Πολλοί είναι, όμως, αυτοί που αποφεύγουν την κατανάλωση ζυμαρικών καθώς πιστεύουν ότι είναι ιδιαίτερα παχυντικά. Τον μύθο αυτό έρχονται να καταρρίψουν έρευνες που έγιναν, κυρίως στις ΗΠΑ, και όπως εξηγεί η κλινική διαιτολόγος – διατροφολόγος Κατερίνα Βάμβουκα «αν αποφευχθούν οι σάλτσες και τα τυριά, τα ζυμαρικά μονάχα οφέλη έχουν για τον οργανισμό, ειδικά τα ολικής άλεσης». Όπως υποστηρίζει αυτό που παχαίνει είναι οι λιπαρές σάλτσες και τα τυριά με τα οποία συνοδεύονται τα ζυμαρικά.
Τα ζυμαρικά μαγειρεύονται πολύ γρήγορα και συνδυάζονται με όλα τα λαχανικά, αλλά και με όλα τα είδη κρεάτων και τυριών, οπότε αν επιλεγούν προϊόντα με χαμηλά λιπαρά, τότε αποτελούν μία ολοκληρωμένη διατροφική λύση και καθόλου παχυντική. Ακόμη τα μικρού μεγέθους ζυμαρικά, όπως πένες, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και την επόμενη μέρα σε μία σαλάτα. Τα τελευταία χρόνια στη ζωή των καταναλωτών μπήκαν και τα ζυμαρικά ολικής άλεσης, τα οποία αν και θερμιδικά αποδίδουν το ίδιο με τα «λευκά» ζυμαρικά, που γίνονται από σιμιγδάλι, εν τούτοις θεωρούνται πιο θρεπτικά.
Όπως τονίζει η κ. Βάμβουκα, τα ζυμαρικά από κανονικό σιμιγδάλι είναι από τα πρώτα φαγητά που τρώνε τα παιδιά και η διατροφική τους αξία επιβεβαιώνεται από την εξέχουσα θέση που έχουν στην πυραμίδα της μεσογειακής διατροφής. Η επέλαση των ζυμαρικών ολικής αλέσεως τα τελευταία χρόνια στα σούπερ-μάρκετ, ωστόσο έθεσε το δίλημμα ποιά ζυμαρικά είναι πιο θρεπτικά ή πιο διαιτητικά. Η αλήθεια είναι πως και οι δυο κατηγορίες αποδίδουν τις ίδιες θερμίδες στον οργανισμό.
Ωστόσο, διευκρινίζει, ότι η περιεκτικότητα τους σε θρεπτικά συστατικά διαφέρει, καθώς τα ζυμαρικά ολικής άλεσης είναι πλουσιότερα σε σύνθετους υδατάνθρακες, οι οποίοι αποτελούν το καλύτερο καύσιμο του οργανισμού, όπως και σε βιταμίνες του συμπλέγματος Β, που ενισχύουν την πνευματική διαύγεια και την μνήμη. Επίσης, επισημαίνει, ότι περιέχουν περισσότερα ανόργανα άλατα και πρωτεΐνες, αλλά και φυτικές ίνες που βελτιώνουν τη λειτουργία του εντέρου καταπολεμώντας τη δυσκοιλιότητα και εξασφαλίζουν μεγαλύτερο αίσθημα κορεσμού.
Σημαντικό είναι, σύμφωνα με την κ. Βαμβούκα, ότι τα ζυμαρικά ολικής άλεσης δεν προκαλούν απότομες διακυμάνσεις στα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα, μπορούν να τα καταναλώσουν ακόμα και οι διαβητικοί ασθενείς. Είναι πιο φτωχά σε νάτριο, οπότε συστήνονται και στα υπερτασικά άτομα.
Από την άλλη, όμως, και τα «λευκά» ζυμαρικά έχουν τις αρετές τους, λέει, καθώς είναι πιο μαλακά και άρα καταναλώνονται πιο εύκολα από παιδιά, ηλικιωμένους και άτομα με προβλήματα μάσησης. Επίσης, ενδείκνυνται σε περιπτώσεις γαστρεντερικών παθήσεων, μιας και λόγω του χαμηλότερου περιεχομένου τους σε φυτικές ίνες δεν προκαλούν τυμπανισμό. Συνεπώς αποτελούν ιδανική τροφή για όσους υποφέρουν από ευερέθιστο έντερο.
Ωστόσο τα ζυμαρικά πρέπει να αποφεύγουν άτομα που πάσχουν από κοιλιοκάκη (δυσανεξία στη γλουτένη), αν και τα τελευταία χρόνια στην αγορά κυκλοφορούν τρόφιμα χωρίς γλουτένη.