Μελέτες έχουν δείξει ότι έρπης και συγκεκριμένα ο τύπος HSV-1 (ο ιός που συνήθως προκαλεί τον επιχείλιο έρπητα) διπλασιάζει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ.
Η θεωρητική υπόθεση είναι ότι στις μεγαλύτερες ηλικίες το ανοσοποιητικό είναι εξασθενημένο και ο έρπης βρίσκει ευκαιρία να εισέλθει στον εγκέφαλο, όπου παραμένει σε λανθάνουσα μορφή. Μπορεί στη συνέχεια να ενεργοποιηθεί λόγω περιφερικής μόλυνσης, στρες ή ανοσοκαταστολής.
Με την επανειλημμένη ενεργοποίηση του ιού προκαλούνται σωρευτικές βλάβες με σχηματισμό πλακών β-αμυλοειδούς και τοξικών προϊόντων που οδηγούν στην εκδήλωση της νόσου Αλτσχάιμερ.
Με βάση την υπόθεση αυτή, η Ελληνική Εταιρεία Νόσου Alzheimer, σε συνεργασία με Βρετανούς επιστήμονες, θα πραγματοποιήσει έρευνα σε δείγμα 30 ασθενών με ήπια άνοια, εξετάζοντας αν οι ασθενείς είναι θετικοί στα αντισώματα του ιού του έρπητα ώστε να χορηγηθεί αντιϊκό φάρμακο και να μελετηθεί η εξέλιξη της υγείας τους.
Η μελέτη θα γίνει σε συνεργασία με την καθηγήτρια νευροβιολογίας του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, Ρουθ Ιτζχάκι. Στο παρελθόν, η ερευνητική ομάδα της Ιτζχακι ανίχνευσε DNA του ιού HSV-1 στους εγκεφάλους ηλικιωμένων ατόμων και διαπίστωσε ότι ο HSV-1, μαζί με ένα γενετικό παράγοντα, το ε4 αλληλόμορφο του γονιδίου της απολιποπρωτεΐνης (APOE-ε4), προσδίδει υψηλό κίνδυνο για νόσο Αλτσχάιμερ, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 60% των περιπτώσεων.
Πιο συγκεκριμένα, η Ιτζχάκι μελέτησε μεταθανάτια δείγματα εγκεφάλου και διαπίστωσε ότι μέχρι και το 75% των ηλικιωμένων ασθενών με Αλτσχάιμερ, είχε τον ιό HSV-1 ενώ οι άνθρωποι που πέθαναν από άλλες αιτίες δεν είχαν κανένα ίχνος του ιού.
Στις μελέτες της Ιτζχάκι, φάνηκε ότι η μόλυνση από HSV-1, σε κυτταρικές καλλιέργειες νευρικών και άλλων τύπων κυττάρων προκαλεί απόθεση των πρωτεϊνών βήτα αμυλοειδούς και Τ, οι οποίες αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά ενός εγκεφάλου που έχει νόσο Αλτσχάιμερ. Σημαντικό θεωρείται ότι τα περισσότερα κομμάτια DNA από τον HSV-1 σε εγκεφάλους με νόσο Αλτσχάιμερ εντοπίστηκαν μέσα στις πλάκες της βήτα αμυλοειδούς.
Βρέθηκε, επίσης, ότι ο ιός ήταν σε λανθάνουσα κατάσταση, αλλά μπορούσε να ενεργοποιηθεί και άρα να γίνει επιβλαβής.
Τέλος, ανακαλύφθηκε ότι η δραστική ουσία ασικλοβίρη, ένας αντι-ερπητικός παράγοντας, (καθώς και άλλα αντιιικά φάρμακα), αναστέλλουν σημαντικά τον επαγόμενο από τον ιό HSV1-σχηματισμό βήτα αμυλοειδούς και πρωτεϊνης Τ σε κυτταρικές καλλιέργειες.
Αν αποδειχτεί ότι πράγματι υπάρχει αιτιολογική σχέση μεταξύ του HSV-1 και της νόσου Αλτσχάιμερ, αυτό θα συμβάλλει στην εξεύρεση νέων προληπτικών και θεραπευτικών προσεγγίσεων για αυτόν τον τύπο άνοιας.