Είναι το μοναδικό φαρμακευτικό σκεύασμα που αναφέρεται σε ολόκληρο τον κόσμο απλά ως «χάπι» και το πρώτο στην ιστορία που φτιάχτηκε για να το παίρνουν άνθρωποι που δεν υπέφεραν από κάποια ασθένεια. Πέρα από το γεγονός ότι αποτελεί μια απλή μέθοδο αντισύλληψης, έγινε ένα από τα σύμβολα της γυναικείας χειραφέτησης και εδραίωσε την ιδέα ότι σκοπός της σεξουαλικής πράξης δεν είναι μόνο η αναπαραγωγή του είδους.
Όπως όλα τα σύμβολα, όμως, έτσι και το χάπι – ή μάλλον η πορεία του σε αυτόν τον μισό αιώνα από τότε που δημιουργήθηκε – είναι γεμάτη παράδοξα. Ο εφευρέτης του ήταν ένας συντηρητικός καθολικός που αναζητούσε μια θεραπεία για τα προβλήματα γονιμότητας. Συνδέθηκε με την έκρηξη της σεξουαλικής επανάστασης, παρά το γεγονός ότι τη δεκαετία του 1960 η χρήση του επιτρεπόταν κατά κύριο λόγο μόνο για γυναίκες που ήταν παντρεμένες.
Οι υποστηρικτές του ήλπιζαν ότι θα τόνωνε τον θεσμό του γάμου, αφού θα απάλλασσε τα ζευγάρια από το άγχος μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Οι επικριτές του ισχυρίζονται ακόμη και σήμερα ότι είναι σχεδόν η κινητήρια δύναμη της ακολασίας, της μοιχείας και τη διάλυσης της οικογένειας.
Οι αντιφάσεις δεν σταματούν εδώ: Το 1999 το περιοδικό “Economist” χαρακτήρισε το αντισυλληπτικό χάπι ως τη μεγαλύτερη επιστημονική πρόοδο του 20ού αιώνα. Αλλά η Γκλόρια Στάινεμ, μια από τις πιο γνωστές φεμινίστριες εκείνης της εποχής, θεωρούσε την επιρροή του «υπερεκτιμημένη». Στη μεγαλύτερη έρευνα που πραγματοποιήθηκε ποτέ – συμμετείχαν 46.000 γυναίκες επί 40 χρόνια – διαπιστώθηκε ότι οι γυναίκες που έπαιρναν αντισυλληπτικά είχαν λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν πρόωρα από οποιαδήποτε αιτία, συμπεριλαμβανομένων του καρκίνου και των καρδιαγγειακών παθήσεων. Κι όμως, πολλές γυναίκες αναρωτιούνται εάν οι κίνδυνοι για την υγεία τους είναι περισσότεροι από τα οφέλη.
Η αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι ήθελαν να μάθουν πώς να μην κάνουν παιδιά σχεδόν από τότε που έκαναν παιδιά. Οι αρχαίες Αιγύπτιες έφτιαχναν έναν πολτό από τα περιττώματα των κροκόδειλων, τον οποίο χρησιμοποιούσαν ως αντισυλληπτικό κολπικό υπόθεμα. Ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι το λάδι από κέδρο και το λιβάνι είχαν σπερματοκτόνο δράση. Ο Καζανόβας είχε γράψει πως χρησιμοποιούσε μια λεμονόκουπα για διάφραγμα. Τον 18ο αιώνα κάποιος δόκτωρ Κόντομ κατασκεύασε μια ελαστική μεμβράνη από έντερα προβάτου για τον Κάρολο Β’, βασιλιά της Αγγλίας και πατέρα πολλών νόθων παιδιών. Τα πρώτα προφυλακτικά, βέβαια, είχαν φτιαχτεί πολλούς αιώνες πριν.
Δεν ήταν το χάπι επομένως που διαχώρισε την αναπαραγωγή από το σεξ στα παντρεμένα ζευγάρια, όπως επισημαίνει στο περιοδικό “Time” η καθηγήτρια Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ Κλάουντια Γκόλντιν. Οι γυναίκες ήξεραν πολύ πριν την εισαγωγή του ως μεθόδου αντισύλληψης πώς να αποφύγουν μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Και σε αυτή τη διαπίστωση συνηγορούν οι στατιστικές: Η μέση λευκή Αμερικανίδα γεννούσε επτά φορές τον 18ο αιώνα. Σε λιγότερο από εκατό χρόνια αργότερα, ο αριθμός αυτός είχε μειωθεί στο 3,5.
Ολη αυτή την περίοδο η αντισύλληψη αντιμετωπιζόταν με εχθρότητα απ’ όλο το θρησκευτικό φάσμα. Ακόμη και μέσα στο γάμο, το σεξ θεωρείτο ανήθικο εάν ο σκοπός της συνουσίας δεν ήταν η αναπαραγωγή. Ο φόβος της εγκυμοσύνης υποτίθεται ότι ήταν ένας ισχυρός ανασταλτικός παράγοντας για την ακολασία και η ενημέρωση γύρω από την αντισύλληψη χαρακτηριζόταν περίπου ως πορνογραφία. Το 1873 το αμερικανικό Κογκρέσο πέρασε νόμο με τον οποίο απαγόρευσε την ενημέρωση γύρω από την αποφυγή της σύλληψης ως αντιβαίνουσα τα χρηστά ήθη.
Η κινητήριος δύναμη που άλλαξε τα δεδομένα ήταν μια γυναίκα, η οποία γεννήθηκε στο Κόρνινγκ της Νέας Υόρκης από καθολική μητέρα και έναν πατέρα που έφτιαχνε φιγούρες αγγέλων και αγίων από μάρμαρο. Όταν η μητέρα της πέθανε στα 50 της χρόνια έπειτα από 18 τοκετούς, η Μάργκαρετ Σέιντγκερ κατηγόρησε τον πατέρα της ότι ήταν υπεύθυνος για την απώλεια. «Εσύ το προκάλεσες αυτό. Η μητέρα πέθανε επειδή έκανε πολλά παιδιά», του είπε. Η Σέιντγκερ έγινε νοσοκόμα και άρχισε να ονειρεύεται ένα «μαγικό χάπι» που θα εμπόδιζε τη σύλληψη. Το 1914 επινόησε τον όρο «έλεγχος γεννήσεων» και την ίδια χρονιά βρέθηκε αντιμέτωπη με τις αρχές επειδή ταχυδρομούσε την «Εξεγερμένη γυναίκα», μια μπροσούρα για την αντισύλληψη. Δύο χρόνια αργότερα άνοιξε την πρώτη κλινική οικογενειακού προγραμματισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες. Συνελήφθη και πάλι και φυλακίστηκε για 30 ημέρες.
Το 1917 η Μάργκαρετ Σέιντγκερ συνάντησε σε μια διάλεξη στη Βοστόνη την Κάθριν Ντέξτερ ΜακΚόρμικ. Από πλούσια οικογένεια, η ΜακΚόρμικ ήταν η δεύτερη γυναίκα που είχε αποφοιτήσει από το τμήμα Βιολογίας του φημισμένου MIT, του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης. Ενθερμη φεμινίστρια σαν την Σέιντγκερ, η πλούσια βιολόγος έγινε αμέσως η χρηματοδότρια του κινήματος ελέγχου γεννήσεων.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρχαν 55 κλινικές γεννήσεων το 1930. Δώδεκα χρόνια αργότερα είχαν φτάσει τις 800. Εκείνη τη χρονιά, η Birth Control League της Σέιντγκερ άλλαξε το όνομά της σε Planned Parenthood Federation of America. Στο μεταξύ, η έρευνα στα εργαστήρια προχωρούσε γρήγορα. Η ιδέα μιας ορμονικής προσέγγισης στον έλεγχο γεννήσεων είχε γεννηθεί αρκετά χρόνια πριν, αλλά το πέρασμα από τη θεωρία σε ένα χάπι που οι γυναίκες θα μπορούσαν να παίρνουν τόσο εύκολα όσο μια βιταμίνη, απαιτούσε έναν συνδυασμό κίνητρων, χρήματος, γνώσεων και επιστημονικής ευφυΐας.
Η επιστημονική ευφυΐα βρέθηκε στο πρόσωπο του Γκρέγκορι Πίνκους, τον οποίο η Σέιντγκερ συνάντησε σε μια δεξίωση το 1951. Τη δεκαετία του 1930, ο Πίνκους ήταν ένας φέρελπις βοηθός καθηγητή Φυσιολογίας στο Χάρβαρντ. Όταν γνωρίστηκε με τη Σέιντγκερ, ο Πίνκους είχε το δικό του εργαστήριο. Από τις έρευνές του ήξερε ότι τα αυξημένα επίπεδα μιας ορμόνης, της προγεστερόνης, διέκοπταν τη διαδικασία της ωορρηξίας. Η πειραματική επαλήθευση της θεωρίας σε ανθρώπους απαιτούσε κάποιον με κλινική εμπειρία. Κι αυτός ήταν ο Τζον Ροκ, ένας αφοσιωμένος καθολικός με πέντε παιδιά και 19 εγγόνια, ο οποίος είχε αφιερωθεί επιστημονικά στην αντιμετώπιση της γυναικείας στειρότητας.
Οι δύο επιστήμονες άρχισαν να συνεργάζονται το 1952 πραγματοποιώντας τις δοκιμές τους στο Πουέρτο Ρίκο, καθώς η έρευνα για την αντισύλληψη ήταν απαγορευμένη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πέντε χρόνια αργότερα, το χάπι εγκρίθηκε από τις αρμόδιες αρχές ως μέσον θεραπείας των «γυναικείων διαταραχών». Τον Μάιο του 1960 η αμερικανική Ομοσπονδία Τροφίμων και Φαρμάκων έδωσε τις ευλογίες της για την εμπορική διάθεση του φαρμάκου.
Από κάποιους το χάπι θεωρήθηκε απειλή και άλλοι είδαν σε αυτό ένα νέο όπλο. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει η Καθολική Εκκλησία που στη Β’ Σύνοδο του Βατικανού το 1962 αποφάσισε να συστήσει ειδική επιτροπή για την εξέταση του θέματος. Στη δεύτερη κατηγορία βρέθηκαν κάποιοι σταυροφόροι του αντικομμουνισμού, οι οποίοι θεώρησαν ότι ο έλεγχος των γεννήσεων σε χώρες με πολιτική αστάθεια και υψηλά ποσοστά φτώχειας θα μείωνε τον κίνδυνο να «μολυνθούν» οι κοινωνίες τους από την κομμουνιστική ιδεολογία. Αλλοι ήλπισαν ότι θα βοηθούσε στη μείωση των αμβλώσεων, ειδικά σε χώρες – όπως στην πρώην Ανατολική Γερμανία – όπου ο αριθμός τους ήταν υψηλότερος από αυτόν των γεννήσεων.
Οι γυναίκες, πάντως, αγκάλιασαν το χάπι για έναν πολύ προσωπικό λόγο: Ηταν ένας αποτελεσματικός και βολικός τρόπος για να αποφύγουν μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Το 1961 το χρησιμοποιούσαν 400.000 γυναίκες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ένα χρόνο αργότερα έγιναν 1.200.000, αριθμός που είχε τριπλασιασθεί έως το 1965, παρά το γεγονός ότι περιοδικά της εποχής αναρωτιόντουσαν εάν το χάπι μπορεί να οδηγήσει σε «σεξουαλική αναρχία». Ηταν ερωτήματα που δεν είχαν και πολύ σημασία.
Οι δυτικές κοινωνίες γνώρισαν έντονες κοινωνικές αλλαγές από τη δεκαετία του 1960 και αυτές οι αλλαγές είχαν στενή σχέση με το χάπι. Το 1960 η μέση αμερικανική οικογένεια είχε 3,6 παιδιά. Εως το 1980 είχαν μειωθεί στα δυο. Ηταν η πρώτη φορά που οι περισσότερες γυναίκες θεωρούσαν τον εαυτό τους εργαζόμενες παρά νοικοκυρές. Σήμερα, περισσότερες από 100 εκατομμύρια γυναίκες σε ολόκληρο τον κόσμο ξεκινούν την ημέρα τους με ένα αντισυλληπτικό χάπι.