Καθαρά Δευτέρα: Αλευρώματα στο Γαλαξίδι

Οι Απόκριες σύμφωνα με την λαογραφία είναι η περίοδος που συνδυάζεται με το έθιμο του “Καρνάβαλου”, την θεότητα της Αποκριάς – ετυμολογικά η λέξη «Αποκριά» σημαίνει «μακριά από το κρέας». Πρόκειται για ένα έθιμο του γλεντιού, της ψυχαγωγίας, του “μασκαρεύματος” και της ξεγνοιασιάς. Για την προελευσή του υπάρχουν πολλές εκδοχές. Ίσως να προέρχεται από τα Σατουρνάλια ή τα Λουπερκάλια των Ρωμαίων. Ίσως πάλι να προέρχεται και από την συγχώνευση εθίμων που υφίσταται από την αρχαιότητα και έχουν σχέση με την αναγέννηση της φύσης. Από όπου όμως κι αν προέρχεται, είναι βέβαιο ότι γιορτάζονταν δυναμικά κάτι που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Κατά πάσα πιθανότητα η λέξη “Καρναβάλι” προέρχεται από τις λατινικές λέξεις ” carrus navalis” που σημαίνουν “ναυτικό αμαξίδιο”. Και αυτό γιατί στις πομπές που γίνονταν κατά την διάρκεια των Ελευσίνιων μυστηρίων, για να μεταφερθεί το Ιερό Πέπλο της Αθηνάς στον Παρθενώνα, μέσω της Ιεράς οδού παρήλαυνε και μία μικρογραφία Ιερού Πλοίου. Οι μικρογραφίες αυτές είχαν ρόδες, τις στόλιζαν με άνθη και καρπούς και έπαιρναν μέρος στις πομπές. Σε αρχαία αγγεία, επίσης συναντάμε παράσταση του Διόνυσου που κάθεται πάνω σ ένα τέτοιο πλοίο.

Κάποια από τα ήθη και τα έθιμα της Αποκριάς έχουν να κάνουν με το φαγητό και συγκεκριμένα με το κρέας. Μία εβδομάδα πριν από την Τσικνοπέμπτη, ξεκινούσε η διαδικασία της σφαγής των γουρουνιών, τα “χοιροσφάγια”. Εκτός από τα συμπόσια, τις διασκεδάσεις, τα “χοιροσφάγια”, τη θύμηση των νεκρών, κύριο χαρακτηριστικό των “Αποκριών” είναι οι μεταμφιέσεις σε συνδυασμό με αθυροστομίες, με θεατρικούς διαλόγους και παρουσίαση διαφόρων δρωμένων. Αναβίωναν προλήψεις και δεισιδαιμονίες, ακούγονταν άσεμνα τραγούδια και γινόταν εικονικές δίκες. Μεταμφιέζονταν σε “μπούλες”, οι άντρες ντύνοταν γυναίκες και οι γυναίκες σε άντρες, μαζεύονταν σε παρέες και γύριζαν σ όλο το χωριό από σπίτι σε σπίτι. Τους δέχοταν, τους κερνούσαν, αντάλλαζαν αστεία και προσπαθούσαν με εύθυμο τρόπο να τους κάνουν να φανερώσουν το πρόσωπο τους, την ταυτότητα τους. Επίσης, από νωρίς τα βράδια μαζεύονταν στις γειτονιές, στα ξέφωτα και στις πλατείες όπου άναβαν φωτιές. Εκεί, μικροί και μεγάλοι χοροπηδώντας γύρω στις φωτιές, τραγουδούσαν εύθυμα και έλεγαν πιπεράτα αστεία.

Κατά την διάρκεια της Αποκριάς, εκτός από τις μεταμφιέσεις, οργανώνονται και διάφορα παιχνίδια με νικητές και νικημένους. Στα χωριά της Πηνείας παιζόταν ο “Βαλμάς” από δύο ομάδες ατόμων δεμένες σε σχοινί. Νικούσε η ομάδα που τραβούσε προς το μέρος της την άλλη ομάδα. Το ξεχωριστό στο παιχνίδι ήταν ότι πριν και μετά το παιχνίδι έκαναν ένα αστείο διάλογο σαν θεατρικό. Η “ρίψη του λίθου” πάλι, ήταν αγώνισμα. Σ΄αυτό προσπαθούσαν να χτυπήσουν το στόχο τους ρίχνοντας πέτρες, τις “σομάδες”. Άλλες συνήθειες που διασκέδαζαν και προξενούσαν πολύ γέλιο είναι τα “αλευρώματα” , τα οποία προέρχονται από το Γαλαξίδι, αλλά και τα “γιαουρτώματα”. Και τα “αλευρώματα” και τα “γιαουρτώματα” είναι έθιμα που ισχύουν μέχρι σήμερα.

Αλευρομουτζουρώματα στο Γαλαξίδι

Πρόκειται για μια παράδοση που ξεκινά για τους κατοίκους της ναυτικής πολιτείας πολύ πριν το 1800, πολύ παλιότερα “από την εποχή των καραβιών” όπως αναφέρει ο Ευθύμιος Γουργουρής στο βιβλίο του “Το Γαλαξίδι στον καιρό των Καραβιών”. Για το Γαλαξίδι η ακμή της ναυτικής του δύναμης ήταν γύρω στα 1840. Σύμφωνα με όσα έφτασαν ως τις μέρες μας, η ιδέα για την καθιέρωση του αλευρομουτζουρώματος ήρθε από τους ναυτικούς που ταξίδευαν στη Σικελία και είχαν δει εκεί ανάλογα έθιμα σε χωριά της περιοχής. Κατ’ άλλους, τα αλευρομουτζουρώματα έχουν τις ρίζες τους στο Βυζάντιο, από τους γελωτοποιούς στον Ιππόδρομο, που ζωγράφιζαν τα πρόσωπά τους.

Πολύ περιηγητές έμεναν έκθαμβοι από την αφοσίωση και το ζήλο τον οποίο έδειχναν οι Γαλαξιδιώτες στην προετοιμασία του εθίμου, που στην αρχική του μορφή περιελάμβανε χορό με άντρες και γυναίκες που φορούσαν μάσκες ή είχαν τα πρόσωπά τους μουτζουρωμένα, σε δύο διαφορετικούς κύκλους. Αργότερα καθιερώθηκε το έθιμο του αλευρομουτζουρώματος. Οι παρέες, που αποτελούνταν μόνο από άντρες, κατέβαιναν στην προκυμαία με δυο σακούλες στους ώμους. Η μία είχε αλεύρι και η άλλη χαρτοπόλεμο.

Τα πολεμοφόδια συμπληρώνονταν με λουλάκι ή βερνίκι παπουτσιών. Απαραίτητη προϋπόθεση για να συμμετέχει κανείς στον “πόλεμο” που ακολουθούσε ώστε να μην πάθει ψυχοπλάκωμα ήταν να φορά παλιά και  αχρείαστα ρούχα, καθώς το πιο συνηθισμένο ήταν τα ρούχα αυτά να ήταν άχρηστα στο τέλος της ημέρας. Το Γαλαξίδι γέμιζε τις ημέρες εκείνες από μουσικές. Στα καφενεία γινόταν γιορτή και οι ντόπιοι μουσικοί ξεσήκωναν τον κόσμο με τους ρυθμούς τους και έδιναν το έναυσμα για γλέντι μέχρι πρωίας.

Όπως ήταν φυσικό το άκρως διασκεδαστικό έθιμο εμπλουτίστηκε, στο πέρασμα του χρόνου, και άλλες καρναβαλικές εκδηλώσεις και στα πολεμοφόδια συμπεριελήφθησαν και άλλα, πολύ περισσότερο “επικίνδυνα” για την καθαριότητα των ρούχων. Οι γυναίκες και τα παιδιά μπήκαν επίσης στο χορό και τα αλευρομουτζουρώματα έφτασαν ως της μέρες μας να αποτελούν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και διάσημα καρναβαλικά έθιμα στη χώρα μας.

Συνήθως οι καρναβαλικές εκδηλώσεις ξεκινούν από τις φωτιές που ανάβουν τα τρία Σάββατα πριν την Καθαρά Δευτέρα και συνοδεύονται από μουσική, μεζέδες και άφθονο κρασί. Ακολουθεί το Καρναβάλι, με μασκαρεμένους καρναβαλιστές, άρματα και ορχήστρες με βιολιά και νταούλια και η απόκρια χτυπάει κόκκινο στα Κούλουμα με τον αλευρομουτζουροπόλεμο. Οι “αντίπαλοι” ξεκινούν από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης και καταλήγουν στο λιμάνι, όπου το μουτζούρωμα δίνει και παίρνει, δημιουργώντας ένα τεράστιο σύννεφο καπνού που γεμίζει την ατμόσφαιρα. Πολλοί τολμηροί δεν διστάζουν να ξεπλύνουν τη μουτζούρα με μια βουτιά στα, συνήθως παγωμένα αυτή την εποχή, νερά του Κορινθιακού.

Κι επειδή η θερμοκρασία είναι εξαιρετικά ανεβασμένη στο Γαλαξίδι τις ώρες του πολέμου, το κέφι δεν στερεύει και μένει κάμποσο για το βράδυ, όταν ο εμφύλιος πόλεμος λήγει με τα “Κουλμάκια”, τα γλεντάκια που στήνονται στα καφενεία και τα μπαρ της πόλης με μεζέδες, μουσική και πιοτό.

Αν, λοιπόν, το θελήσετε οι Γαλαξιδιώτες θα σας περιμένουν και φέτος, έτσι για να ξεδώσετε, αλλά μην ξεχάσετε να φορέσετε τα παλιά σας ρούχα γιατί κανείς δεν θα σας λυπηθεί και δεν θα υπολογίσει πόσα ευρώ έχετε πληρώσει για το παντελόνι ή το μπλουζάκι σας.

Δείτε επίσης