Είναι γεγονός πως όταν τρώμε στο τέλος του φαγητού αρκετούς υδατάνθρακες μπορούμε να πάρουμε κιλά.
Ο λόγος είναι ότι οι υδατάνθρακες (γλυκά, φρούτα, κέικ κλπ) είναι νόστιμοι λόγω της γλυκόζης και της φρουκτόζης που περιέχουν κι έτσι μπορούμε να τους τρώμε ακόμα και με γεμάτο στομάχι. Όπως έχει δείξει μια έρευνα στο παρελθόν, πάντα υπάρχει χώρος για τα γλυκά στο στομάχι μας, έστω κι αν το τελευταίο είναι σχεδόν γεμάτο.
Δεν συμβαίνει το ίδιο με τις πρωτεΐνες. Όταν έχουμε ήδη φάει κρέας και γεμίσαμε το στομάχι μας δεν έχουμε επιθυμία να φάμε ξανά κρέας, μόνο κάτι γλυκό. Ακριβώς εδώ βρίσκεται το μυστικό μιας δίαιτας που προτείνει τη δραστική περικοπή των υδατανθράκων. Αυτοί που προτείνουν τη δίαιτα Άτκινς ή τη δίαιτα Ντούκαν λένε ότι μπορεί κάποιος να τρώει απεριόριστα και να αδυνατίζει αρκεί να βάλει ένα χαμηλό όριο στους υδατάνθρακες.
Αυτές οι δίαιτες αδυνατίζουν χωρίς να περιορίζουν τη συνολική ποσότητα του φαγητού και άρα δεν προκαλούν το αίσθημα στης πείνας. Στην πραγματικότητα περιορίζουν τις συνολικές θερμίδες με ένα απλό τρικ. Η δίαιτα επιτρέπει σε κάποιον να φάει όσο κρέας ή λίπος θέλει αλλά έτσι είναι αδύνατον να πάρει πολλές θερμίδες. Αν λοιπόν φάτε πρώτα τους υδατάνθρακες, τελικά θα περιορίσετε τις συνολικές θερμίδες χωρίς να πεινάσετε. Οι υδατάνθρακες που τρώγονται στο τέλος του φαγητού και προσθέτουν τα κιλά δεν προσφέρουν κάτι στο αίσθημα της χόρτασης.
Γλυκόζη και γλυκοκινάση
Τώρα, Βρετανοί επιστήμονες του Imperial College του Λονδίνου γράφουν στο περιοδικό «Journal of Clinical Investigation» ότι βρήκαν ένα μηχανισμό του εγκεφάλου που δρα έτσι ώστε αν κάποιος αρχίσει να τρώει στο γεύμα του πρώτα τους υδατάνθρακες θα καταλήξει τελικά να καταναλώσει λιγότερες θερμίδες.
Ο μηχανισμός αυτός έχει να κάνει με το γεγονός ότι η γλυκόζη -ο βασικός υδατάνθρακας της διατροφής- είναι το καύσιμο του εγκεφάλου. Όταν φάμε πρώτα το γλυκό, ο εγκέφαλος αισθάνεται ότι δεν υπάρχει έλλειψη του αγαπημένου του καυσίμου και μειώνει την όρεξη. «Ο εγκέφαλός μας βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην γλυκόζη για ενέργεια. Επομένως, είναι βαθιά ριζωμένη η προτίμησή μας για τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες», λέει ο επικεφαλής ερευνητής της μελέτης Τζέιμς Γκάρντινερ, λέκτορας Μοριακής Φυσιολογίας.
Οι ερευνητές μελέτησαν ένα ένζυμο που βρίσκεται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου το οποίο λέγεται γλυκοκινάση. Η γλυκοκινάση ρυθμίζει διάφορες λειτουργίες αλλά κυρίως ρυθμίζει την όρεξή μας. Ανιχνεύει τα επίπεδα της γλυκόζης στο συκώτι και στο πάγκρεας. Όταν βρει μικρές ποσότητες, μας προκαλεί τη λαχτάρα για μια σακχαρούχα τροφή.
Η έρευνα έγινε σε αρουραίους αλλά πιθανότατα ο ίδιος μηχανισμός ισχύει και στον άνθρωπο. Όταν τα ζώα αφέθηκαν νηστικά για 24 ώρες, η δραστηριότητα της γλυκοκινάσης αυξήθηκε κατακόρυφα στον εγκέφαλό τους. Στη συνέχεια, οι ερευνητές άφησαν στα ζώα να επιλέξουν δύο διαφορετικές τροφές: ένα διάλυμα γλυκόζης και τη συνήθη τροφή τους. Όταν οι αρουραίοι κατανάλωσαν πρώτα το διάλυμα γλυκόζης, η δραστηριότητα της γλυκοκινάσης μειώθηκε και τελικά τα ζώα κατανάλωσαν λιγότερο φαγητό.
Ο Γκάρντινερ σημειώνει ότι είναι η πρώτη φορά που μια μελέτη έχει ανακαλύψει έναν μηχανισμό στον εγκέφαλο που ανταποκρίνεται σε μια συγκεκριμένη θρεπτική ουσία, τη γλυκόζη, και όχι στη πρόσληψη ενέργειας εν γένει. Η μελέτη αναδεικνύει τη δυνατότητα μείωσης της επιθυμίας για ζάχαρη αλλά και των συνολικών θερμίδων.
«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι είναι εφικτό να μειώσουμε τη λαχτάρα για υδατάνθρακες κάνοντας κάποιες τροποποιήσεις στη διατροφή μας», λέει Γκάρντινερ. «Η κατανάλωση τροφών πλουσίων σε υδατάνθρακες στην αρχή του γεύματος φαίνεται πως είναι ένας τρόπος για να τροφοδοτήσουμε γρήγορα τον εγκέφαλο με γλυκόζη και έτσι τελικά να καταλήξουμε σε πρόσληψη λιγότερων θερμίδων στο υπόλοιπο του γεύματος».
Να σημειωθεί ότι δεν παράγουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια ποσότητα γλυκοκινάσης στον εγκέφαλό τους. Αυτό ενδεχομένως εξηγεί γιατί κάποιοι έχουν μεγάλη λαχτάρα για γλυκά και άλλοι όχι.