Η πρώτη συνάντηση με τον Μανώλη Παργιεντάκη αποκαλύπτει έναν άνθρωπο σεμνό, ιδιαίτερα χαμηλών τόνων, που δεν μιλάει για τον εαυτό του, σχεδόν ντρέπεται να πει για όσα κατάφερε να επιτύχει τα τελευταία χρόνια, με πολλή προσπάθεια. Για τον Μανώλη Παργιεντάκη “μιλάει” η μουσική του και όταν μιλάει ο ίδιος γι’ αυτήν νιώθεις να τον κυριεύει ένα πάθος που καταλαγιάζει μόνο όταν παίρνει ένα από τα δεκάδες παραδοσιακά μουσικά όργανα της συλλογής του και μεταφέρει τους ακροατές του σε κόσμους γεμάτους από τη μυσταγωγία της παραδοσιακής μουσικής.
Η δεύτερη συνάντηση με τον οργανοποιό, δάσκαλο μουσικής, οργανοπαίχτη και συλλέκτη, στο σπίτι του στην πόλη της Δράμας, αποκαλύπτει στα μάτια του επισκέπτη ένα μικρό μουσείο παραδοσιακών μουσικών οργάνων από την Ελλάδα και χώρες της Ανατολής.
Στα δωμάτια και τους τοίχους της καλαίσθητης μονοκατοικίας του Μανώλη Παργιεντάκη και της συζύγου του Φωτεινής Σπαθαρή, σε μια γραφική γειτονιά της Δράμας, με χαμηλά σπίτια και αυλές, είναι συγκεντρωμένη η ιστορία και η μουσική παράδοση αιώνων. Μια μουσική παράδοση, ένα διαφορετικό μουσικό ταξίδι, που ξεκινάει από την αρχαία Ελλάδα, φτάνει μέχρι τις μέρες μας και εκτείνεται γεωγραφικά στην Κωνσταντινούπολη, τη Μικρά Ασία, ανεβαίνει μέχρι πάνω τη Μαύρη Θάλασσα και ολοκληρώνεται στην Περσία και την Ινδία.
Οι νέοι άνθρωποι σε επαφή με την παραδοσιακή μουσική
Ο Μανώλης Παργιεντάκης δεν είναι ένας απλός οργανοπαίχτης ή ένας συνηθισμένος οργανοποιός, ούτε ένας παθιασμένος δάσκαλος μουσικής. Είναι ένας βαθύς γνώστης της μουσικής παράδοσης χωρών μακρινών από την Ελλάδα, αλλά με συγγενικούς δεσμούς όσον αφορά τους ήχους και τα μουσικά όργανα. Η μουσική είναι τρόπος και ποιότητα ζωής για τον ίδιο, που εδώ και πολλά χρόνια επιδιώκει να τη μεταδώσει στους νέους ανθρώπους. Επιθυμία και στόχος του είναι αυτή η μουσική παράδοση να γίνει κτήμα όσο το δυνατόν περισσότερων νέων ανθρώπων.
Δηλώνει πάντα έτοιμος να διαθέσει χρόνο για να μεταδώσει γνώσεις σε οργανωμένους φορείς και μεμονωμένα φυσικά πρόσωπα που θα θελήσουν ν’ αξιοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το καρποφόρο αποτέλεσμα της δουλειάς του.
Το μεράκι και η βαθιά αγάπή του για τη μουσική έκαναν τον Μανώλη Παργιεντάκη, από την παιδική του ακόμη ηλικία, ν’ αρχίσει να συλλέγει μουσικά όργανα, αναζητώντας ήχους και ακούσματα από την ελληνική μουσική παράδοση αλλά και από τις μουσικές παραδόσεις άλλων λαών, με κοινά ιστορικά, πολιτισμικά και κοινωνικά στοιχεία. Σήμερα, κατέχει μια αξιόλογη συλλογή, με περισσότερα από 250 παραδοσιακά μουσικά όργανα και από τις τρεις μεγάλες οικογένειες, δηλαδή πνευστά, κρουστά και έγχορδα από την Ελλάδα, τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή, την Κεντρική Ασία και την Ινδία.
Εκτός από το μουσικά όργανα που διδάσκει πάνω από μια δεκαετία στα Μουσικά Σχολεία της Καβάλας και της Δράμας, δηλαδή τον ταμπουρά, το ούτι και το λαούτο, ο ίδιος γνωρίζει να παίζει συνολικά ακόμα έξι παραδοσιακά μουσικά όργανα και συγκεκριμένα: μπουζούκι, τζουρά, μπαγλαμά, μαντολίνο, πολίτικο λαούτο, μπουλγκαρί. Επίσης, γνωρίζει και παίζει παραδοσιακά μουσικά όργανα λιγότερα γνωστά στην Ελλάδα όπως: το ταμπούρ, το αφγανικό ραμπάπ, το μεϊντάν σαζ, το μπαγλαμά σαζ, το κοπούζ, το γυαλί ταμπούρ, το σιτάρ, το σαρότ, το λιβανέζικο μποζούκ, το χερατί ντοτάρ και το πέρσικο ταρ.
“Με ενδιαφέρει οτιδήποτε γνήσιο και αυθεντικό”
Ξεκίνησε τις μουσικές σπουδές του από το Δημοτικό Ωδείο Δράμας, μαθαίνοντας αρχικά ένα κλασσικό όργανο, το κλαρινέτο. “Στη συνέχεια όμως”, όπως αφηγείται ο ίδιος μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ , “χωρίς να θυμάμαι με ποια αφορμή και τι με παρακίνησε, θέλησα να μάθω μπουζούκι. Οι γονείς μου έφεραν αντιρρήσεις λέγοντας: ‘γιατί να μάθεις μπουζούκι, δεν είναι καλύτερα να μάθεις κιθάρα, ακορντεόν ή κάποιο άλλο όργανο;’. Εγώ, όμως, επέμενα και μου αγόρασαν ένα μπουζούκι. Το πρώτο διάστημα ασχολήθηκα με το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι. Εξάλλου, μ’ αυτό το είδος της μουσικής και τα τραγούδια μεγαλώσαμε οι περισσότεροι”.
“Στην πραγματικότητα”, τονίζει ο Μανώλης Παργιεντάκης, “με ενδιαφέρει οτιδήποτε γνήσιο και αυθεντικό. Λίγα χρόνια αργότερα άρχισα ν’ ασχολούμαι με την παραδοσιακή μουσική και ιδιαίτερα με τις μουσικές από τη Μικρά Ασία. Το μεράκι και το ενδιαφέρον μου για τη διατήρηση και τη συντήρηση των μουσικών οργάνων της προσωπικής συλλογής μου, με οδήγησε κοντά στους δυο παλαιότερους κατασκευαστές μουσικών οργάνων της Δράμας, τον Αλέξανδρο Πατσίκογλου και τον Παναγιώτη Εφτάτογλου, ώστε να μάθω από τους ίδιους αυτή την ξεχωριστή τέχνη”.
Ο Μανώλης Παριεντάκης σπούδασε ακόμα βυζαντινή και ευρωπαϊκή μουσική. Δεν ήταν, όμως, μόνο οι σπουδές του, που του έμαθαν όσα γνωρίζει σήμερα για τη μουσική. “Η καθημερινή ενασχόληση με τα μουσικά όργανα, η συστηματική μελέτη σε ελληνική και κυρίως ξένη βιβλιογραφία, αλλά και η προσωπική έρευνα έφεραν το αποτέλεσμα που επιθυμούσα. Δεν σταματά όμως ποτέ το ταξίδι της γνώσης”, επισημαίνει ο ίδιος.
Είναι ιδιαίτερα περήφανος για τη συλλογή του, αν και δεν κρύβει την αγωνία του για το μέλλον της, καθώς ο ίδιος θα επιθυμούσε να εκτεθεί σε ένα κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο, ώστε να γίνει κτήμα όλων των ανθρώπων. “Κάποια κομμάτια της συλλογής”, σημειώνει με έμφαση, “έχουν ιδιαίτερη ιστορική αξία, καθώς δεν υπάρχουν στο εμπόριο παρά μόνο σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές. Κάποια τα έφερα μαζί μου από ταξίδια που έκανα στο εξωτερικό. Κάποια άλλα μου τα έστειλαν φίλοι από τις περιοχές όπου παίζονταν αυτά τα όργανα και κάποια λίγα τα κατασκεύασα ο ίδιος, όπως για παράδειγμα τα αρχαία ελληνικά μουσικά όργανα, βασισμένος σε επιστημονικές και ιστορικές μελέτες”.
“Η μουσική δεν είναι για μένα επάγγελμα, ούτε χόμπι, είναι τρόπος ζωής, είναι προέκταση του εαυτού μου. Μόνο, όσοι τρέφουν τα ίδια αισθήματα για τη μουσική μπορούν να κατανοήσουν την προσπάθεια που ξεκίνησα να συγκεντρώσω παραδοσιακά μουσικά όργανα, ώστε στο βαθμό που είναι δυνατόν να διατηρήσω και να διαφυλάξω ένα μέρος της μουσικής μας παράδοσης”, προσθέτει.
Αγαπάει όλα μουσικά όργανα της συλλογής του, ωστόσο κατά περιόδους ασχολείται περισσότερο με κάποια. Άλλωστε, όπως πιστεύει ο ίδιος, το καθένα έχει το δικό του ηχόχρωμα και τις δικές του ιδιαιτερότητες κι “όσο τα μελετάς τόσο περισσότερα σου δίνουν”, όπως χαρακτηριστικά λέει.
Όλα αυτά τα χρόνια ασχολήθηκε με την παραδοσιακή μουσική μεγάλων λαών, όπως της Ινδίας, της Τουρκίας, της Περσίας, του Αφγανιστάν και γενικότερα με τα μακάμια (άσματα) της Ανατολής, των οποίων οι μουσικές παραδόσεις είναι συγγενικές με τις δικές μας. Δηλώνει, πάντως, κατηγορηματικά ότι ασχολείται με την ουσιαστική μουσική παράδοση των λαών κι όχι με τον τρόπο της παράδοσης που “αγγίζει” το φολκλόρ.
Η μελέτη της παραδοσιακής μουσικής δεν είναι φολκλόρ
Ο Μανώλης Παργιεντάκης, ύστερα από χρόνια έρευνας και μελέτης, υποστηρίζει σήμερα πως υπάρχει συγγένεια μεταξύ των μουσικών παραδόσεων πολλών λαών της ανατολικής Μεσογείου και της Ασίας με την ελληνική.
“Η παραδοσιακή μουσική αυτών των χωρών παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και είναι φανερό ότι ‘κουβαλάει’ μεγάλη ιστορία. Όμως, όπως η μουσική της Ανατολής, έτσι και η ελληνική παραδοσιακή μουσική είναι παραμελημένες, αν και τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες για τη σωστή προβολή τους. Για μένα τα μουσικά όργανα είναι κάτι σαν ζωντανοί οργανισμοί. Έχουν φωνή και ιστορία κι αν κάτσεις να τα αφουγκραστείς σε βάζουν από μόνα τους σ’ ένα μαγικό κόσμο. Πρέπει να τ’ αγαπήσεις, ν’ ασχοληθείς μαζί τους ουσιαστικά κι αυτά θα σου αποκαλύψουν δυνατές στιγμές του παρελθόντος, της ιστορίας που δε θα θελήσεις ποτέ ν’ απαρνηθείς”, υπογραμμίζει.
Η μουσική, με την οποία ασχολείται ο ίδιος δεν έχει να κάνει με εμπορικότητα, καθώς, όπως λέει, ποτέ δεν τον ενδιέφερε κάτι τέτοιο. “Την αντιλαμβάνομαι ως πολιτισμό και στόχος μου είναι να τη μεταφέρω στους νέους. Θέλω οι νέοι ν’ αγαπήσουν την παραδοσιακή μουσική για τη συγκίνηση που προσφέρει, για το ήθος που καλλιεργεί, για τη δημιουργικότητα και την εκφραστικότητά της. Δε θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η μουσική είναι το μέσο, με το οποίο οι λαοί από αρχαιοτάτων χρόνων εκφράζουν τους καημούς, τις αγωνίες και τις χαρές τους”, σημειώνει.
Απ’ όλους τους ρόλους του ως οργανοποιού, δασκάλου, οργανοπαίχτη και συλλέκτη, ο Μανώλης Παργιεντάκης θεωρεί ουσιαστικότερο αυτόν του δασκάλου. Ο ίδιος είχε τη χαρά και την τύχη να γνωρίσει σημαντικούς δασκάλους, που με τις εμπειρίες τους άλλαξαν τη ζωή του.
Θυμάται πάντα τον δάσκαλό του από τη Ξάνθη, που τον έβαλε στον κόσμο της μουσικής: “Κάποια στιγμή στη ζωή μου και αφού ξεκίνησε το ενδιαφέρον μου για την παραδοσιακή μουσική, βρέθηκε στο δρόμο μου, εντελώς τυχαία, ένας μεγάλος δάσκαλος από την Ξάνθη, ένας γκουρού της μουσικής θα μπορούσα να τον χαρακτηρίσω. Ήταν ένας άνθρωπος σεμνός, απομονωμένος από την κοινωνία και ιδιαίτερα χαμηλών τόνων. Αυτός μου έμαθε να βλέπω τα πράγματα πίσω από τη βιτρίνα που τα τοποθετούν οι περισσότεροι άνθρωποι. Μου έμαθε ν’ αγγίζω τη μουσική με ευλάβεια. Σε όλους τους μαθητές του μάθαινε πρώτα να ‘στέλνουν’ το μυαλό τους στην ψυχή τους, να γνωρίζουν τον εαυτό τους, τις δυνατότητές τους, τα θέλω και να μπορώ τους και μετά τους ‘πετούσε’ στα βαθιά της μουσικής και της ζωής. Με παραβολές και παραδείγματα και πάντα μέσα σε μια ατμόσφαιρα μυσταγωγίας, άφηνε να ανακαλύψουμε μόνοι μας τι μπορούμε να κάνουμε και μέχρι που μπορούμε να φθάσουμε. Ήταν ένας εμπνευσμένος άνθρωπος και καλλιτέχνης και είχε ένα σπάνιο τρόπο επικοινωνίας με τους μαθητές του. Του χρωστάω όλα όσα ανακάλυψα μέχρι σήμερα στον κόσμο της μουσικής”.
Ο Μανώλης Παργιεντάκης πιστεύει ότι τα μουσικά όργανα είναι από τα βασικά εργαλεία απόδοσης της μουσικής των λαών. Στην προσπάθειά του, μάλιστα, να φέρει όσο γίνεται περισσότερο κόσμο σε επαφή μ’ αυτά και κατά συνέπεια με τον πολιτισμό που το καθένα αντιπροσωπεύει, πραγματοποίησε πολλές εκθέσεις και συναυλίες.