Οι στενώσεις των βαλβίδων της καρδιάς

Οι βαλβίδες της καρδιάς είναι δυνατόν να υποστούν στένωση, δηλαδή να μην μπορούν να ανοίξουν ικανοποιητικά για να περάσει το αίμα. Συνήθως στένωση παρατηρείται στις βαλβίδες που ονομάζονται μιτροειδής και αορτική και σπανιότερα στις βαλβίδες τριγλώχινα και πνευμονική.

Οι βαλβίδες αποτελούνται από δυνατούς, λεπτούς υμένες που ονομάζονται γλωχίνες (φύλλα) και οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι με το μυοκάρδιο, τον μυ της καρδιάς.

Στένωση μιτροειδούς βαλβίδας

Η μιτροειδής βαλβίδα είναι δίφυλλη και βρίσκεται μεταξύ αριστερού κόλπου και αριστεράς κοιλιάς. Στην συστολή της καρδιάς κλείνει και στην διαστολή ανοίγει. Μιτροειδής στένωση σημαίνει ότι το στόμιο της μιτροειδούς βαλβίδας στενεύει και περιορίζει τη ροή του αίματος από τον αριστερό κόλπο προς την αριστερή κοιλία. Φυσιολογικά το άνοιγμα της βαλβίδας είναι 4-6 τετραγωνικά εκατοστά. Εάν από κάποια αιτία το στόμιο της βαλβίδας γίνει μικρότερο η κατάσταση αυτή ονομάζεται στένωση μιτροειδούς βαλβίδας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι είναι μειωμένο το ποσό του αίματος που φεύγει από την αριστερή κοιλία προς το υπόλοιπο σώμα.

Στις περισσότερες περιπτώσεις αιτία της στένωσης είναι μια σπάνια παιδική λοίμωξη που ονομάζεται οξύς ρευματικός πυρετός. Όταν επηρεάζει και την καρδιά, ονομάζεται ρευματική καρδιοπάθεια. Οι γλωχίνες της πάσχουσας βαλβίδας, οι τενόντιες χορδές και οι θηλώδεις μύες οι οποίοι συγκρατούν τις γλωχίνες στη θέση τους μπορεί να υποστούν φλεγμονή, να εμφανίσουν ουλές και να βραχυνθούν. Η στένωση εξελίσσεται αργά, σε 2 ή 3 δεκαετίες. Όταν το στόμιο φτάσει το 1 τετραγωνικό εκατοστό, τότε τα συμπτώματα του ασθενούς τον αναγκάζουν να ζητήσει τη βοήθεια του γιατρού.

Τι συνέπειες έχει η μιτροειδής στένωση; Αυξάνεται η πίεση του αίματος στον κόλπο, επηρεάζοντας την πίεση στους πνεύμονες και προκαλώντας λαχάνιασμα. Ο αριστερός κόλπος μεγαλώνει σε μέγεθος για να αντισταθμίσει το φαινόμενο, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε κολπικές αρρυθμίες – συνηθέστερα, κολπική μαρμαρυγή. Η στένωση της μιτροειδούς, αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, δημιουργεί σοβαρά συμπτώματα, όπως δύσπνοια στη συνήθη προσπάθεια και μαρμαρυγή των κόλπων. Σπανιότερα η νόσος εκδηλώνεται με οξύ πνευμονικό οίδημα, εμβολές στον εγκέφαλο ή σε άλλα μέρη του σώματος.

Η θεραπεία της στένωσης της μιτροειδούς επιτυγχάνεται είτε με βαλβιδοπλαστική είτε με αντικατάσταση της με βιολογική ή τεχνητή βαλβίδα. Η βαλβιδοπλαστική γίνεται με την εισαγωγή καθετήρα με μπαλονάκι στον αριστερό κόλπο, που φτάνει ως τη μιτροειδή βαλβίδα. Η έκπτυξη (διάνοιξη) με πίεση του μπαλονιού προκαλεί διάνοιξη της βαλβίδας. Αν η βαλβίδα είναι ιδιαίτερα σκληρή, λόγω κυρίως εναπόθεσης ασβεστίου, τότε η βαλβιδοπλαστική δεν επιτυγχάνει, γι’ αυτό προτιμάται η χειρουργική αντικατάσταση της βαλβίδας.

Στένωση αορτικής βαλβίδας

Η στένωση της αορτής, σε αντίθεση με τη στένωση της μιτροειδούς, είναι συνήθως νόσος της τρίτης ηλικίας, ενώ σπανιότερα είναι δυνατόν να παρατηρηθεί σε νέους που πάσχουν από συγγενή στένωση της αορτικής βαλβίδας. Η αορτική στένωση αποτελεί στις μέρες μας τη συχνότερη βαλβιδοπάθεια.

Η βαλβίδα της αορτής είναι τρίφυλλη, από την οποία διέρχεται το αίμα όταν φεύγει από την καρδιά (αριστερή κοιλία και κατευθύνεται προς την αορτή). Η στένωση της αορτής δεν παρουσιάζει συμπτώματα μέχρι σχεδόν τα τελικά στάδιά της. Το εμβαδόν της φυσιολογικής αορτικής βαλβίδας είναι 3-4 τετραγωνικά εκατοστά και τα συμπτώματα εμφανίζονται όταν το εμβαδόν της βαλβίδας περιορίζεται στο 1/4 της φυσιολογικής, περίπου κάτω από τα 0,8 τετραγωνικά εκατοστά. Η εμφάνιση του πρώτου συμπτώματος θέτει αμέσως την ένδειξη χειρουργικής επέμβασης για αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας με τεχνητή ή βιολογική βαλβίδα.

Τα τρία κλασικά συμπτώματα που παρουσιάζονται είναι συνήθως η δύσπνοια στη συνήθη προσπάθεια, η στηθάγχη κατά την προσπάθεια και οι λιποθυμικές ή συγκοπτικές κρίσεις κατά την προσπάθεια. Η στένωση αποτελεί ένα διαρκές εμπόδιο στην εξώθηση του αίματος από την αριστερή κοιλία προς την αορτή με αποτέλεσμα η καρδιά να υπερτρέφεται για να υπερνικά την αντίσταση. Η υπερτροφική καρδιά χρειάζεται περισσότερο οξυγόνο για να λειτουργήσει από αυτό που της προσφέρεται με αποτέλεσμα τον ισχαιμικό πόνο.  Η αντίσταση που προβάλλει η στενωμένη βαλβίδα προκαλεί σε μεταγενέστερα στάδια της νόσου αυξημένες πιέσεις μέσα στην καρδιά, που μεταφέρονται και προς την πνευμονική κυκλοφορία, με αποτέλεσμα την δύσπνοια ή και το πνευμονικό οίδημα.

Στένωση τριγλώχινας βαλβίδας

Η τριγλώχινα βαλβίδα είναι τρίφυλλη, από την οποία διέρχεται το αίμα όταν κινείται από τον δεξιό κόλπο προς τη δεξιά κοιλία. Η τριγλώχινα βαλβίδα μπορεί να εμφανίσει στένωση, συνήθως λόγω ρευματικού πυρετού, ο οποίος εμφανίζεται κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες (συνήθως συνοδεύει τη βαριά στένωση της μιτροειδούς).

Επηρεάζονται τα συνδετικά τμήματα μεταξύ των γλωχίνων που κολλάνε μεταξύ τους, συμφύονται και, τελικά, συσσωρεύουν αποθέματα ασβεστίου. Η πάθηση μπορεί να είναι επίκτητη ή να προκληθεί από ρευματική καρδιοπάθεια.

Η στένωση της τριγλώχινας βαλβίδας οδηγεί εντέλει σε καρδιακή ανεπάρκεια και συσσώρευση υγρών στο σώμα. Καθώς το αίμα που κυκλοφορεί στο σώμα περιορίζεται από τη βαλβίδα, μειώνεται η καρδιακή απόδοση και η κόπωση αποτελεί όλο και μεγαλύτερο πρόβλημα. Η θεραπεία περιλαμβάνει χειρουργική επέμβαση για αντικατάσταση της τριγλώχινας βαλβίδας.

Στένωση πνευμονικής βαλβίδας

Μπορεί να παρουσιαστεί στένωση και στη πνευμονική βαλβίδα αλλά πρόκειται για σπάνιο φαινόμενο. Συνήθως αποτελεί συγγενή ανωμαλία που αντιμετωπίζεται καλύτερα μέσω διαστολής της στενωτικής πνευμονικής βαλβίδας με «μπαλονάκι», μια επέμβαση που είναι παρόμοια με την αγγειοπλαστική.

Κρίσιμος ο χρόνος της επέμβασης

Το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι η θεραπεία καθ’ αυτή αλλά η επιλογή του πλέον κατάλληλου χρόνου εφαρμογή της. Ο χρόνος της επέμβασης είναι αποφασιστικής σημασίας, θα πρέπει να είναι ο ενδεδειγμένος, γιατί η αντικατάσταση της φυσικής βαλβίδας με προσθετική δεν θεραπεύει τη βασική νόσο, αλλά την τροποποιεί. Γι’ αυτό η απόφαση για την επέμβαση είναι έργο του έμπειρου καρδιολόγου. Η πρόωρη εμφύτευση της τεχνητής βαλβίδας επιβαρύνει με την φροντίδα της (απαιτεί χρόνια χορήγηση αντιπηκτικών) και τις πιθανές σοβαρές επιπλοκές της (όπως είναι θρόμβωση ή η επιμόλυνση). Πολλές φορές παρατηρούνται επιπλοκές στις προσθετικές βαλβίδες, όπως π.χ. ενδοκαρδίτιδες ή θρομβώσεις των βαλβίδων, που δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από ό,τι είχε ο ασθενής με τη στενωμένη δική του βαλβίδα. Από την άλλη μεριά, η καθυστερημένη εμφύτευση θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς.

Δείτε επίσης