Κίνδυνος για καρκίνο από την ορμονοθεραπεία μετά την εμμηνόπαυση

karkinos mastou ormonouerapeiaΜελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of the National Cancer Institute συμπεραίνει ότι οι γυναίκες που υποβάλλονται σε ορμονοθεραπεία (θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης) για να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του μαστού (όλων των μορφών).

Μέχρι τώρα ήταν γνωστό ότι αύξανε τον κίνδυνο ορισμένων μορφών καρκίνου αλλά η νέα  μελέτη δείχνει ότι η ορμονοθεραπεία εκδηλώνει τις παρενέργειες σε όλες τις μορφές. Να σημειωθεί ότι η σχέση μεταξύ της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης και του κινδύνου καρκίνου του μαστού παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το 2002, όταν μια μεγάλη έρευνα για τις επιπτώσεις της θεραπείας με οιστρογόνα και προγεστερόνη διεκόπη επειδή οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αύξανε τον κίνδυνο διηθητικού καρκίνου του μαστού.

Πρόσφατα πάντως, αρκετές επιστημονικές ομάδες έχουν υποστηρίξει ότι για τις γυναίκες κάτω των 60 ετών, ή εκείνες που έχουν μπει στην εμμηνόπαυση εντός των τελευταίων 10 ετών, τα οφέλη της ορμονοθεραπείας είναι περισσότερα από τους κινδύνους.

Η ορμονοθεραπεία αυξάνει καρκίνο όλων των μορφών

Στη μελέτη του Ινστιτούτου Βιοϊατρικές Έρευνας του Λος Άντζελες, οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση που υποβάλλονταν σε θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης η οποία περιλάμβανε οιστρογόνα και προγεστερόνη, είχαν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο να εκδηλώσουν καρκίνο του μαστού, κατά τη διάρκεια των 11 ετών της μελέτης, συγκριτικά με γυναίκες που δεν έκαναν ορμονοθεραπεία.

Η ορμονοθεραπεία αύξανε τον κίνδυνο καρκίνων του μαστού με μικρό κίνδυνο επανεμφάνισης, όπως οι καρκίνοι που έχουν θετικούς υποδοχείς οιστρογόνων, καθώς και τον κίνδυνο πιο επιθετικών καρκίνων, όπως ο τριπλά αρνητικός καρκίνος του μαστού (χαρακτηρίζεται από την απουσία οιστρογονικών υποδοχέων, υποδοχέων προγεστερόνης και έκφρασης του HER2/neu).

Η έρευνα εστίασε σε πληροφορίες για 41.000 γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, 50-79 ετών, όπου οι μισές έκαναν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης σε κάποια φάση της έρευνας και οι άλλες μισές όχι.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, περίπου 2.200 γυναίκες διαγνώστηκαν με διηθητικό καρκίνο του μαστού. Μεταξύ αυτών που έκαναν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, το 0,6% εκδήλωνε καρκίνο κάθε χρόνο, συγκριτικά με το 0,42% εκείνων που δεν έκανε ορμονοθεραπεία.

Η επιβίωση των γυναικών μετά τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού ήταν όμοια μεταξύ των δύο ομάδων. Όμως, επειδή περισσότερες γυναίκες που έκαναν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης εκδήλωσαν καρκίνο του μαστού, τα ευρήματα δείχνουν ότι η χρήση της θεραπείας μπορεί να αυξήσει τους θανάτους από καρκίνο του μαστού στον πληθυσμό συνολικά.

Η μελέτη έρχεται να ενισχύσει τα αποτελέσματα άλλης έρευνας που δημοσιεύθηκε πέρσι και έδειξε ότι η ορμονοθεραπεία αυξάνει τον κίνδυνο όλων των μορφών καρκίνου του μαστού.

«Πριν απ’ αυτήν οι επιστήμονες πίστευαν ότι η ορμονοθεραπεία αύξανε μόνο τον κίνδυνο λιγότερο σοβαρών μορφών καρκίνου», εξηγεί ο Δρ Ρόουαν Σλεμπόφσκι, που συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα του Ινστιτούτου Βιοϊατρικές Έρευνας του Λος Άντζελες.

Τα νεότερα στοιχεία δημιουργούν μια πιο σαφή εικόνα για τη σχέση μεταξύ ορμονοθεραπείας και καρκίνου του μαστού, ενώ υπονοεί ότι οι γιατροί θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικοί στην συνταγογράφησή της.

«Η απόφαση για την έναρξη της θεραπείας ορμονικής υποκατάτασης θα πρέπει να γίνεται κατά περίπτωση», εξηγεί ο Δρ Σλεμπόφσκι. Οι γυναίκες θα πρέπει να συζητούν με τον θεράποντα ιατρό τους για τους κινδύνους και τα οφέλη της θεραπείας, καθώς μπορεί τα τελευταία να είναι μεγάλα ειδικά για τις γυναίκες με σοβαρά εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα.

Ελάχιστη δοσολογία

Τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ σε ανακοίνωσή τους επισημαίνουν ότι αν οι γυναίκες αποφασίσουν να υποβληθούν σε ορμονοθεραπεια θα πρέπει να λαμβάνουν την ελάχιστη δόση για το συντομότερο χρονικό διάστημα και να υποβάλλονται σε ιατρικό έλεγχο ανά έξι μήνες για την αναγκαιότητα της θεραπείας.

«Η νέα μελέτη δεν παρέχει καταληκτικά στοιχεία ότι η ορμονοθεραπεία αυξάνει τον κίνδυνο τόσο χαμηλού κινδύνου όσο και επιθετικών καρκίνων. Η απάντηση θα δοθεί μέσα από μελλοντικές μελέτες που θα συνεκτιμήσουν το εύρος του χρόνου που μια γυναίκα κάνει την θεραπεία», σχολιάζουν οι Κάθριν Σάιρερ και Λουίζ Μπράιντον, από το Εθνικό Αντικαρκινικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ.

Δείτε επίσης