Η έκθεση στον καπνό του τσιγάρου κατά την εγκυμοσύνη και μετά τη γέννα σχετίζεται με εξασθένηση της ακοής, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Paediatric and Perinatal Epidemiology.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κιότο, της Ιαπωνίας, μελέτησαν στοιχεία για 50.734 παιδιά τριών ετών που είχαν γεννηθεί την περίοδο 2004-2010.
- Το 3,8% των παιδιών είχε εκτεθεί στο κάπνισμα μόνο ενδομητρίως.
- Το 3,9% των παιδιών είχε εκτεθεί στο παθητικό κάπνισμα στη διάρκεια του πρώτου τετραμήνου.
- Το 0,9% είχε εκτεθεί τόσο ενδομητρίως όσο και τους τέσσερις πρώτους μήνες μετά τη γέννα.
Η συχνότητα της ακουστικής εξασθένησης σε ηλικία τριών ετών ήταν 4,6%.
Τα ευρήματα ήταν τα εξής:
- Συγκριτικά με τα παιδιά που δεν είχαν εκτεθεί καθόλου στο κάπνισμα, εκείνα που είχαν εκτεθεί στο τσιγάρο λόγω καπνίσματος της μητέρας πριν από την εγκυμοσύνη είχαν 26% αυξημένο σχετικό κίνδυνο ακουστικής εξασθένησης.
- Τα παιδιά που είχαν εκτεθεί μόνο στο παθητικό κάπνισμα κατά το πρώτο τετράμηνο της ζωής τους είχαν 30% αυξημένο κίνδυνο.
- Όσα παιδιά είχαν εκτεθεί στο κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη είχαν 68% σχετικό κίνδυνο.
- Όσα παιδιά είχαν εκτεθεί στο τσιγάρο τόσο κατά την εγκυμοσύνη όσο και στο παθητικό κάπνισμα το πρώτο τετράμηνο της ζωής τους είχαν 2,4 φορές περισσότερες πιθανότητες εξασθενημένης ακοής.
«Αν και βάσει των ισχυόντων κατευθυντήριων οδηγιών απαγορεύεται το κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη και παρουσία παιδιών, πολλές γυναίκες εξακολουθούν να καπνίζουν ενώ είναι έγκυες και πολλά μικρά παιδιά εκτίθενται δευτεροπαθώς στον καπνό του τσιγάρου. Η παρούσα μελέτη ξεκαθαρίζει ότι η πρόληψη της έκθεσης στον καπνό του τσιγάρου κατά την εγκυμοσύνη και μετά τη γέννα μειώνει τον κίνδυνο των ακουστικών προβλημάτων στα παιδιά”, ανέφερε ο Koji Kawakami, επικεφαλής της μελέτης..
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι τα ευρήματα υπενθυμίζουν την ανάγκη για περαιτέρω ενδυνάμωση των αντικαπνιστικών πολιτικών πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την κύηση ώστε να μειωθεί το παθητικό κάπνισμα των παιδιών.