To βακτήριο Clostridium difficile αντιστέκεται στο νοσοκομειακό απολυμαντικό

Οι χειρουργικές ρόμπες παρέμειναν μολυσμένες με το παθογόνο Clostridium difficile (κλωστηρίδιο το δύσκολο) ακόμη και μετά τη θεραπεία με το συνιστώμενο απολυμαντικό, σύμφωνα με νέα έρευνα. Το ίδιο και ο ανοξείδωτος χάλυβας. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο Applied and Environmental Microbiology, το περιοδικό της Αμερικανικής Εταιρείας Μικροβιολογίας.

«Τα σπόρια των βακτηρίων ήταν σε θέση να αναπτυχθούν μετά την απολύμανση», δήλωσε η κύρια ερευνήτρια Tina Joshi, από το Πανεπιστήμιο του Plymouth, στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Αυτό δείχνει ότι οι σπόροι είναι ανθεκτικοί και πρέπει να επανεξετάσουμε πώς απολυμαίνουμε και εφαρμόζουμε τα μέτρα υγιεινής στα νοσοκομεία».

Το C. difficile μολύνει περίπου μισό εκατομμύριο Αμερικανούς ετησίως, σκοτώνοντας 29.000 άτομα. Νέα στελέχη είναι υπεύθυνα για τις περιπτώσεις σοβαρής ασθένειας. Τα συμπτώματα μπορεί να κυμαίνονται από διάρροια έως πυρετό, ταχυκαρδία, φλεγμονή των εντέρων και νεφρική ανεπάρκεια. Αυτό το παθογόνο μικρόβιο επηρεάζει συνήθως τους ηλικιωμένους στα νοσοκομεία και στις εγκαταστάσεις μακροχρόνιας περίθαλψης.

Το κίνητρο για την έρευνα ήταν μια περίπτωση σε ένα αμερικανικό νοσοκομείο όπου υπήρξε η υποψία ότι οι χειρουργικές ρόμπες συνέβαλαν στη μετάδοση του C. difficile, δήλωσε η Joshi. Οι ρόμπες βρέθηκαν να έχουν μολυνθεί με το θανάσιμο στέλεχος 027 του C. difficile.

Οι ερευνητές εξέτασαν την ικανότητα του C. difficile να προσκολληθεί και στη συνέχεια να μεταφερθεί από τις νοσοκομειακές χειρουργικές ρόμπες, εφαρμόζοντας σπόρια σε αποστειρωμένο νερό, σε συγκέντρωση 1 εκατομμυρίου ανά ml, απευθείας στις χειρουργικές ρόμπες σε υγρό για 10 δευτερόλεπτα, 30 δευτερόλεπτα, 1 λεπτό, 5 λεπτά και 10 λεπτά πριν από την αφαίρεση και την απόρριψη. Η μεθοδολογία αυτή σχεδιάστηκε για να μιμείται τη μεταφορά των μολυσματικών σωματικών υγρών στο κλινικό περιβάλλον, προκειμένου να αξιολογηθεί η δυνατότητα μετάδοσης στους ασθενείς.

Οι αριθμοί των σπορίων που ανακτήθηκαν από τις ρόμπες δεν αυξήθηκαν με το χρόνο επαφής, γεγονός που υποδηλώνει ότι η μεταφορά σπορίων μεταξύ των επιφανειών εμφανίστηκε μέσα στα πρώτα 10 δευτερόλεπτα επαφής, δήλωσε η Joshi.

Οι ενδυμασίες μιας χρήσης είναι αναποτελεσματικές στο να παγιδεύουν σπόρια μέσα στις ίνες τους και να αποτρέπουν την περαιτέρω μετάδοση σπορίων, όπως αποδεικνύεται από την ανάκτηση των σπορίων από τις ρόμπες, σύμφωνα με τους ερευνητές.

Αυτό υπογραμμίζει τη σημασία της διασφάλισης ότι οι χειρουργικές ρόμπες μιας χρήσης χρησιμοποιούνται κατάλληλα για την πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων. Δηλαδή ότι το προσωπικό δεν φοράει τις ρόμπες κατά την είσοδό τος και τις βγάζει όταν εξέρχεται από το δωμάτιο για να αποτρέψει τη μετάδοση των σπορίων και τη συχνότητα εμφάνισης του C. difficile.

Οι ρόμπες τελικά επεξεργάστηκαν με απολυμαντικό που περιείχε 1.000 ppm χλωρίου για 10 λεπτά. Το απολυμαντικό απέτυχε να τις καθαρίσει από το C. difficile. Αυτό “έδειξε ότι οι ρόμπες μπορούν να προσλάβουν και να διατηρήσουν τα σπόρια”, είπε η Joshi.

Τα σπόρια σε ανοξείδωτο χάλυβα και βινύλιο παρέμειναν επίσης βιώσιμα μετά από επεξεργασία με το απολυμαντικό.

«Λόγω αυτής της αντίστασης, μπορεί να είναι συνετό να επανεξετάσουμε πόσα βιοκτόνα χρησιμοποιούμε επί του παρόντος και να διασφαλίσουμε την τυποποίηση του ελέγχου των λοιμώξεων. Η μελέτη μπορεί να εφαρμοστεί σε νοσοκομεία οπουδήποτε στον κόσμο και θα βοηθήσει στην ενημέρωση των μελλοντικών κατευθυντήριων γραμμών για τον έλεγχο των λοιμώξεων και τα βιοκτόνα» δήλωσε η Joshi.

Να σημειωθεί ότι μια άλλη έρευνα έδειξε ότι το Clostridium difficile έχει εξελιχθεί πλέον σε δύο ξεχωριστά είδη, εκ των οποίων το ένα με το πέρασμα του χρόνου έχει ήδη αναπτύξει μεγάλη προσαρμοστικότητα και εξαπλώνεται στα νοσοκομεία.

Δείτε επίσης