Η στεφανιαία νόσος είναι η κύρια αιτία θανάτου των ανδρών στις αναπτυγμένες χώρες αλλά και των γυναικών ύστερα από κάποια ηλικία. Δύο ισχυροί παράγοντες πρόβλεψης θανάτου από καρδιακή νόσο είναι η καρδιοαναπνευστική ικανότητα και η αναλογία τριγλυκεριδίων προς καλή χολησερόλη (το πηλίκον TG:HDL).
Στην τελευταία έκδοση του περιοδικού Mayo Clinic Proceedings, δύο νέες μελέτες υπογραμμίζουν τη σημασία της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας.
Μελέτη που διεξήχθη από τον Stephen Farrell, του Ινστιτούτου The Cooper, στο Ντάλας, και τους συνεργάτες του βρήκε ισχυρές ενδείξεις ότι το μέτριο έως υψηλό επίπεδο άσκησης αντιμετωπίζει μερικά από τα αρνητικά αποτελέσματα μιας υψηλής τιμής του πηλίκου TG: HDL.
“Ενώ εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά σημαντική η μέτρηση παραδοσιακών παραγόντων κινδύνου, όπως η αρτηριακή πίεση, η χοληστερόλη του αίματος, τα τριγλυκερίδια και τα επίπεδα γλυκόζης, η εκτίμηση του επιπέδου καρδιοαναπνευστικής ικανότητας δίνει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τον κίνδυνο από καρδιαγγειακή νόσο”, είπε ο Farrell. Και πρόσθεσε: “Ανεξάρτητα από το αν ο λόγος TG: HDL ήταν χαμηλός ή υψηλός, έχοντας τουλάχιστον ένα μέτριο επίπεδο φυσικής κατάστασης παρέχει προστασία από το θάνατο λόγω καρδιακής νόσου σε σύγκριση με το χαμηλό επίπεδο φυσικής κατάστασης”.
Συνολικά, 40.269 άντρες έλαβαν μέρος σε μια ολοκληρωμένη φυσική εξέταση μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 1978 και της 31ης Δεκεμβρίου 2010. Η εξέταση περιελάμβανε μια δοκιμασία μέγιστης άσκησης για την μέτρηση της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας. Επίσης μετρήθηκε ο λόγος TG: HDL. Αυτή η αναλογία υπολογίζεται εύκολα λαμβάνοντας το επίπεδο τριγλυκεριδίων αίματος νηστείας και διαιρώντας το με το επίπεδο HDL χοληστερόλης. Μία χαμηλή τιμή αποτελεί δείκτη ότι η ινσουλίνη λειτουργεί καλά ενώ μια υψηλή τιμή υποδεικνύει αντίσταση στην ινσουλίνη. Αρκετά υψηλές τιμές υποδεικνύουν αυξημένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακών παθήσεων.
Οι συμμετέχοντες, οι οποίοι κατηγοριοποιήθηκαν σε ομάδες χαμηλής, μέτριας και υψηλής καρδιοαναπνευστικής ικανότητας, παρακολουθήθηκαν για μια μέση περίοδο 16,6 ετών, κατά τη διάρκεια της οποίας σημειώθηκαν 556 θάνατοι λόγω στεφανιαίας καρδιοπάθειας.
Τα μέτρια έως υψηλά επίπεδα άσκησης παρείχαν σημαντική προστασία από το θάνατο λόγω στεφανιαίας νόσου. Οι χαμηλότερες τιμές της αναλογίας TG: HDL παρείχαν επίσης σημαντική προστασία. Τον χαμηλότερο κίνδυνο είχαν οι άντρες με υψηλή καρδιοαναπνευστική ικανότητα και χαμηλή τιμή TG: HDL.
Ο συνδυασμός του επιπέδου φυσικής κατάστασης και του λόγου TG:HDL παρέχει πολύ περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση κινδύνου από το καθένα ξεχωριστά, είπαν οι ερευνητές. Και όταν αυτά τα δύο χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως η αρτηριακή πίεση κλπ., προσδιορίζεται με μεγαλύτερη ακρίβεια ο κίνδυνος από καρδιαγγειακή νόσο.
Να σημειωθεί ότι μερικές μελέτες δείχνουν ότι η αναλογία TG: HDL μπορεί να αντανακλά το μέγεθος των σωματιδίων LDL, όπου μικρά πυκνά σωματίδια LDL είναι πιο πιθανό να προκαλέσουν αθηρωματική πλάκα από τα μεγάλα και λιγότερο πυκνά σωματίδια.
Τα παιδιά
Η άλλη μελέτη, από Ισπανούς ερευνητές, υπογραμμίζει τη σημασία της παρακολούθησης της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας για την έγκαιρη ανίχνευση του μελλοντικού καρδιαγγειακού κινδύνου στη νεολαία. Οι ερευνητές γράφουν πως η μέτρηση της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας σε 6 έως 12 χρονών παιδιά μπορεί να αποκαλύψει δείκτες αυξημένου κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου αργότερα στη ζωή.
Ο επικεφαλής της μελέτης José Castro-Piñero, από το Τμήμα Φυσικής Αγωγής της Σχολής Παιδείας του Πανεπιστημίου Cádiz, δήλωσε: “Αν και τα περιστατικά καρδιαγγειακής νόσου συμβαίνουν συχνότερα στην πέμπτη δεκαετία της ζωής ή αργότερα, υπάρχουν στοιχεία ότι η πρόωρη ανίχνευση και διάγνωση των παραγόντων κινδύνου σε παιδιά και εφήβους θα συμβάλει στην ανάπτυξη της αποτελεσματικής πρόληψης προγραμμάτων, σε συμβουλευτικές υπηρεσίες, σχολικές στρατηγικές και πολιτικές δημόσιας υγείας”.
Οι συμμετέχοντες ήταν μέρος της μελέτης UP & DOWN που συνολικά περιλαμβάνει 2.225 νεαρά ηλικίας μεταξύ 6 και 18 ετών. Για τη συγκεκριμένη μελέτη εξετάστηκαν 213 μαθητές πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η καρδιοαναπνευστική ικανότητα εκφράστηκε ως τιμή κατανάλωσης οξυγόνου ανά λεπτό (ml/kg ανά λεπτό) που υπολογίστηκε σε τεστ τρεξίματος. Άλλα δεδομένα που συλλέχθηκαν περιελάμβαναν το πάχος του δέρματος, την αρτηριακή πίεση, την τιμή των τριγλυκεριδίων στο αίμα την τιμή της ολικής χοληστερόλης, την τιμή της HDL, το επίπεδο γλυκόζης και το επίπεδο ινσουλίνης. Από αυτά τα δεδομένα προσδιορίστηκε η συνολική βαθμολογία του καρδιαγγειακού κινδύνου.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αρκετοί μεμονωμένοι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της διετούς περιόδου παρακολούθησης τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια, ενώ η συνολική βαθμολογία καρδιαγγειακού κινδύνου αυξήθηκε σημαντικά μόνο για τα αγόρια. Η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου μειώθηκε τόσο για τα αγόρια και τα κορίτσια.
Στην συνοδευτική έκδοση, ο Carl Lavie, του καρδιολογικού και αγγειακού ινστιτούτου John Ochsner, παρατηρεί ότι τα δεδομένα που παρουσιάζονται στην πρώτη μελέτη παρέχουν σημαντικά μηνύματα δημόσιας υγείας. Κατ ‘αρχάς, η καρδιοαναπνευστική ικανότητα ρυθμίζει σημαντικά τον καρδιαγγειακό κίνδυνο που σχετίζεται με τη δυσλιπιδαιμία. Δεύτερον, τα 11 έως 22 χιλιόμετρα την εβδομάδα τρέξιμο μέτριας έντασης μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο που συνδέεται με τα αυξημένα επίπεδα TG: HDL. Τέλος, η καρδιοαναπνευστική ικανότητα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τους επαγγελματίες υγείας όταν υπολογίζεται ο καρδιαγγειακός κίνδυνος.