Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο από το περιοδικό JAMA Cardiology, ο Asher Rosinger, από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων στις ΗΠΑ και οι συνεργάτες του, εξέτασαν κατά πόσο συνεχίστηκαν οι προηγούμενες τάσεις μείωσης της χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων (που είχαν συμβεί μεταξύ των ετών 1999 και 2010).
Η τάση μείωσης συνεχίστηκε και οι ερευνητές υποθέτουν ότι αυτό οφείλεται στη νομοθεσία για τον περιορισμό των τρανς λιπαρών.
Αναλύθηκαν οκτώ έρευνες (National Health and Nutrition Examination Surveys) που έγιναν στις ΗΠΑ μεταξύ των ετών 1999/2000 και 2013/2014 και αφορίσουν ενήλικες άνω των 20 ετών. Τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης (TC), τα τριγλυκερίδια και η χοληστερόλη λιποπρωτεϊνών χαμηλής πυκνότητας (LDL-c) συνεχίστηκαν να μειώνονται.
Η μελέτη περιέλαβε 39.049 άτομα στα οποία είχε μετρηθεί η ολική χοληστερόλη, 17.486 άτομα στα οποία είχαν μετρηθεί τα τριγλυκερίδια και 17.096 άτομα στα οποία είχε μετρηθεί η LDL-c.
Αφού ελήφθη υπόψη η ηλικία, η μέση τιμή της ολικής χοληστερόλης μειώθηκε μεταξύ των ετών 1999/2000 και 2013/2014 από τα 204 mg/dL στα 189 mg/dL, δηλαδή υπήρξε μια πτώση κατά 15 mg/dL.
Την ίδια περίοδο, τα προσαρμοσμένα στην ηλικία μέσα γεωμετρικά επίπεδα τριγλυκεριδίων μειώθηκαν από 123 mg/dL σε 97 mg/dL.
Τα μέσα αριθμητικά επίπεδα της LDL-c μειώθηκαν από 126 mg/dL σε 111 mg/dL κατά τη διάρκεια των 8 κύκλων έρευνας, με πτώση 4 mg/dL μεταξύ των ετών 2011/2012 και 2013/2014.
“Η απομάκρυνση των τρανς λιπαρών από τα τρόφιμα έχει προταθεί ως εξήγηση για τις παρατηρούμενες τάσεις των τριγλυκεριδίων, των επιπέδων της LDL-c και των επιπέδων της ολικής χοληστερόλης. Με αυξανόμενο ενδιαφέρον για το ρόλο των τριγλυκεριδίων στη καρδιαγγειακή υγεία, η συνεχιζόμενη πτώση των τριγλυκεριδίων, των επιπέδων LDL-c και της ολικής χοληστερόλης σε πληθυσμιακό επίπεδο αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό εύρημα που μπορεί να συμβάλλει στη μείωση των ποσοστών θανάτου λόγω στεφανιαίας νόσου από το 1999”, έγραψαν οι συντάκτες της μελέτης.
“Αυτό που πραγματικά μας εξέπληξε ήταν το μέγεθος των μειώσεων, ειδικά στα τριγλυκερίδια”, είπε ο Rosinger. “Μεταξύ του 1999 και του 2010 σημειώθηκε πτώση 13 mg/dL, και στη συνέχεια μεταξύ 2011-2012 και 2013-2014, τα τελευταία 4 χρόνια, μειώθηκε άλλα 13 mg/dL”.
Μg/dL | 1999–2000 | 2011–2012 | 2013–2014 |
Ολική χοληστερόλη | 204 | 195 | 189 |
Ολική χοληστερόλη με φάρμακα | 209 | 192 | 191 |
Ολική χοληστερόλη χωρίς φάρμακα | 205 | 199 | 193 |
Τριγλυκερίδια | 123 | 110 | 97 |
Τριγλυκερίδια με φάρμακα | 146 | 122 | 116 |
Τριγλυκερίδια χωρίς φάρμακα | 121 | 107 | 94 |
LDL-C | 126 | 115 | 111 |
LDL-C χωρίς φάρμακα | 117 | 107 | 107 |
LDL-C με φάρμακα | 127 | 119 | 115 |
Αναμφισβήτητα, στις Ηνωμένες Πολιτείες συνέβη μια διατροφική αλλαγή που ξεκίνησε στη δεκαετία του 1950 και είχε ως στόχο τον περιορισμό της χοληστερόλη στο αίμα των ανθρώπων. Από τότε μέχρι σήμερα, η κατανάλωση βουτύρου έχει μειωθεί κατά 36%, η κατανάλωση γάλακτος και κρέμας γάλακτος κατά 22% και η κατανάλωση αυγών κατά 14%. Η πρόσληψη χοληστερόλης, η οποία ήταν στα 600-800 mg ημερησίως τη δεκαετία του 1960 έπεσε κάτω από τα 500 mg το 1978. Επιπλέον, η πρόσληψη πολυακόρεστων φυτικών ελαίων (ρίχνουν τη χοληστερίνη όταν αντικαθιστούν τα κορεσμένα και τρανς λιπαρά) αυξήθηκε κατά τουλάχιστον 40%.
Αυτές οι διατροφικές αλλαγές -πέρα από τη μείωση των τρανς λιπαρών που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια- έχουν επηρεάσει την ολική χοληστερίνη του αίματος, η οποία έχει πέσει σχεδόν 15% στους Αμερικανούς ενήλικες από το 1960.