Αμερικανοί επιστήμονες ανακάλυψαν ότι είχε υποτιμηθεί ως τώρα το ειδικό βάρος ενός φυσικού μηχανισμού, που επιδεινώνει την κλιματική αλλαγή με το πέρασμα του χρόνου. Πρόκειται για τη διαχρονική μείωση της ηλιακής ακτινοβολίας που αντανακλάται πίσω στο διάστημα, καθώς οι πάγοι και τα χιόνια του πλανήτη μας σταδιακά λιώνουν, με συνέπεια η λευκή επιφάνεια της Γης να συρρικνώνεται και έτσι η ικανότητα αντανάκλασης να μειώνεται.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον βοηθό καθηγητή του Τμήματος Επιστημών της Ατμόσφαιρας, των Ωκεανών και του Διαστήματος του πανεπιστημίου του Μίσιγκαν Μαρκ Φλάνερ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό γεωπεπιστημών «Nature Geoscience», σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ, μελέτησαν δεδομένα δορυφόρων για την παγοκάλυψη και την χιονοκάλυψη στο Βόρειο Ημισφαίριο (Αρκτική θάλασσα, Γροιλανδία, παγετώνες κ.α.), καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι, μεταξύ των ετών 1979 – 2008, όλο και λιγότερη ηλιακή ενέργεια ακτινοβολείται πίσω στο διάστημα.
Όσο οι πάγοι και τα χιόνια λιώνουν στο Βορρά, τόσο αποκαλύπτεται το νερό ή το έδαφος από κάτω τους, τα οποία όμως και τα δύο είναι αρκετά πιο σκούρα, με συνέπεια να απορροφάται όλο και περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία, αντί να αντανακλάται στον ουρανό. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, οι πάγοι και τα χιόνια του βορείου ημισφαιρίου αντανακλούν τώρα πίσω στην ατμόσφαιρα κατά μέσο όρο ηλιακή ενέργεια περίπου 3,3 βατ ανά τετραγωνικό μέτρο, ποσότητα μειωμένη κατά 0,45 βατ ανά τετραγωνικό μέτρο σε σχέση με το τέλος της δεκαετίας του ΄70.
Η μελέτη επίσης υπολόγισε ότι κάθε άνοδος της θερμοκρασίας κατά ένα βαθμό Κελσίου σημαίνει ότι μια μείωση της ηλιακής ενέργειας που αντανακλάται από το βόρειο ημισφαίριο, της τάξης των 0,1 έως 1,1 βατ ανά τετραγωνικό μέτρο. Η μέση θερμοκρασία του βορείου ημισφαιρίου έχει αυξηθεί κατά περίπου 0,75 βαθμούς στις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Η μελέτη δεν ασχολήθηκε με το νότιο ημισφαίριο (Ανταρκτική), όπου υπάρχει πολύ περισσότερος πάγος, η μέση θερμοκρασία είναι αρκετά χαμηλότερη και υπάρχουν λιγότερα σημάδια κλιματικής αλλαγής.
Ο Φλάνερ επεσήμανε ότι η μείωση στην αντανακλώμενη ηλιακή ενέργεια (με τη συνακόλουθη μικρότερη επίδραση στην μείωση της θερμοκρασίας) είναι μεγαλύτερη από αυτήν που έχουν ενσωματώσει ως τώρα τα κύρια κλιματολογικά μοντέλα, πράγμα που σημαίνει ότι η κλιματική αλλαγή υποτιμάται σε ένα βαθμό. Όπως είπε, «η κρυόσφαιρα (οι περιοχές πάγου και χιονιού στη Γη) αντιδρά πιο ευαίσθητα και επίσης επιδρά περισσότερο στην κλιματική αλλαγή, από ό,τι νομίζαμε».
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο πλανήτης απορροφά ηλιακή ενέργεια κατά μέσο όρο με ετήσιο ρυθμό περίπου 240 βατ ανά τετραγωνικό μέτρο. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η Γη θα ήταν πιο σκούρα και θα απορροφούσε άλλα 3,3 βατ, χωρίς την κρυόσφαιρα του βορείου ημισφαιρίου.
Πολλές προηγούμενες επιστημονικές έρευνες προβλέπουν ότι οι πάγοι στην Αρκτική θάλασσα θα εξαφανίζονται πλέον τα καλοκαίρια μέχρι το τέλος του αιώνα μας, όμως ο Φλάνερ δήλωσε ότι είναι αδύνατο να εξαχθούν συμπεράσματα από τη νέα μελέτη σχετικά με τον ρυθμό με τον οποίο θα λιώνουν οι πάγοι στο μέλλον. «Υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν το κλίμα …και αυτός (σ.σ. η αντανάκλαση της ηλιακής ακτινοβολίας) είναι μόνο ένας από αυτούς», όπως ανέφερε.
Για παράδειγμα, ένας άλλος παράγων είναι αν θα υπάρχουν περισσότερα σύννεφα σε ένα μελλοντικό θερμότερο πλανήτη, καθώς οι λευκές κορυφές των νεφών αντανακλούν περισσότερο ηλιακό φως πίσω στο διάστημα. Από την άλλη, παραμένει άγνωστο πόσο θα αυξηθούν οι υδρατμοί στην ατμόσφαιρα, οι οποίοι παγιδεύουν θερμότητα, επιτείνοντας έτσι το φαινόμενο του θερμοκηπίου, το οποίο πρωτίστως προκαλείται από το διοξείδιο του άνθρακα.