Ορισμένοι καρκίνοι της παιδικής ηλικίας είναι πιο συνηθισμένοι στα παιδιά που γεννήθηκαν μέσω γονιμοποίησης (IVF: in vitro fertilization), σύμφωνα με μια αμερικανική μελέτη αλλά οι γονείς δεν πρέπει να χάσουν τον ύπνο για αυτό το εύρημα, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA Pediatrics δείχνει συσχέτιση μεταξύ της σύλληψης με εξωσωματική γονιμοποίηση και του καρκίνου της παιδικής ηλικίας και ιδιαίτερα των ηπατικών όγκων.
Ο Logan Spector και οι συνεργάτες του από το Πανεπιστήμιο της Μινεσότα χρησιμοποίησαν στοιχεία για κύκλους εξωσωματικής γονιμοποίησης που οδήγησαν σε γεννήσεις από την 1η Σεπτεμβρίου 2004 έως τις 13 Δεκεμβρίου 2013.
Η ανάλυση περιελάμβανε 275.686 παιδιά που γεννήθηκαν με εξωσωματική γονιμοποίηση και 2.266.847 φυσιολογικές γεννήσεις.
Οι ερευνητές εντόπισαν 321 καρκίνους μεταξύ των παιδιών που γεννήθηκαν με εξωσωματική γονιμοποίηση (με μέση ηλικία τα 4,6 έτη για μονές κυήσεις και 5,9 έτη για πολύδυμες κυήσεις) και 2,042 καρκίνους μεταξύ των παιδιών που γεννήθηκαν φυσιολογικά (με μέση ηλικία τα 6,1 έτη για μονές κυήσεις και τα 4,7 έτη για πολύδυμες κυήσεις).
Στην ομάδα των παιδιών που γεννήθηκαν με εξωσωματική γονιμοποίηση, το συνολικό ποσοστό εμφάνισης καρκίνου ήταν 251,9 ανά εκατομμύριο έναντι 192,7 για την ομάδα των παιδιών που γεννήθηκαν φυσιολογικά.
Ειδικότερα, τα παιδιά που γεννήθηκαν με εξωσωματική γονιμοποίηση ήταν κατά 29% πιθανότερο από τα άλλα παιδιά να διαγνωστούν με εμβρυϊκούς όγκους, οι οποίοι αναπτύσσονται από εμβρυϊκά κύτταρα που παραμένουν στο σώμα μετά τη γέννηση. Ο αυξημένος κίνδυνος εμβρυϊκών όγκων προήλθε κυρίως από υψηλότερο ποσοστό όγκων του ήπατος.
Τα παιδιά που γεννήθηκαν με εξωσωματική γονιμοποίηση ήταν περισσότερο από δύο φορές πιο πιθανό να έχουν όγκους του ήπατος από τα άλλα παιδιά.
Τα παιδιά που γεννήθηκαν με εξωσωματική είχαν επίσης 41% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν εμβρυϊκούς όγκους του κεντρικού νευρικού συστήματος, που συμβαίνουν όταν τα εμβρυϊκά κύτταρα παραμένουν στον εγκέφαλο μετά τη γέννηση.
Οι λεγόμενοι όγκοι βλαστικών κυττάρων ή κακοήθειες στον αναπαραγωγικό ιστό, όπως οι όρχεις ή οι ωοθήκες, ήταν περισσότερο από δύο φορές συνηθέστεροι με την εξωσωματική.
Ο αυξημένος κίνδυνος καρκίνου μπορεί να οφείλεται, εν μέρει, στην προχωρημένη ηλικία της μητέρας και σε άλλους παράγοντες υγείας που οδηγούν τις γυναίκες να δοκιμάσουν την εξωσωματική γονιμοποίηση.
“Δεν υπήρχε καμία ένδειξη ότι κάποια συγκεκριμένη διαδικασία ή θεραπεία IVF σχετίζεται με αυτούς τους καρκίνους, οπότε δεν υπάρχει τίποτα που οι ασθενείς ή οι παροχείς τους πρέπει να κάνουν διαφορετικά”, είπε ο Spector.
Και πρόσθεσε: “Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα αυτά, δικαιολογείται σαφώς η συνέχιση της παρακολούθησης της εμφάνισης καρκίνου μεταξύ των παιδιών που γεννήθηκαν μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης”.