάσταση των ζημιών της καρδιάς ύστερα από ένα έμφραγμα. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature.
Οι μέχρι τώρα δοκιμές στα πειραματόζωα δείχνουν ότι το επίθεμα, το οποίο είναι εμπλουτισμένο με μια πρωτεΐνη που ονομάζεται Fstl1 (follistatin-like 1) ενθαρρύνει την ανάπτυξη νέων υγιών κυττάρων στην καρδιά και μειώνει τις ουλές που εμφανίζονται στο μυοκάρδιο ύστερα από το έμφραγμα.
H καρδιά έχει ελάχιστη ικανότητα από μόνη της να επιδιορθωθεί ύστερα από ένα έμφραγμα, αν κι αυτό εξαρτάται από το μέγεθος της ζημιάς. Η πρωτεΐνη Fstl1 “εκφράζεται” φυσιολογικά στην επικαρδιακή περιοχή αλλά μετά από ένα έμφραγμα μειώνεται η παραγωγή της λόγω του εμφράγματος. Αυτό κάνει περαιτέρω ζημιά, αλά η χορήγηση της πρωτεΐνης αποκαθιστά, ως ένα σημείο, τα πράγματα.
Ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια παιδιατρικής καρδιολογίας Πιλάρ Ρουίζ-Λοθάνο του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια εξέφρασαν την αισιοδοξία τους ότι κάποια στιγμή στο μέλλον το επίθεμα θα φέρει επανάσταση στην καρδιολογία.
Η πρωτεΐνη Fstl1
Το ελαστικό επίθεμα από κολλαγόνο εμποτίζεται με την πρωτεΐνη Fstl1 και στη συνέχεια επικολλάται στην καρδιά η οποία προηγουμένως έχει υποστεί έμφραγμα. Η πρωτεΐνη απελευθερώνεται σταδιακά από το επίθεμα και βοηθά την καρδιά να αποκατασταθεί.
Δύο εβδομάδες μετά την εμφύτευση του επιθέματος, όπως έδειξαν τα πειράματα, η καρδιά είναι σε θέση να αναγεννήσει τα κύτταρα του μυοκαρδίου καθώς και νέα αιμοφόρα αγγεία, ενώ αντλεί καλύτερα αίμα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, πριν τοποθετηθεί το επίθεμα στην καρδιά των ζώων, αυτά ήταν τόσο άρρωστα που έπρεπε να τους γίνει μεταμόσχευση καρδιάς.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι ανάλογα αποτελέσματα μπορεί να συμβούν και στους ανθρώπους που έχουν μεν επιζήσει από έμφραγμα αλλά έχουν υποστεί σοβαρή ζημιά στην καρδιά τους. Πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν μερικά χρόνια μετά το έμφραγμα, λόγω καρδιοπάθειας που έχουν αναπτύξει.
Πριν πάντως γίνουν οι πρώτες δοκιμές σε ανθρώπους, κάτι που αναμένεται να συμβεί το 2017, θα προηγηθούν μελέτες σε μεγαλύτερα ζώα.