Το ανεύρυσμα είναι μία ανώμαλη διεύρυνση ενός αιμοφόρου αγγείου. Το εξασθενημένο τοίχωμα ενός αγγείου πιέζεται, καθώς περνάει το αίμα μέσα από αυτό δημιουργώντας συχνά ένα φούσκωμα σε σχήμα αυγού.
Ανεύρυσμα μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιοδήποτε αιμοφόρο αγγείο, όπως στα πρωτεύοντα αγγεία του εγκεφάλου και στα δευτερεύοντα αγγεία οπουδήποτε στο σώμα. Ωστόσο, ένα ανεύρυσμα είναι πιθανότερο να συμβεί σε μια αρτηρία, ιδιαίτερα στην αορτή, την κύρια αρτηρία που μεταφέρει αίμα από την καρδιά. Μία συνηθισμένη εντόπιση του ανευρύσματος της αορτής είναι ακριβώς κάτω από τους νεφρούς αλλά πάνω από το διχασμό της κοιλιακής αορτής και τις αρτηρίες των ποδιών.
Τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής πιστεύεται ότι είναι αποτέλεσμα βλάβης στα τοιχώματα των αρτηριών εξαιτίας της αθηροσκλήρωσης. Παράγοντες όπως η υπέρταση μπορεί να συμβάλουν στην εκδήλωση ανευρυσμάτων.
Εκτός από τη διεύρυνση του αρτηριακού τοιχώματος ένα ανεύρυσμα έχει χαρακτηριστική συσσώρευση χοληστερόλης, ασβεστίου, ακόμα και μικρών θρόμβων. Οι εξασθενημένες μυϊκές ίνες των αρτηριακών τοιχωμάτων κομματιάζονται και αντικαθίστανται από ουλώδη ιστό. Παρ’ όλες αυτές τις αλλαγές το μέγεθος του κεντρικού αυλού της αρτηρίας μπορεί να παραμείνει σχετικά φυσιολογικό.
Τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής συμβαίνουν συνήθως μετά την ηλικία των 55 ετών και προσβάλλουν περισσότερο τους άνδρες από τις γυναίκες. Επιπλέον, ένας τραυματισμός ή μία λοίμωξη μπορεί να εξασθενίσει τα αιμοφόρα αγγεία, όπως και κάποια συγγενής πάθηση. Τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής τείνουν να είναι κληρονομικά.
Σημεία και συμπτώματα
- Συχνά κανένα.
- Μία παλλόμενη μάζα στην κοιλιακή χώρα.
Επείγοντα συμπτώματα
- Σοκ και απώλεια αισθήσεων.
Διάγνωση
Συχνά τα αορτικά ανευρύσματα δεν προκαλούν συμπτώματα. Σε προχωρημένες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί πόνος στην κοιλιακή χώρα και στη μέση. Τα ανευρύσματα τείνουν να αυξάνονται με ένα ρυθμό περίπου 3 έως 6 χιλιοστά ετησίως και συχνά δεν προκαλούν συμπτώματα, μέχρι να αρχίσει να διαρρέει αίμα από το φουσκωμένο τοίχωμα της αρτηρίας. Αν το ανεύρυσμα σπάσει, η μεγάλη αιμορραγία μπορεί να οδηγήσει σε σοκ, απώλεια των αισθήσεων και θάνατο.
Ο γιατρός μπορεί να εντοπίσει το παλλόμενο αγγείο σε μία κοιλιακή εξέταση. Σε μερικές περιπτώσεις μια ακτινογραφία που πάρθηκε για άλλο λόγο αποκαλύπτει το ανεύρυσμα. Η παρουσία του επιβεβαιώνεται συνήθως με ένα υπερηχογράφημα ή μία αξονική τομογραφία.
Πόσο σοβαρό είναι το ανεύρυσμα της αορτής;
Το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής μπορεί να απειλήσει τη ζωή. Πολύ συχνά ανακαλύπτεται κατά τη διάρκεια της νεκροψίας.
Όπως και η υπέρταση και κάποιες μορφές στεφανιαίας νόσου το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής μπορεί να είναι ένας σιωπηλός δολοφόνος. Αν εντοπιστεί εγκαίρως, υπάρχουν διαθέσιμες χειρουργικές επεμβάσεις, για να αντιμετωπιστεί.
Σε μερικά άτομα τα στρώματα ιστού που συνθέτουν το τοίχωμα της αορτής διαχωρίζονται (αποσπώνται). Απαιτείται άμεση θεραπεία για αυτή την πάθηση. Συχνά είναι απαραίτητη η χειρουργική αφαίρεση της προσβεβλημένης αρτηρίας.
Θεραπεία – Παρακολούθηση και αναμονή
Τα φάρμακα δεν είναι χρήσιμα στη θεραπεία του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής.
Αν το ανεύρυσμα είναι μικρό και δεν υπάρχουν εμφανή συμπτώματα, όταν ανακαλυφθεί, ο γιατρός μπορεί να συστήσει μία τακτική παρακολούθησης και αναμονής. Δε χρειάζονται αλλαγές στις σωματικές δραστηριότητες, αλλά γίνονται περιοδικά υπερηχογραφήματα ή αξονικές τομογραφίες, για να εξακριβωθεί αν το ανεύρυσμα αυξάνεται. Σε γενικές γραμμές τα άτομα με μικρά ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής (λιγότερο από 5 εκατοστά σε διάμετρο) μπορεί να παρακολουθηθούν με ασφάλεια και δεν απαιτούν εγχείρηση, μέχρι ο πιθανός κίνδυνος ρήξης να ξεπεράσει τον κίνδυνο της εγχείρησης.
Εγχείρηση. Σε επείγουσα κατάσταση ή ως προληπτικό μέτρο ο γιατρός μπορεί να συστήσει εγχείρηση, για να αντικαταστήσει το πάσχον μέρος της αορτής. Μία συνηθισμένη επέμβαση του ανευρύσματος της αορτής γίνεται με τη διάνοιξη της κοιλιάς ή του θώρακα και τη διακοπή της ροής του αίματος στην αορτή, μέχρι να αντικατασταθεί το τραυματισμένο μέρος με ένα συνθετικό σωλήνα. Αν και αυτή η εγχείρηση συνήθως έχει επιτυχία, απαιτεί μία τομή στην κοιλιά ή στο θώρακα και η ανάρρωση μπορεί να διαρκέσει αρκετές εβδομάδες.
Μια ελάχιστα επεμβατική θεραπεία, που ονομάζεται ενδαγγειακή εγχείρηση, χρησιμοποιεί ένα συνθετικό μόσχευμα που είναι συνδεδεμένο στην άκρη ενός καθετήρα. Ο καθετήρας εισάγεται συνήθως μέσα από μία αρτηρία του ποδιού. Ελίσσεται ανοδικά προς την αορτή και χρησιμοποιείται για την τοποθέτηση του μοσχεύματος στο σημείο του ανευρύσματος. Όταν τοποθετηθεί, το μόσχευμα διογκώνεται και στερεώνεται με μικρά άγκιστρα ή βελόνες. Το μόσχευμα μειώνει την πίεση στα τοιχώματα της αορτής. Αυτού του είδους η επέμβαση μειώνει το χρόνο ανάρρωσης σε λίγες ημέρες.
Ο κίνδυνος ρήξης του ανευρύσματος, ένα γεγονός που μπορεί να αποβεί μοιραίο, αυξάνεται, καθώς μεγαλώνει το ανεύρυσμα. Η εγχείρηση είναι σχετικά ασφαλής, όταν γίνεται πριν από τη ρήξη, ενώ επιβιώνουν λιγότεροι από τους μισούς ασθενείς που χειρουργούνται μετά τη ρήξη ενός ανευρύσματος.