Η επιδεινούμενη κλιματική αλλαγή, που μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη ξηρασία, έλλειψη νερού και άνοδο της στάθμης των θαλασσών, έχει εντείνει τους φόβους ότι μπορεί να οδηγήσει σε μελλοντικούς πολέμους και παγκόσμια κοινωνική αναταραχή. Όμως, μια νέα επιστημονική μελέτη, που ανέτρεξε στην ευρωπαϊκή ιστορία, συσχετίζοντας τα επίπεδα θερμοκρασίας του πλανήτη με τη συχνότητα πολέμων, διαπίστωσε ότι, τον περισσότερο χρόνο, τελικά, ίσχυε το αντίστροφο: όσο πιο κρύο ήταν το κλίμα τόσο αυξάνονταν οι πόλεμοι. Όμως, από τον 19ο αιώνα και μετά, αυτή η σχέση φαίνεται να έχει σταματήσει λόγω της βιομηχανικής επανάστασης.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Climatic Change” (Κλιματική Αλλαγή), έγινε από τον Ρίτσαρντ Τολ του Ινστιτούτου Οικονομικής και Κοινωνικής Έρευνας, στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας, και τον Σεμπάστιαν Βάγκνερ του ερευνητικού Ινστιτούτου GKSS, στο Αμβούργο της Γερμανίας, σύμφωνα με τον “Εκόνομιστ”. Μια παρόμοια έρευνα, που έγινε το 2006 από κινέζους επιστήμονες, υπό τον δρα Ζανγκ (Zhang), και δημοσιεύτηκε στο ίδιο περιοδικό, είχε καταλήξει σε ανάλογο συμπέρασμα και για την Κίνα, ότι δηλαδή το κρύο και όχι η ζέστη στο παρελθόν έφερε πιο πολλούς πολέμους.
Οι ερευνητές συνέλεξαν, από μια ποικιλία πηγών, ιστορικά στοιχεία για το κλίμα και τις πολεμικές συγκρούσεις διάρκειας άνω του ενός έτους, στην Ευρώπη, κατά τα τελευταία 1.000 χρόνια. Μέχρι τα μέσα περίπου του 18ου αιώνα, η τάση που διαπιστώθηκε ήταν σαφής (με ελάχιστη πιθανότητα σφάλματος): οι χαμηλότερες θερμοκρασίες σήμαιναν περισσότερους πολέμους. Στη συνέχεια, από τα τέλη του 18ου αιώνα και μέχρι σήμερα, η τάση αυτή εξαφανίζεται σταδιακά, χωρίς όμως να έχει αντικατασταθεί από την αντίθετή της, δηλαδή δεν έχει -ακόμα τουλάχιστον- διαπιστωθεί ότι η υψηλότερη θερμοκρασία σχετίζεται με περισσότερους πολέμους.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι πριν από τα μέσα του 18ου αιώνα, λόγω της έλλειψης της τεχνολογίας και της μικρής σχετικά επίδρασης του εμπορίου, οι χαμηλές θερμοκρασίες οδηγούσαν σε προβλήματα στις αγροτικές καλλιέργειες και συνεπώς σε έλλειψη τροφίμων, με συνέπεια να αυξάνεται η πιθανότητα συγκρούσεων για τον έλεγχο της λιγοστής τροφής και των καλλιεργούμενων εδαφών.
Όταν όμως άρχισε πια η βιομηχανική επανάσταση, οι νέες γεωργικές μέθοδοι και το αυξημένο εμπόριο, χάρη στην πρόοδο της τεχνολογίας και στη βελτίωση των μεταφορών, οδήγησαν σε αυξημένη αποδοτικότητα της καλλιεργούμενης γης, νέες καλλιέργειες, καλύτερη άρδευση κ.λπ. Όλα αυτά επέτρεπαν στα τρόφιμα να μετακινούνται από εκεί όπου υπήρχαν σε αφθονία, εκεί όπου υπήρχε έλλειψή τους, με συνέπεια να μην υπάρχουν πλέον οι ίδιες κοινωνικές πιέσεις για πολέμους προς κατάκτηση “ζωτικού χώρου”.
Η ανάπτυξη των πόλεων και η σταδιακή επέκταση των μη αγροτικών επαγγελμάτων δημιούργησε νέα διαθέσιμα εισοδήματα, ώστε να αγοράζονται τα γεωργικά προϊόντα και έτσι να στηρίζονται οι αγρότες ακόμα και όταν ο κρύος καιρός δεν ήταν καλός για τις σοδειές.
Όμως, σύμφωνα με τους ερευνητές, το γεγονός ότι ήταν μάλλον το κρύο παρά η ζέστη που προκάλεσαν πολέμους στην Ευρώπη στο παρελθόν, δεν σημαίνει ότι η μελλοντική άνοδος των θερμοκρασιών δεν θα προκαλέσει ανάλογα προβλήματα. Το δίδαγμα της νέας έρευνας είναι ότι για να ελαχιστοποιηθούν οι πιθανότητες των μελλοντικών πολέμων, καθώς επιδεινώνεται η κλιματική αλλαγή, πρέπει να στηριχτούν οι γεωργοί με διάφορους τρόπους: νέες βελτιωμένες καλλιέργειες, αγρο-βιοτεχνολογία, ελεύθερο εμπόριο, γενικότερη οικονομική ανάπτυξη της υπαίθρου κ.α. Έτσι, θα μειωθούν οι αφορμές και οι αιτίες για πόλεμο.