Παράδοξο της παχυσαρκίας: Υπαρκτό ή στατιστική πλάνη;

Ενώ όσοι έχουν παραπανίσια κιλά διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για χρόνιες παθήσεις και λοιμώξεις, συχνά τα πηγαίνουν καλύτερα και ζουν περισσότερο από αυτούς που έχουν κανονικό βάρος όταν η σύγκριση γίνει αφότου προκύψει ασθένεια. Αυτό έχει ονομαστεί “παράδοξο της παχυσαρκίας” και προβληματίζει τους γιατρούς. Αν τα παραπανίσια κιλά προστατεύουν πράγματι έναν χρονίως πάσχοντα ασθενή, τότε για ποιο λόγο να του πουν να χάσει βάρος; Ή μήπως πρέπει να του πουν να κερδίσει βάρος; Αλλά είναι το παράδοξο της παχυσαρκίας πραγματικό ή οφείλεται στην αναξιοπιστία του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της παχυσαρκίας και σε λάθος ερμηνεία των δεδομένων;

H παχυσαρκία θεωρείται σοβαρό και κλιμακούμενο πρόβλημα με τα ποσοστά να έχουν από το 1980 διπλασιαστεί σε 73 χώρες, να έχουν αυξηθεί σε άλλες 113 και να μην έχουν μειωθεί σε καμία. Στις ΗΠΑ, τη χώρα που έχει τα πρωτεία στην παχυσαρκία μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών, ένας στους πέντε ενήλικες έχει σοβαρή παχυσαρκία. Το Υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών των ΗΠΑ θεωρεί την παχυσαρκία ως τη «μεγαλύτερη απειλή για τη δημόσια υγεία για αυτόν τον αιώνα» και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τη χαρακτηρίζει «ασθένεια».

Η έρευνα δείχνει πως όσα περισσότερα περιττά κιλά έχετε, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να εμφανίσετε χρόνιες παθήσεις, όπως διαβήτη, καρδιαγγειακές νόσους, ορισμένους καρκίνους, υπέρταση, άπνοια ύπνου, οστεοαρθρίτιδα και ενδομητρίωση. Για παράδειγμα, οι υπέρβαροι έχουν 9% υψηλότερο κίνδυνο για 19 καρκίνους, σε σχέση με όσους έχουν κανονικό βάρος και οι παχύσαρκοι έχουν 34% υψηλότερο κίνδυνο. Οι παχύσαρκοι έχουν συχνότερα υψηλή χοληστερόλη, υψηλά τριγλυκερίδια, χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή και ανισορροπία στο εντερικό τους μικροβίωμα. Ορισμένες λοιμώξεις, όπως η Covid-19, είναι επίσης πιο πιθανές στους παχύσαρκους. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, τα περιττά κιλά μειώνουν το προσδόκιμο ζωής από 5 έως 20 χρόνια, ανάλογα με την περίπτωση. Το 2005, τα Κέντρα Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ υπολόγισαν ότι 365.000 Αμερικανοί πεθαίνουν πρόωρα λόγω των περιττών κιλών τους. Αλλά μετά από αυτή την εκτίμηση, ήρθε το παράδοξο της παχυσαρκίας. Ένα σωρό μελέτες δείχνουν σταθερά και εντυπωσιακά ότι οι υπέρβαροι και οι παχύσαρκοι πρώτου βαθμού ζουν περισσότερο από όσους έχουν κανονικό βάρος, όταν συγκρίνονται αφού αρρωστήσουν.

Η περίπτωση της σήψης

Υπάρχουν πράγματι ορισμένες περιπτώσεις που θα ευχόταν κανείς να είναι παχύσαρκος. Αν περπατάτε στο δρόμο και πέσετε κάτω θα ήταν καλύτερα να έχετε κάποια σεβαστά παχάκια γιατί αυτό μπορεί να σας προστατέψει από τραύμα. Επίσης, εάν δύο άτομα, το ένα παχύσαρκο και το άλλο αδύνατο, νοσηλευτούν στην εντατική με την ίδια σοβαρή κατάσταση, το άτομο με τα παραπανίσια κιλά έχει πλεονέκτημα επιβίωσης γιατί έχει πιο πολλά κιλά να χάσει -μετά από κάποιες εβδομάδες στην εντατική μπορεί να χαθούν 20-30 κιλά.

Αν και το παράδοξο αναφέρεται στο πλεονέκτημα επιβίωσης που δίνουν τα παραπανίσια κιλά σε περίπτωση ασθένειας, μερικοί το πηγαίνουν παραπέρα, λέγοντας ότι μπορεί να είναι και πιο υγιές, γενικότερα, να έχει κανείς λίγα κιλά παραπάνω, ειδικά αν είναι ηλικιωμένος. Είναι γνωστό άλλωστε, ότι ορισμένες ασθένειες προκαλούν απώλεια βάρους.

Ποιοι ζουν, άραγε, περισσότερο, οι αδύνατοι, οι κανονικού βάρους ή οι παχύσαρκοι; Σ’ αυτό το απλό ερώτημα προσπάθησε να απαντήσει μια αμερικανική μελέτη το 2013, η οποία παρακολούθησε 9.538 άτομα που γεννήθηκαν από το 1931 έως το 1941 και ήταν 51 ετών και άνω. Αυτό που βρήκε δεν ήταν ακριβώς σύμφωνο με ό,τι διαισθητικά θα περίμενε κανείς. Στην αρχή της μελέτης, οι ερευνητές μέτρησαν το σωματικό βάρος και ταξινόμησαν τους συμμετέχοντες σε κατηγορίες και με βάση τον ΔΜΣ: λιπόσαρκοι, κανονικού βάρους, υπέρβαροι, παχύσαρκοι και πολύ παχύσαρκοι. Παρακολούθησαν πώς μεταβλήθηκε το βάρος τα επόμενα 16 χρόνια ή πιο νωρίς εάν επέρχονταν ο θάνατος. Κατέγραψαν πόσοι πήραν κιλά, πόσοι έχασαν και πόσοι παρέμειναν στα ίδια. Ποια κατηγορία έζησε περισσότερο; Όχι, δεν ήταν αυτοί που είχαν κανονικό βάρος. Ούτε αυτοί που έχασαν βάρος. Περισσότερο έζησαν οι υπέρβαροι που παρέμειναν υπέρβαροι, κάτι μάλλον απρόσμενο. Μετά ακολουθούσαν οι υπέρβαροι που πήραν κιλά και πέρασαν στην κατηγορία των παχύσαρκων, κάτι εκπληκτικό. Και ποιοι έζησαν λιγότερο; Εδώ το εύρημα ήταν αναμενόμενο, ήταν οι πολύ παχύσαρκοι και ειδικά όσοι πήραν επιπλέον κιλά. Μετά από αυτούς όμως, λιγότερο έζησαν όσοι είχαν κανονικό βάρος και έχασαν κιλά.

Τέτοιου είδους ευρήματα οπωσδήποτε κινούν την περιέργεια. Και δεν πρόκειται για κάποια εξαίρεση στον κανόνα, το παράδοξο έχει επιβεβαιωθεί για πολλές παθήσεις. Η πιο θεαματική ίσως καταγραφή του παραδόξου προέρχεται από μια μελέτη του 2018 που περιέλαβε 3,7 εκατομμύρια εισαγωγές σε πάνω από 1.000 νοσοκομεία των ΗΠΑ, διαπιστώνοντας ότι τόσο οι υπέρβαροι όσο και οι παχύσαρκοι είχαν 22-23% μικρότερη πιθανότητα να πεθάνουν από σήψη, συγκριτικά με αυτούς που είχαν κανονικό βάρος.

Μπορεί η σήψη να μην είναι ιδιαίτερα γνωστή το ευρύ κοινό, αλλά είναι μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση που συμβαίνει όταν παθογόνα μπουν στο αίμα (αυτό αναφέρεται ως σηψαιμία) και αρχίζουν και κυκλοφορούν σε ολόκληρο στο σώμα. Πρόκειται για πολύ σημαντική αιτία θανάτου και από τις πιο κοστοβόρες παθήσεις. Το 20% των θανάτων παγκοσμίως έχουν αιτία τη σήψη, ένα τρομερό ποσοστό. Στις ΗΠΑ, περί τα 750,000 άτομα επηρεάζονται κάθε χρόνο. Επειδή η σήψη είναι βασική αιτία θανάτου, το παράδοξο της παχυσαρκίας μπορεί μόνο από αυτή την περίπτωση να εξηγήσει γιατί οι μελέτες βρίσκουν υψηλότερο προσδόκιμο ζωής στους ηλικιωμένους που έχουν παραπανίσια κιλά.

Η θνησιμότητα σε νοσηλευόμενους ασθενείς με εγκεφαλικό μειώνεται καθώς αυξάνεται ο Δείκτης Μάζας Σώματος. Δείγμα περίπου 84.000 ασθενών. Πηγή: The Obesity Paradox in Real-World Nation-Wide Cohort of Patients Admitted for a Stroke in the U.S.

Οι χρόνιες παθήσεις

Φυσικά, το παράδοξο της παχυσαρκίας δεν αφορά μόνο τη σήψη. Το ίδιο καταγράφεται μετά από εγχείρηση καρδιάς. Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2015 στο Home Journal of the American Heart Association, ερευνητές από το Queen’s University ανέλυσαν αρχεία από το Οντάριο του Καναδά για σχεδόν 80.000 ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε ανοιχτή χειρουργική επέμβαση στεφανιαίας παράκαμψης για μια περίοδο 13 ετών. Εξετάστηκαν οι επιπλοκές στη διάρκεια ενός έτους μετά την επέμβαση και τα ποσοστά πενταετούς επιβίωσης. Οι υπέρβαροι και οι παχύσαρκοι, που αποτελούσαν τα δύο τρίτα όλων των καρδιοχειρουργικών ασθενών, είχαν λιγότερες επιπλοκές και χαμηλότερα ποσοστά θανάτου σε σχέση με αυτούς που είχαν κανονικό βάρος και οι υπερβολικά παχύσαρκοι τα είχαν πάει καλύτερα από τους αδύνατους.

Το 2021, μια μελέτη σε 1.033 άτομα, μέσης ηλικίας 70 ετών, βρήκε πως αν κάποιος είναι υπέρβαρος ή παχύσαρκος έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να ζήσει ύστερα από ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι υπέρβαροι είχαν 10% μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν ύστερα από ισχαιμικό εγκεφαλικό σε σχέση με αυτούς που είχαν κανονικό βάρος (ΔΜΣ 20-25), οι παχύσαρκοι πρώτου βαθμού (ΔΜΣ 30-35) είχαν 46% μικρότερο κίνδυνο και οι πολύ παχύσαρκοι (ΔΜΣ πάνω από 35), είχαν 62% μικρότερο κίνδυνο. Από την άλλη μεριά, οι λιπόσαρκοι (ΔΜΣ κάτω του 20) είχαν 67% μεγαλύτερη πιθανότητα να πεθάνουν. Με άλλα λόγια, όσο περισσότερη η παχυσαρκία, τόσο μικρότερη η πιθανότητα θανατηφόρου εγκεφαλικού, ένα εντυπωσιακό εύρημα.

Το παράδοξο διαπιστώνεται σε μια σειρά παθήσεις, όπως στον διαβήτη, τον καρκίνο, ακόμα και στην καρδιακή ανεπάρκεια, και το ερώτημα είναι πώς συμβιβάζεται με τα στοιχεία που δείχνουν ότι παχυσαρκία είναι η νούμερο 1 απειλή δημόσιας υγείας; Προφανώς, το ένα δεν αποκλείει το άλλο.

Ποια είναι η αιτία;

Οι αρνητικές συνέπειες της παχυσαρκίας είναι γνωστές και πραγματικές. Για παράδειγμα, μια έρευνα κατέγραψε ότι για κάθε 5 κιλά αύξηση του βάρους, ο κίνδυνος διαβήτη τύπου αυξάνεται 30%, ο κίνδυνος υπέρτασης αυξάνεται 14%, ο κίνδυνος καρδιακής νόσου ή εγκεφαλικού αυξάνεται 8% και ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου από κάθε αιτία αυξάνεται 5%. Αυτά τα στοιχεία προήλθαν από δύο μεγάλες αμερικανικές μελέτες που παρακολούθησαν 93.000 γυναίκες για 18 χρόνια και 25.000 άνδρες για 15 χρόνια.

Αλλά, ο αυξημένος κίνδυνος ασθένειας λόγω των περιττών κιλών δεν είναι κάτι που αποκλείει τον μειωμένο κίνδυνο θανάτου αφότου έχει εμφανιστεί μια ασθένεια. Στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 2, ενώ είναι γνωστό ότι η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο, οι παχύσαρκοι διαβητικοί έχουν χαμηλότερη θνησιμότητα από τους κανονικού βάρους διαβητικούς. Μια ιαπωνική μελέτη έδειξε ότι η αύξηση του ΔΜΣ κατά 1 kg/m2 (αντιστοιχεί σε 2,4-2,9 κιλά παραπάνω) αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 κατά 25%, αλλά από την άλλη μεριά, μια μετα-ανάλυση που περιέλαβε 11 μελέτες έδειξε ότι τα παραπανίσια κιλά συσχετίζονται με χαμηλότερη θνησιμότητα στους διαβητικούς τύπου 2. Το παράδοξο της παχυσαρκίας δεν σημαίνει ότι τα παραπανίσια κιλά κάνουν καλό στην υγεία. Σημαίνει ότι είναι καλύτερα να έχει κάποιος παραπανίσια κιλά εφόσον αρρωστήσει ή εισαχθεί στο νοσοκομείο.

Οι λεπτοί έχουν χειρότερη πρόγνωση από τους παχύσαρκους σε περίπτωση ασθένειας, σύμφωνα με ένα βιβλίο του Αμερικανού καρδιολόγου Καρλ Λαβί, το 2014 που είχε τίτλο, “Το παράδοξο παχυσαρκίας: Όταν το ελαφρύτερο σημαίνει πιο άρρωστο και το βαρύτερο σημαίνει υγιέστερο”. 

Την αιτία του παραδόξου προσπάθησε να εξηγήσει μια μελέτη που περιέλαβε 26 ασθενείς οι οποίοι νοσηλεύτηκαν σε μονάδα εντατικής θεραπείας, χρησιμοποιώντας υπερηχογράφημα που κατέγραψε τους μυς των ασθενών. Σε σύγκριση με τα άτομα κανονικού βάρους, η απώλεια των μυών στους παχύσαρκους ήταν μικρότερη τις πρώτες 4-5 ημέρες. Ο λόγος είναι ότι το σωματικό λίπος, που κινητοποιείται όταν υπάρχει μια κρίσιμη ασθένεια, παρέχει θερμίδες πιο αποτελεσματικά από την τροφή που δίνεται στους ασθενείς και αυτό διασώζει την σπατάλη των μυών -ενδεχομένως και του μυοκαρδίου. Η μελέτη βρήκε και κάτι ανεξήγητο, ότι η χαμηλού βαθμού χρόνια φλεγμονή, που είναι πιο συχνή στους παχύσαρκους, παρέχει στην πραγματικότητα μια προστατευτική απόκριση -αυτό από μόνο του είναι ένα παράδοξο μέσα σε ένα άλλο παράδοξο. Τελικά, η βασική εξήγηση που δίνεται είναι ότι τα επιπλέον κιλά παρέχουν ένα θρεπτικό απόθεμα που βοηθά τον άρρωστο να επιβιώσει σε παρατεταμένες νοσηλείες.

To παράδοξο της παχυσαρκίας με βάση τον ΔΜΣ. Ο κατακόρυφος άξονας αντιπροσωπεύει τον κίνδυνο θνησιμότητας κατόπιν ασθένειας (λογαριθμική κλίμακα), σε σύγκριση με την τιμή 22,5 του ΔΜΣ. Όχι μόνο οι υπέρβαροι, αλλά και οι παχύσαρκοι πρώτου βαθμού, διατρέχουν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου.

Υπάρχει υγιής παχυσαρκία;

Λαμβάνοντας υπόψη το παράδοξο της παχυσαρκίας, αλλά και το ότι η απώλεια κιλών δεν είναι εύκολη, ορισμένοι ειδικοί δίνουν ένα διαφορετικό μήνυμα από αυτό που συνήθως ακούμε για την παχυσαρκία, λέγοντας «μην ανησυχείτε και τόσο πολύ για τα λίγα παραπανίσια κιλά σας, χαλαρώστε, μπορείτε να είστε υγιείς και με περισσότερο βάρος». Το 2014, ένα βιβλίο από τον Αμερικανό καρδιολόγο Καρλ Λαβί είχε τίτλο, “Το παράδοξο παχυσαρκίας: Όταν το ελαφρύτερο σημαίνει πιο άρρωστο και το βαρύτερο σημαίνει υγιέστερο“, αλλά ασκήθηκε κριτική και ειπώθηκε πως τέτοιες διατυπώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε εφησυχασμό και καθυστερήσεις στη δράση κατά της παχυσαρκίας, κάτι που αποβαίνει εις βάρος της δημόσιας υγείας.

Το ερώτημα όμως έχει τεθεί: είναι ορισμένοι παχύσαρκοι υγιέστεροι από άλλα άτομα που έχουν κανονικό βάρος; Υπάρχουν πράγματι παχύσαρκοι που δεν έχουν υψηλή χοληστερόλη, ούτε διαβήτη τύπου 2, ούτε υπέρταση και αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως «μεταβολικά υγιής παχυσαρκία». Όμως, το ότι ένα παχύσαρκο άτομο είναι «μεταβολικά υγιές» σήμερα, δεν σημαίνει ότι θα συνεχίσει να είναι και αύριο. Γνωρίζουμε επίσης ότι ενώ η παχυσαρκία χαρακτηρίζεται από έναν υπερμεγέθη υποδόριο λιπώδη ιστό, αυτό που επηρεάζει περισσότερο τη μεταβολική υγεία είναι το λίπος που συσσωρεύεται γύρω από τα όργανα των σπλάχνων και το έκτοπο λίπος που συσσωρεύεται μέσα σε κύτταρα οργάνων όπως είναι το συκώτι, το πάγκρεας ή ακόμα και η καρδιά. Είναι πιθανό, λοιπόν, ορισμένα παχύσαρκα άτομα να έχουν λιγότερο σπλαχνικό και έκτοπο λίπος από άτομα κανονικού βάρους και έτσι να είναι μεταβολικά υγιέστερα.

Ορισμένοι λένε ότι τα μηνύματα απώλειας βάρους όχι απλώς αποτυγχάνουν, αλλά μπορούν επιπλέον να κάνουν κακό στην ψυχική υγεία των γυναικών οι οποίες συχνά επιδιώκουν να χάσουν βάρος με δραστικές δίαιτες. Η αντίδραση προς την “κουλτούρα του λεπτού σώματος” προέρχεται κυρίως από φεμινιστικές φωνές, αλλά και άλλους που δεν αποδέχονται το χαρακτηρισμό της «ασθένειας» από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

Ακολουθώντας αυτή την τάση, κάποιες εικόνες του περιοδικού Cosmopolitan, στο Ηνωμένο Βασίλειο, τον Φεβρουάριου του 2021 προέβαλαν την ιδέα ότι μπορεί κάποιος να είναι παχύσαρκος και υγιής, προκαλώντας επικρίσεις αλλά και συμπάθεια. Οι υποστηρικτές δεν εξυμνούν βέβαια την παχυσαρκία, ωστόσο αποθαρρύνουν κάποιον να μπει στον κόπο της απώλειας βάρους, λέγοντας ότι το πιθανότερο είναι να ξαναπάρει τα χαμένα κιλά και επιπλέον μπορεί να χαλάσει το μεταβολισμό του.

Εικόνες του περιοδικού Cosmopolitan, στο Ηνωμένο Βασίλειο, προέβαλαν τον Φεβρουάριου του 2021 την ιδέα ότι μπορεί κάποιος να είναι παχύσαρκος και υγιής, προκαλώντας επικρίσεις αλλά και συμπάθεια.

Στατιστική πλάνη;

Παρότι το παράδοξο της παχυσαρκίας είναι τεκμηριωμένο, αρκετοί ερευνητές αρνούνται να πιστέψουν ότι ισχύει πραγματικά και υποψιάζονται ότι το λάθος μπορεί να βρίσκεται είτε στη χρήση του Δείκτη Μάζας Σώματος ο οποίος δεν είναι αξιόπιστος για τη μέτρηση της παχυσαρκίας είτε σε μεροληψίες στην στατιστική ανάλυση.

Ο ΔΜΣ εισήχθη το δέκατο ένατο αιώνα από τον Βέλγο μαθηματικό Άντολφ Κουετελέτ, ως μια επινόηση ενός εύκολου τρόπου μέτρησης της παχυσαρκίας στον πληθυσμό. Ο ΔΜΣ διαιρεί το βάρος (σε κιλά) με το ύψος στο τετράγωνο (σε μέτρα) και ο αριθμός που προκύπτει κατατάσσει κάποιον σε κατηγορίες: κάτω από 18,5 είναι λιπόσαρκος (του λείπει βάρος), από 18,5 έως 25 έχει κανονικό βάρος, από 25 μέχρι 30 είναι υπέρβαρος, από 30 μέχρι 35 είναι παχύσαρκος πρώτου βαθμού, από 35 έως 40 είναι παχύσαρκος δεύτερου βαθμού και πάνω από 40 είναι νοσηρά παχύσαρκος. Ο δείκτης χρησιμοποιείται τόσο για άνδρες όσο και για γυναίκες αλλά δεν ισχύει για τα παιδιά, ενώ για τους Ασιάτες αλλάζουν κάπως τα όρια των κατηγοριών.

Κατηγορία Δείκτης Μάζας Σώματος
Λιποβαρής <18,5
Κανονικό βάρος 18,5 – 24,9
Υπέρβαρος 25 – 29,9
Παχυσαρκία 1ου βαθµού 30 – 34,9
Παχυσαρκία 2ου βαθµού 35 – 39,9
Νοσηρή Παχυσαρκία  > 40

Ο δείκτης άρχισε να χρησιμοποιήθηκε στη δεκαετία του 1930 από τις ασφαλιστικές εταιρείες που πρώτες συνειδητοποίησαν ότι το υπερβάλλον βάρος αποτελεί κίνδυνο πρόωρου θανάτου και στη συνέχεια εισήχθη στην επιστημονική έρευνα λόγω της ευκολίας του. Ως παχυσαρκία ορίζεται η μεγάλη αναλογία του λιπώδους ιστού σε σχέση με το σωματικό βάρος -τα συμβατικά όρια είναι για τους άνδρες 25% και για τις γυναίκες 33%- αλλά ο ΔΜΣ δεν καταγράφει το λίπος. Το βάρος περιλαμβάνει εκτός από το λίπος, τη μυϊκή μάζα, τα οστά και το νερό του σώματος, έτσι ο ΔΜΣ μπορεί να κατατάξει ένα μυώδη άνθρωπο ως υπέρβαρο, ακόμη και αν έχει κάτω από 10% λίπος. Ένας Αμερικανός επαγγελματίας παλαιστής και ένας Ιάπωνας παλαιστής σούμο μπορεί να έχουν τον ίδιο ΔΜΣ αλλά μόνο ένας από αυτούς είναι παχύσαρκος, κάτι που ο δείκτης δεν μπορεί να διακρίνει. Επίσης, με το πέρασμα του χρόνου, η σύνθεση του σώματος αλλάζει με τους μυς να μειώνονται και το λίπος να αυξάνεται, αλλά ο ΔΜΣ παραμένει σταθερός όσο το ύψος και το βάρος δεν αλλάζουν.

Εν ολίγοις, ο ΔΜΣ δεν είναι αξιόπιστος για τη διαπίστωση της παχυσαρκίας σε ατομικό επίπεδο. Ούτε, φυσικά, μπορεί να αναγνωρίσει τη θέση του λίπους στο σώμα, κάτι που έχει μεγάλη σημασία για τη μεταβολική υγεία. Παρά τα μειονεκτήματά του, χρησιμοποιείται στην επιστημονική έρευνα διότι τα στοιχεία του ύψους και του βάρους είναι ευρέως διαθέσιμα και μπορεί να καταγράφει τις τάσεις της παχυσαρκίας στους πληθυσμούς. Όμως ο ΔΜΣ μπορεί να ευθύνεται, εν μέρει, για το παράδοξο της παχυσαρκίας, καθώς μπορεί να κατατάσσει ως παχύσαρκα άτομα αυτά που έχουν μεγαλύτερη μυϊκή μάζα.

Ακόμα και εάν ο ΔΜΣ ήταν αξιόπιστος, το παράδοξο της παχυσαρκίας μπορεί να προκύπτει λόγω μη ορθής ερμηνείας των δεδομένων. Το παράδοξο αμφισβητήθηκε πρόσφατα από έναν καχύποπτο δημογράφο από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, τον Ράιαν Μάστερς, ο οποίος μελετά για χρόνια πίνακες θνησιμότητας. Ο Μάστερς εξέτασε αμερικανικά στοιχεία της Εθνικής Έρευνας Εξέτασης Υγείας και Διατροφής (NHANES) από το 1988 έως το 2015, περιλαμβάνοντας 17.784 άτομα και 4.468 θανάτους, και δημοσίευσε τη μελέτη του στο περιοδικό Population Studies το 2023, συμπεραίνοντας ότι το να έχει κάποιος υπερβολικά κιλά για μια ζωή μπορεί να τον οδηγήσει σε ασθένειες που στη συνέχεια, παραδόξως, οδηγούν σε απώλεια βάρους. Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι παχύσαρκοι που αρρώστησαν βρέθηκαν στο υγιές εύρος βάρους και αυτό διαστρεβλώνει τα αποτελέσματα των μελετών.

Σύμφωνα με το δείγμα του Μάστερς, το 20% των ατόμων με υγιές βάρος ήταν στην κατηγορία των υπέρβαρων ή των παχύσαρκων την προηγούμενη δεκαετία. Όταν αφαιρέθηκαν αυτά τα άτομα από τη σύγκριση, το παράδοξο της παχυσαρκίας εξαφανίστηκε. Ο Μάστερς είπε ότι λόγω αυτής στατιστικής μεροληψίας διογκώνονται τεχνητά τα ποσοστά θνησιμότητας στους έχοντες κανονικό βάρος καθώς κάποιοι από αυτούς ήταν στο παρελθόν παχύσαρκοι που έχασαν κιλά. Επανεξετάζοντας τα στοιχεία χωρίς τις μεροληψίες, ο Μάστερς βρήκε μια ανοδική ευθεία γραμμή κινδύνου, ανάλογα με τα παραπανίσια κιλά, ενώ η χαμηλότερη θνησιμότητα ήταν για άτομα με ΔΜΣ από 18,5 έως 22,5.

Η περίπτωση της καρδιακής ανεπάρκειας

Μια άλλη φετινή μελέτη αμφισβήτησε επίσης το παράδοξο της παχυσαρκίας, αυτή τη φορά σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια. Ενώ οι παχύσαρκοι έχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, και πάλι παρατηρείται το παράδοξο, με όσους είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι να έχουν καλύτερη πρόγνωση στην περίπτωση που εμφανιστεί καρδιακή ανεπάρκεια. Αλλά η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο European Heart Journal έδειξε πως εάν μετρηθεί η αναλογία μέσης προς ύψος των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια, αντί για τον ΔΜΣ, το υποτιθέμενο παράδοξο δεν υπάρχει.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Τζον ΜακΜάρει, καθηγητή καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, ανέλυσαν στοιχεία από 1.832 γυναίκες και 6.567 άνδρες με καρδιακή ανεπάρκεια και μειωμένο κλάσμα εξώθησης. Αρχικά παρατηρήθηκε πράγματι το παράδοξο, αλλά στη συνέχεια χάθηκε όταν οι ερευνητές προσάρμοσαν τα αποτελέσματα, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την έκβαση των ασθενών, συμπεριλαμβανομένων των επιπέδων των νατριουρητικών πεπτιδίων, ορμονών που εκκρίνονται στο αίμα όταν η καρδιά είναι υπό πίεση.

Τζον ΜακΜάρει, καθηγητής καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης: «Δεν υπάρχει παράδοξο της παχυσαρκίας στην καρδιακή ανεπάρκεια». 

Όταν εξετάστηκε η αναλογία μέσης προς ύψος, αντί για τον ΔΜΣ, διαπιστώθηκε ότι το 20% των ασθενών με το περισσότερο λίπος είχε 40% αυξημένο κίνδυνο να νοσηλευτεί για καρδιακή ανεπάρκεια σε σύγκριση το 20% των ασθενών με το λιγότερο λίπος. Να σημειωθεί ότι ειδικά στην καρδιακή ανεπάρκεια, η παρακράτηση υγρού αυξάνει το σωματικό βάρος και άρα η αναλογία μέσης προς ύψος δείχνει καλύτερα την αληθινή σχέση μεταξύ σωματικού λίπους και θνησιμότητας. Η μελέτη έδειξε ότι τα περισσότερα κιλά συνδέονται με χειρότερα αποτελέσματα για την υγεία και αυτό το εύρημα είναι πολύ σημαντικό διότι μέχρι τώρα οι γιατροί δεν ήταν εύκολο να πουν στους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια να χάσουν κιλά, λόγω του παραδόξου της παχυσαρκίας.

Δείτε επίσης