Χοληστερίνη: Πόσο ανεβάζει τον κίνδυνο για έμφραγμα;

Στη δεκαετία του 1950 εμφανίστηκε για πρώτη φορά η ιδέα ότι οι καρδιακές προσβολές (εμφράγματα) έχουν αιτία την υψηλή χοληστερόλη (χοληστερίνη) στο αίμα, και αυτό με τη σειρά του ήταν αποτέλεσμα της αύξησης της κατανάλωσης ζωικών λιπών.

Πράγματι, η χοληστερόλη σηματοδοτεί υψηλότερο κίνδυνο για εμφράγματα αλλά το ίδιο συμβαίνει κι όταν κάποιος έχει υπέρταση, καπνίζει, κάνει καθιστική ζωή είναι παχύσαρκος ή είναι διαβητικός. Υπό αυτό το πρίσμα, τα αποτελέσματα πολλών μελετών που είχαν δημοσιευτεί μέχρι την δεκαετία του 1970 παρείχαν ενδείξεις για το ρόλο της χοληστερόλης και όχι αποδείξεις καθώς συχνά δεν λάμβαναν υπόψη τους άλλους παράγοντες κινδύνου. Οι στατιστικές αναλύσεις πολλών παραγόντων είναι περίπλοκες και το επίπεδο της ανάλυσης ξεπερνά τη γνώση των γιατρών οι οποίοι χρειάζονται τη βοήθεια των βιοστατιστικών για την ερμηνεία των αποτελεσμάτων.

Το 1982 δημοσιεύθηκε η μεγάλη μελέτη πολλαπλών κινδύνων MRFIT (Multiple Risk Factor Intervention Trial) που ήταν η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για να αποδειχτεί ο κακός ρόλος της χοληστερόλης και των ζωικών λιπών. Ασχολήθηκαν 250 ερευνητές σε 28 αμερικανικά ιατρικά κέντρα, δαπανήθηκαν 115 εκατομμύρια δολάρια και χρειάστηκαν 10 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Μετρήθηκε η χοληστερόλη σε 361.662 άνδρες ηλικίας 35-57 ετών και επιλέχθηκαν 12.866 που συγκέντρωναν πολλούς παράγοντες κινδύνου μαζί καθώς ήταν καπνιστές, παχύσαρκοι και υπερτασιακοί.

Η MRFIT δεν κατάφερε να δείξει ότι η κατανάλωση ζωικών τροφίμων ευθύνεται για τις καρδιακές προσβολές αλλά δεν πήγε χαμένη καθώς μετρήθηκε η χοληστερόλη σε εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες και βρέθηκε ότι για κάθε 1 mg/dL χοληστερόλης στο αίμα, ο κίνδυνος για καρδιακή προσβολή αυξάνεται κατά 2%.

Κίνδυνος ανάλογα με την ηλικία

Έκτοτε έχουν γίνει πολλές ανάλογες μετρήσεις και μετα-αναλύσεις και φαίνεται πως ότι ο κίνδυνος της ολικής χοληστερόλης είναι μικρότερος από αυτόν που είχε βρει η MRFIT.

Το 2007 δημοσιεύθηκε μια μετα-ανάλυση που εξέτασε 61 μελέτες στις οποίες είχαν περιληφθεί περίπου 900.000 άτομα από τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη. Τα άτομα αυτά δεν ήταν ασθενείς αλλά κατά τη διάρκεια των μελετών υπήρξαν 34.000 ισχαιμικά καρδιακά επεισόδια και 12.000 εγκεφαλικά. Οι ερευνητές βρήκαν ότι μια αύξηση της ολικής χοληστερόλης κατά 38,5 mg/dL (=1 mmol/L) είχε ως αποτέλεσμα και για τα δύο φύλα την αύξηση του κινδύνου κατά:

  • 50% στις ηλικίες 40–49,
  • 33% στις ηλικίες 50–69,
  • 17% στις ηλικίες and 70–89.

Αυτή η μετα-ανάλυση βρήκε ότι ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου ήταν η αναλογία της ολικής χοληστερίνης προς την HDL-χοληστερόλη και μάλιστα ο δείκτης αυτός ήταν δύο φορές καλύτερος από την ολική χοληστερίνη. Δεν βρήκε ωστόσο ιδιαίτερη σχέση της χοληστερόλης με τα εγκεφαλικά επεισόδια με αποτέλεσμα οι ερευνητές να γράψουν: «H απουσία ανεξάρτητης θετικής συσχέτισης της χοληστερόλης με τη θνησιμότητα από εγκεφαλικό, ειδικά στις μεγαλύτερες ηλικίες ή σε μεγαλύτερα επίπεδα αρτηριακής πίεσης είναι ανεξήγητη και χρειάζεται περαιτέρω έρευνα».

Το 2016 δημοσιεύθηκε άλλη μια μεγάλη μετα-ανάλυση που περιέλαβε 1.022.276 άτομα μεταξύ των οποίων είχαν καταγραφεί 20.176 καρδιακά περιστατικά και 13.067 εγκεφαλικά επεισόδια. Για κάθε 38,5 mg/dL αύξηση στην ολική χοληστερόλη καταγράφηκε αύξηση κινδύνου για καρδιακό επεισόδιο κατά 24% στους άνδρες και κατά 20% στις γυναίκες. Η αύξηση του κινδύνου για εγκεφαλικό (όλων των τύπων) ήταν μόλις 3% για τους άνδρες και 1% γυναίκες.

Δείτε επίσης