Γνωρίζουμε μερικά πράγματα για τον αυτισμό από τελευταίες μελέτες, όπως τα παρακάτω:
Πρώτον, οι αυτιστικές γυναίκες έχουν άτυπη δομή του εγκεφάλου σε ορισμένες περιοχές, όταν αξιολογούνται μέσω απεικόνισης μαγνητικού συντονισμού και συγκρίνονται με νευροτυπικούς ελέγχους.
Δεύτερον, η λειτουργική συνδεσιμότητα στον εγκέφαλο των αρρένων με αυτισμό δείχνει να διαφέρει από το κανονικό.
Τρίτον, οι άνθρωποι με αυτισμό παρουσιάζουν διαφορές σε δύο βασικά ψυχολογικά χαρακτηριστικά, την ενσυναίσθηση και την συστηματοποίηση, ένα εύρημα που έχει αναπαραχθεί σε μια μεγάλη μελέτη 36.000 ατόμων με αυτισμό.
Τέταρτον, οι αυτιστικές γυναίκες έχουν αυξημένα επίπεδα ανδροστενεδιόνης, μια ορμόνη που αποτελεί πρόδρομο της τεστοστερόνης. Ωστόσο, αρκετές μελέτες που επικεντρώθηκαν στην τεστοστερόνη δεν έχουν επιβεβαιώσει τη συσχέτιση των ορμονικών επιπέδων με τα αυτιστικά χαρακτηριστικά.
Και πέμπτο, τα παιδιά με αυτισμό έχουν κάπως πιο αρρενωπά χαρακτηριστικά προσώπου.
Τώρα μία νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Molecular Psychiatry βρήκε -για πρώτη φορά- ότι τα παιδιά που εκτέθηκαν σε υψηλά επίπεδα οιστρογόνων στη μήτρα της μητέρας κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν αυτισμό.
Το εύρημα ενισχύει τη θεωρία ότι οι προγεννητικές ορμόνες αυξάνουν την πιθανότητα αυτισμού, η οποία είχε προταθεί για πρώτη φορά πριν από δύο δεκαετίες.
Να σημειωθεί ότι τα οιστρογόνα και οι υποδοχείς τους είναι ευρέως διαδεδομένα στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες και ρυθμίζουν πολλές διαδικασίες ανάπτυξης νεύρων, συμπεριλαμβανομένης της συναπτογένεσης, της απόπτωσης και της νευρωνικής διαφοροποίησης.
Ο ρόλος των οιστρογόνων έχει μελετηθεί ελάχιστα
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον διακεκριμένο ερευνητή του αυτισμού, καθηγητή Simon Baron-Cohen, διευθυντή του Κέντρου Ερευνών Αυτισμού του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, ανέλυσαν δείγματα αμνιακού υγρού από 98 εγκύους που γέννησαν παιδιά με αυτισμό και άλλες 177 που γέννησαν παιδιά χωρίς αυτισμό.
Διαπιστώθηκε ότι και τα 98 μωρά με αυτισμό είχαν εκτεθεί σε σημαντικά αυξημένα επίπεδα και των τεσσάρων οιστρογόνων στη μήτρα, κάτι που δεν ίσχυε για τα υπόλοιπα παιδιά. Τα τέσσερα οιστρογόνα ήταν η οιστραδιόλη, η οιστριόλη, η οιστρόνη και η θειική οιστρόνη.
Η παρουσία αυξημένων οιστρογόνων στο προγεννητικό στάδιο αποτελεί καλύτερο προγνωστικό δείκτη του μελλοντικού αυτισμού από ό,τι η ύπαρξη αυξημένων επιπέδων προγεννητικών ανδρογόνων όπως η τεστοστερόνη.
Ο Baron-Cohen, ο οποίος πρώτος είχε προτείνει τη σχετική θεωρία, επεσήμανε ότι «τα νέα ευρήματα υποστηρίζουν την ιδέα πως οι αυξημένες προγεννητικές στεροειδείς ορμόνες του φύλου είναι μία από τις δυνητικές αιτίες του αυτισμού.
Τα γονίδια είναι επιβεβαιωμένο ότι συνιστούν μία άλλη αιτία, ενώ οι εν λόγω ορμόνες πιθανώς αλληλεπιδρούν με τους γενετικούς παράγοντες για να επηρεάσουν τον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο του εμβρύου.
Στη μελέτη συμμετείχε και ο Έλληνας διδακτορικός ερευνητής του Κέιμπριτζ Αλέξανδρος Τσομπανίδης, ο οποίος δήλωσε ότι «αυτές οι αυξημένες ορμόνες μπορεί να προέρχονται από τη μητέρα, από το μωρό ή από τον πλακούντα. Το επόμενο βήμα μας θα είναι να μελετήσουμε όλες αυτές τις πιθανές πηγές και πώς αλληλεπιδρούν στη διάρκεια της εγκυμοσύνης».
Οι ερευνητές επεσήμαναν πως μέχρι σήμερα ο ρόλος των οιστρογόνων στον αυτισμό έχει μελετηθεί ελάχιστα, αν και υπογράμμισαν ότι τα νέα ευρήματα δεν σημαίνουν ότι είναι δυνατό -τουλάχιστον προς το παρόν- να χρησιμοποιηθεί το επίπεδο των οιστρογόνων στη μήτρα ως προγνωστικός δείκτης για τον αυτισμό.
Να σημειωθεί ότι μια προηγούμενη μελέτη έδειξε ότι η χαμηλή οιστραδιόλη (και όχι η υψηλή) στο μητρικό αίμα κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου της εγκυμοσύνης αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα του αυτισμού στο έμβρυο – η μελέτη αυτή ήταν μεγάλη περιλαμβάνοντας 2.586 αυτιστικές κυήσεις. Η οιστραδιόλη είναι το πιο σημαντικό οιστρογόνο.
Στην παρούσα μελέτη και τα τέσσερα οιστρογόνα -τα υψηλά επίπεδα- φάνηκε ότι σχετίζονται με τον αυτισμό.
Πηγή: Foetal oestrogens and autism, Molecular Psychiatry (2019).DOI: 10.1038/s41380-019-0454-9.