Το σπέρμα μεταφέρει επιγενετικές πληροφορίες

Πριν μερικές δεκαετίες δεν υπήρχε τίποτα που να υποδηλώνει ότι οι εμπειρίας ζωής ενός ατόμου μπορεί να έχουν επίδραση στους απογόνους του. Αλλά αυτό έχει αρχίζει να αλλάζει με τις έρευνες γύρω από την επιγενετική η οποία μελετά τα γονίδια που ενεργοποιούνται και απενεργοποιούνται.

Ένα σημείο καμπής για αυτόν τον τομέα της έρευνας ήταν ο λιμός της Ολλανδίας στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος οδήγησε σε γέννηση παιδιών μικρότερων σε βάρος, κάτι που κράτησε δύο γενιές. Αυτό ήταν το πρώτο αναγνωρισμένο παράδειγμα «κληρονομούμενου τραύματος».

Μια πρωτοποριακή μελέτη το 2013 έδειξε ότι τα ποντίκια μπορούν να κληρονομήσουν τους φόβους των παππούδων και των γονιών τους και ότι αυτός ο φόβος μπορεί να προκληθεί ακόμη και από την μυρωδιά, χωρίς να βιώσουν τα ίδια τον πόνο. Ερευνητές του Emory University έδειξαν ότι αυτό δεν ήταν το αποτέλεσμα κάποιας γενετικής μετάλλαξης αλλά μιας «χημικής τροποποίησης» του DNA που εμπόδισε την έκφραση ενός γονιδίου, χωρίς να το έχει μεταβάλει.

Το 2018 μια καναδική μελέτη έδειξε ότι μια ομάδα γυναικών είχε υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης μετά τον τοκετό και αυτό αποδόθηκε σε γενεές τραύματος και ταλαιπωρίας.

Σήμερα η ιατρική κοινότητα συμφωνεί ότι οι τραυματικές εμπειρίες – όπως η σεξουαλική επίθεση, η κακή ανατροφή, το διαζύγιο ή ο θάνατος ενός αγαπημένου έχουν μακροχρόνια επίδραση στην υγεία του παθόντος. Για παράδειγμα, ένα ψυχικό τραύμα βάζει το σώμα σε κατάσταση άμυνας, στέλνοντας αίμα στην άντληση των κύριων μυών, αυξάνοντας τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, πλημμυρίζοντας το σώμα με την κορτιζόλη και με ενδορφίνες, έτσι ώστε να μπορέσουμε να αποκλείσουμε τον πόνο.

Για παράδειγμα, ερευνητές από το University of Pittsburgh School of Medicine έδειξαν ότι οι επιζώντες σεξουαλικής επίθεσης είχαν διπλάσιο κίνδυνο για υπέρταση. Μια άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε το 2015 από το Georgia Regents University, έδειξε ότι το τραύμα της παιδικής ηλικίας συνδέεται με υπέρταση αργότερα στη ζωή.

Επιγενετικές αλλαγές στο σπέρμα

Τώρα, οι επιστήμονες έδειξαν σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature Communications ότι η κακή διατροφή, ο τρόπος ζωής και το τραύμα του πατέρα μπορεί να επηρεάζουν τα παιδιά του – η μελέτη ωστόσο έγινε σε πειραματόζωα.

To σπέρμα φέρνει «επιγενετικά» σημάδια που επιδρούν στο πώς αναπτύσσονται τα κύτταρα του μωρού, έδειξαν ερευνητές από το University of California. Η μελέτη είναι μία από τις πρώτες που εξηγεί πώς οι γενετικοί δείκτες των γονέων έχουν αντίκτυπο στα παιδιά τους.

Για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι επιστήμονες απέρριπταν την ιδέα ότι το σπέρμα θα μπορούσε να μεταφέρει επιγενετικές πληροφορίες στους απογόνους, εν μέρει επειδή είναι τόσο δύσκολο να διαπιστωθεί κάτι τέτοιο. Δεν υπάρχουν γενετικές μεταλλάξεις αλλά ορισμένα γονίδια εμποδίζονται να εκφράζονται πλήρως. Πρόσφατες μελέτες σε ποντίκια και ανθρώπους έδειξαν ότι το 10% των επιγενετικών πληροφοριών διατηρείται στο σπέρμα.

Εξετάζοντας ένα είδος σκουληκιών, η Δρ. Susan Strome και οι συνεργάτες της έδειξαν ότι η επιγενετική πληροφορία στο σπέρμα γνωστή ως «πακετάρισμα ιστόνης», κατευθύνει το σχηματισμό των κυττάρων των απογόνων. Το εργαστήριο επικεντρώθηκε σε ένα επιγενετικό δείκτη που ονομάζεται H3K27me3 και έχει αποδειχθεί ότι καταστέλλει την γονιδιακή έκφραση σε πολλές μελέτες. Όταν αφαιρέθηκε αυτός ο δείκτης, η μεγάλη πλειοψηφία των απογόνων ήταν άγονοι, δείχνοντας ότι είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη του απογόνου.

«Οι απόγονοι που δεν κληρονόμησαν φυσιολογικά επιγενετικά σημάδια σπέρματος ήταν άγονοι», ανέφερε η Strome. «Οτιδήποτε μεταφέρεται στους απογόνους πρέπει να περάσει από τα γεννητικά κύτταρα. Θέλουμε να μάθουμε ποια κύτταρα βιώνουν τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, πώς μεταδίδουν αυτές τις πληροφορίες στα γεννητικά κύτταρα, και πώς επηρεάζουν τους απογόνους».

Δείτε επίσης