Η οστεοπόρωση χαρακτηρίζεται από την απώλεια της οστικής αντοχής που οδηγεί σε κατάγματα ευθραυστότητας, χωρίς δηλαδή να προηγηθεί σοβαρός τραυματισμός.
Το 41% των γυναικών άνω των 50 ετών πάσχει από οστεοπενία, ενώ το 15% των γυναικών 50-59 ετών πάσχει από οστεοπόρωση. Μετά την ηλικία των 50 ετών, 1 στις 3 γυναίκες και 1 στους 5 άνδρες θα υποστεί ένα οστεοπορωτικό κάταγμα στο υπόλοιπο της ζωής τους. Για τις γυναίκες ο κίνδυνος για οστεοπορωτικό κάταγμα είναι υψηλότερος από ότι ο κίνδυνος των καρκίνων του μαστού, ωοθηκών και μήτρας μαζί, ενώ για τους άνδρες είναι αντίστοιχα πολύ υψηλότερος από τον κίνδυνο καρκίνου του προστάτου. Περίπου το 50% αυτών που έπαθαν ένα οστεοπορωτικό κάταγμα θα πάθουν άλλο ένα, με εκθετική αύξηση του κινδύνου για καθένα κάταγμα.
Αν και η οστεοπόρωση είναι νόσος της 3ης ηλικίας, αυτή προσβάλει και τις νέες, προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, δηλαδή γυναίκες από 20 – 50 ετών με κανονική έμμηνο ρύση, οι οποίες μπορεί να πάθουν και οστεοπορωτικά κατάγματα.
Πρόληψη – Θεραπεία
Μπορεί η οστεοπόρωση να είναι πάθηση της τρίτης ηλικίας, τα μέτρα όμως για τη πρόληψη της πρέπει να αρχίζουν από τη παιδική ηλικία.
Όλοι πρέπει να παίρνουν ασβέστιο, βιταμίνη D, να μη καπνίζουν, να ασκούνται και να μειώσουν την κατανάλωση του αλατιού ώστε να πετύχουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη οστική πυκνότητα γύρω στην ηλικία των 30 ετών, που ολοκληρώνεται το κτίσιμο του σκελετού μας, ώστε να υπάρχουν εφεδρείες για τα μετέπειτα χρόνια που τα οστά φθείρονται σταδιακά ή γρήγορα σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις ή με τα φάρμακα όπως είναι κορτιζόνη.
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης διαιρούνται σε αντιοστεοαπορροφητικά και οστεοαναβολικά. Θα πρέπει να τονισθεί ότι όποια θεραπεία και αν χορηγηθεί θα πρέπει να χορηγούνται και συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D, που δεν θεωρούνται ειδικά φάρμακα για την οστεοπόρωση.
Στα αντιοστεοαπορροφητικά ανήκουν τα διφωσφονικά, που δίνονται σήμερα από του στόματος, μια φορά την εβδομάδα ή το μήνα, ή ενδοφλεβίως μία φορά το 3μηνο ή το χρόνο, το Denosumab, που δίνεται υποδορίως ανά 6μηνο, και τα SERMS όπως, η βαζεδοξιφαίνη και η ραλοξιφαίνη, που εκτός από την οστεοπόρωση έχει και ευεργετική επίδραση στη πρόληψη του καρκίνου του μαστού, δηλαδή με ένα φάρμακο μειώνουμε το κίνδυνο κατάγματος και ορισμένων μορφών καρκίνου.
Στα οστεοαναβολικά ανήκει η τεριπαρατίδη που χρησιμοποιείται από το 2002 στην Αμερική και από τις αρχές του 2003 στην Ευρώπη, και είναι το μοναδικό αναβολικό φάρμακο, που χορηγείται σήμερα σε όλο τον κόσμο και μειώνει το κίνδυνο καταγμάτων ευθραυστότητας.
Τα αντιοστεοαπορροφητικά φάρμακα εμποδίζουν την απομάκρυνση/απορρόφηση του οστού, αναστέλλουν δηλαδή βασικά την εξασθένηση του οστού, την μείωση της αντοχής του ενισχύοντας τα δομικά συστατικά του, τις ήδη υπάρχουσες δοκίδες, την ήδη υπάρχουσα ύφανση του οστού. Αντιθέτως, τα οστεοαναβολικά φάρμακα, δηλαδή η τεριπαρατίδη, που είναι το πλέον δοκιμασμένο και μοναδικό στη κατηγορία του, με πάνω από 10 χρόνια κλινικής εμπειρίας, έχει καλύτερο μηχανισμό δράσης από τα αντιοστεοαπορροφητικά.
Η τεριπαρατίδη δημιουργεί νέο και ισχυρό οστούν de novo, δηλαδή διεγείρει τη παραγωγή καινούργιου και ανθεκτικού οστού, κάνει καινούργιες δοκίδες και μπορεί να επανασυνδέει τις σπασμένες, δημιουργεί δηλαδή “πυκνοϋφασμένα” οστά που δεν σπάνε εύκολα.
Τα αποτελέσματα του ξεχωριστού τρόπου δράσης φαίνονται σε πρόσφατες μελέτες που συνέκριναν την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της τεριπαρατίδης με γνωστά αντιοστεοαπορροφητικά φάρμακα σε καταστάσεις που ο σκελετός υποφέρει.
Είναι γνωστό ότι η κορτιζόνη αποτελεί ένα ισχυρό παράγοντα κινδύνου για οστεοπόρωση και για κατάγματα, προσβάλει τα οστά με πολλούς μηχανισμούς, είναι θα έλεγε κανείς ένα ισχυρός τοξικός παράγοντας που ελαττώνει την οστική αντοχή, γι’ αυτό όλες οι επιστημονικές εταιρείες συνιστούν σε όλους τους ασθενείς που λαμβάνουν ή θα πάρουν φαρμακολογικές δόσεις κορτιζόνης, για μεγάλο διάστημα, να αρχίσουν αμέσως, προληπτικά και θεραπεία για την οστεοπόρωση.
Ένα συχνό και βασανιστικό πρόβλημα στους ασθενείς με οστεοπόρωση είναι ο πόνος στη πλάτη, ο οποίος μειώνεται από τις πρώτες μέρες θεραπείας, με τεριπαρατίδη, και συγχρόνως οι ασθενείς αισθάνονται πολύ καλύτερα γενικώς. Είναι δε σημαντικό ότι ο πόνος στη πλάτη εξακολουθεί να είναι μειωμένος, όπως και ο κίνδυνος νέων καταγμάτων, για μήνες μετά την ολοκλήρωση της 24μηνης θεραπείας με τεριπαρατίδη.
Ένα άλλο ευεργετικό αποτέλεσμα, απότοκο της οστεοαναβολικής δράσης της τεριπαρατίδης είναι η επούλωση των καταγμάτων (fracture healing). Υπάρχει πληθώρα μελετών που δείχνουν ότι με τεριπαρατίδη επιτυγχάνεται ταχύτερη επούλωση των καταγμάτων, επούλωση παλαιών καταγμάτων που για διαφόρους λόγους δεν προχωρούσε η πώρωση (δεν κολλούσαν) και πώρωση των “άτυπων καταγμάτων” και θεραπεία της οστεονέκρωσης της γνάθου, δύο σπάνιες αλλά ταυτόχρονα σοβαρές καταστάσεις που μπορούν να εμφανιστούν μετά από μακροχρόνια θεραπεία με διφωσφονικά ή με το Denosumab.
Να σημειωθεί ότι σε πρόσφατη μελέτη, σε νέες, 20 – 48 ετών, γυναίκες με κανονική έμμηνο ρύση και με ένα τουλάχιστον οστεοπορωτικό κάταγμα στην Αμερική, στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Κολούμπια και στο Πανεπιστήμιο Κρέιτον της Νεμπράσκα, προτιμήθηκε να χορηγηθεί η τεριπαρατίδη, για λόγους αποτελεσματικότητας και ασφάλειας, διότι οι προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες μπορεί μετά τη θεραπεία να κυοφορήσουν και να θηλάσουν.
Τα πρόδρομα αποτελέσματα είναι θεαματικά όσον αφορά την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της τεριπαρατίδης, διότι αυξάνεται θεαματικά η οστική πυκνότητα στις ανταποκρινόμενες στη θεραπεία νέες προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.