Ενδιαφέροντα είναι τα αποτελέσματα έρευνας για την ερωτική ζωή των γυναικών, την οποία πραγματοποίησαν ειδικοί του Πανεπιστημιακού Κέντρου Ιατρικής Χάκενσακ στο Νιου Τζέρσι στις ΗΠΑ.
Μελέτησαν τη σεξουαλική δραστηριότητα περισσότερων από 500 γυναικών όλων των ηλικιών και κατέληξαν ότι οι γυναίκες μέσης αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας παρουσιάζουν πολύ υψηλά ποσοστά σεξουαλικής δραστηριότητας.
Μάλιστα η ηλιακή ομάδα 31-45 ετών εμφανίζεται να έχει έστω και οριακά καλύτερες επιδόσεις, αλλά και μεγαλύτερη ευχαρίστηση από τις γυναίκες 18-31 ετών. Το ποσοστό δραστηριότητας και απόλαυσης στην ομάδα 31-45 ετών ήταν 87%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ομάδα 18-30 ετών ήταν 85%.
Πολύ υψηλό εμφανίζεται όμως το ποσοστό και στις γυναίκες της ομάδας 46-54 ετών, το οποίο αγγίζει το 75%.
Οσον αφορά τα προβλήματα και τις δυσλειτουργίες, και πάλι η ηλιακή ομάδα 31-45 εμφανίζει τα καλύτερα αποτελέσματα, αφού έχει μικρότερα ποσοστά σε σχέση με τις υπόλοιπες ομάδες, ενώ τα χειρότερα η ηλικιακή ομάδα 18-30.
Το ποσοστό δυσλειτουργίας για την ομάδα 31-45 ετών είναι 43%, για την ομάδα 46-54 ετών το ποσοστό είναι 48%, ενώ το ποσοστό για την ομάδα 18-30 ετών 54%.
Στη διαβάθμιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην ερωτική τους ζωή, ανεξαρτήτως ηλικίας, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κυρίαρχη είναι η έλλειψη επιθυμίας (47%), ακολουθούν προβλήματα κορύφωσης (45%), έλλειψη ικανοποίησης (39%) και αίσθηση πόνου (37%). Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι τα προβλήματα των γυναικών επηρεάζουν αρνητικά γενικότερα την ψυχολογική τους αλλά και τη φυσική τους κατάσταση.
«Είναι πολύ σημαντικό να εντοπίζονται εγκαίρως τέτοιου είδους προβλήματα στη σεξουαλική ζωή της γυναίκας και όπου είναι δυνατόν, με χρήση ορμονικών ή άλλων φαρμακευτικών θεραπειών, να γίνεται προσπάθεια αντιμετώπισής τους» δήλωσε η Ντέμπρα Φρόμερ, επικεφαλής της έρευνας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα προβλήματα στην ερωτική ζωή μιας γυναίκας συνδέονται με μια σειρά παραγόντων που ξεκινούν από πιθανό ιστορικό κακοποίησης και προχωρούν σε παράγοντες που σχετίζονται με την ψυχική υγεία (κατάθλιψη κτλ.) και την κοινωνική/οικονομική θέση και κατάσταση.