Διαβήτης: Συμπτώματα, τύποι και διάγνωση

Ο ιατρικός όρος για το διαβήτη είναι σακχαρώδης διαβήτης (diabetes mellitus). Ο όρος προέρχεται από τα λατινικά και αναφέρεται στη γλυκύτητα ή στο μέλι (mellitus) που περνά στα ούρα ως αποτέλεσμα του υψηλού σακχάρου στο αίμα (της γλυκόζης).

Μια λιγότερο κοινή μορφή διαβήτη είναι ο άποιος διαβήτης. Αυτή η κατάσταση αφορά μία ορμόνη η οποία εκκρίνεται από την υπόφυση και επηρεάζει την κατακράτηση ύδατος από τους νεφρούς.

Ο σακχαρώδης διαβήτης ή απλώς διαβήτης έχει γίνει μία από τις πιο κοινές νόσους, κυρίως λόγω της παράτασης της ζωής του πληθυσμού και της αύξησης του αριθμού των ανθρώπων που είναι υπέρβαροι.  Υπάρχει ο διαβήτης τύπου 1, ο διαβήτης τύπου 2 και ο διαβήτης της κύησης (εμφανίζετα συνήθως στο δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης). Ο διαβήτης συχνά εξελίσσεται σταδιακά και προκαλεί λίγα ή και καθόλου συμπτώματα ωστόσο με τα χρόνια μπορεί να έχει τόσο οξείες επιπλοκές όσο και χρόνιες επιπλοκές. Ο έλεγχος του βάρους, η διατροφή και η άσκηση αποτελούν σημαντικό μέρος της αντιμετώπισης και θεραπείας.

Τι είναι ο διαβήτης;

Διαβήτης ονομάζεται η περίσσεια σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα σας, το υψηλό “ζάχαρο” όπως λέγεται συχνά. Η πάθηση σχετίζεται συχνά με κάποια δυσλειτουργία του παγκρέατος.

Το πάγκρεας βρίσκεται πίσω από το στομάχι σας και είναι ένα μακρόστενο όργανο, το πολύ όσο το μήκος του χεριού σας. Παίζει σημαντικό ρόλο στη διαδικασία της πέψης παράγοντας ένζυμα απαραίτητα για τη διάσπαση (μεταβολισμό) των φαγητών που τρώτε.

Ο άλλος ρόλος του παγκρέατος θα μπορούσε να περιγραφεί καλύτερα ως έλεγχος καυσίμων. Το πάγκρεας ρυθμίζει στον οργανισμό τη χρήση του σακχάρου αίματος, το οποίο παρέχει ενέργεια σε όλα σας τα κύτταρα τροφοδοτώντας τον εγκέφαλο και τα άλλα όργανα και τους ιστούς.

Όταν το πάγκρεας λειτουργεί φυσιολογικά, η συγκέντρωση του σακχάρου στο αίμα σας κυμαίνεται μέσα σε ένα στενό, προκαθορισμένο εύρος ως απόκριση σε μία μεγάλη ποικιλία παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των γευμάτων, της άσκησης, του στρες και των μολύνσεων. Κάποιες φορές ωστόσο αυτό το επακριβώς ρυθμισμένο σύστημα ελέγχου αποτυγχάνει.

Αντί να μεταφέρεται η πλειονότητα σακχάρου (της γλυκόζης) μέσα στα κύτταρα σας, παραμένουν σημαντικές ποσότητες σακχάρου στην κυκλοφορία του αίματος. Αυτή η περίσσεια σακχάρου, είναι συχνά μεγαλύτερη από όση μπορούν να χειριστούν τα νεφρά και μπορεί να απεκκριθεί σάκχαρο στα ούρα, απ’ όπου και μπορεί να ανιχνευθεί με ανάλυση των ούρων.

Μετά από μία ολονύκτια νηστεία οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν επίπεδα σακχάρου αίματος μεταξύ 70-110 χιλιοστόγραμμα σακχάρου ανά δεκάλιτρο αίματος (mg/dl). Αυτή η διακύμανση της συγκέντρωσης (ισοδύναμη με ένα κουταλάκι ζάχαρης σε ένα γαλόνι νερό) θεωρείται φυσιολογική.

Αν το ζάχαρο του αίματος μετά από νηστεία είναι σταθερά πάνω από 126 mg/dl, τότε θεωρείται πως έχετε διαβήτη. Αν το ζάχαρο του αίματος σας είναι μεταξύ 111 και 125 mg/dl, έχετε διαταραγμένο σάκχαρο νηστείας, που θεωρείται κοινώς ως όριο μεταξύ διαβήτη και προδιαβητικής κατάστασης.

Αιτίες

Φυσιολογικά, όταν τρώτε, το σάκχαρο απορροφάται από τις τροφές στο λεπτό έντερο και μπαίνει στην κυκλοφορία του αίματος σας. Τα κύτταρα που συγκροτούν τους μυς και τα όργανα σας χρησιμοποιούν ως πηγή ενέργειας το σάκχαρο. Αλλά το σάκχαρο δεν μπορεί να μπει στα κύτταρα χωρίς τη βοήθεια της ορμόνης που λέγεται ινσουλίνη.

Την ώρα που το σάκχαρο εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος σας το πάγκρεας ερεθίζεαι και απελευθερώνει ινσουλίνη στο αίμα. Πιο συγκεκριμένα, η ινσουλίνη παράγεται από τα βήτα κύτταρα του παγκρέατος.

Η ινσουλίνη κυκλοφορεί με το σάκχαρο και δρα σαν κλειδί που ξεκλειδώνει μικροσκοπικές πόρτες των κυττάρων, ώστε το σάκχαρο να μπορεί να εισέρχεται στα κύτταρα. Αυτό μειώνει την ποσότητα του σακχάρου στο αίμα σας. Χωρίς την ινσουλίνη το σάκχαρο παραμένει στο αίμα σας και δεν μπορεί να μπει στα μυικά και άλλα κύτταρα, όπου είναι απαραίτητο. (Να σημειωθεί πάντως ότι τα εγκεφαλικά κύτταρα δεν χρειάζονται την ινσουλίνη για να προσλάβουν τη γλυκόζη από το αίμα. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο ο διαβήτης θα ήταν μια πολύ επικίνδυνση κατάσταση που θα απειλούσε άμεσα τη ζωή).

Το συκώτι

Το συκώτι σας δρα ως αποθήκη του σακχάρου αίματος και ως κέντρο παραγωγής. Όταν το επίπεδο ινσουλίνης στο αίμα είναι υψηλό, όπως μετά από ένα γεύμα, το συκώτι σας αποθηκεύει το επιπλέον σάκχαρο, για να υπάρχει, στην περίπτωση που θα το χρειαστούν τα κύτταρα αργότερα. Όταν τα επίπεδα ινσουλίνης είναι χαμηλά, όπως όταν δεν έχετε φάει για λίγο, το πάγκρεας απελευθερώνει μία ορμόνη τη γλυκαγόνη, η οποία μετατρέπει το αποθηκευμένο στο συκώτι σας σάκχαρο (η μορφή αυτή λέγεται γλυκογόνο και μοιάζει με το άμυλο) σε γλυκόζη και το απελευθερώνει στην κυκλοφορία του αίματος σας. Αυτό βοηθάει να διατηρείται το ζάχαρο στο αίμα σας σε ένα στενό και ασφαλές εύρος.

Εκτός από την ινσουλίνη και τη γλυκαγόνη πολλές άλλες ορμόνες μπορούν να επηρεάσουν το επίπεδο σακχάρου στο αίμα σας. Σε ειδικές περιπτώσεις ορμόνες, όπως η αδρεναλίνη (επινεφρίνη) και η κορτιζόλη, μετριάζουν τις επιδράσεις της ινσουλίνης εμποδίζοντας το σάκχαρο να εισέλθει στα κύτταρα σας. Οι ορμόνες μπορούν επίσης να ωθήσουν το συκώτι να απελευθερώσει το αποθηκευμένο του σάκχαρο, ακόμη κι αν το σάκχαρο δεν είναι απαραίτητο.

Τύποι

Η περίσσεια γλυκόζης μπορεί να συσσωρευτεί στο αίμα σας για διάφορους λόγους αντικατοπτρίζοντας διαφορετικούς τύπους διαβήτη.

Διαβήτης τύπου 1. Ο διαβήτης τύπου 1 εμφανίζεται, όταν το πάγκρεας παράγει λίγη ή καθόλου ινσουλίνη. Χωρίς την ινσουλίνη στην κυκλοφορία του αίματος σας το σάκχαρο δεν μπορεί να μπει στα κύτταρα σας, οπότε παραμένει στο αίμα σας.

Ο διαβήτης τύπου 1 καλείτο ινσουλινο-εξαρτώμενος ή νεανικός διαβήτης. Ινσουλινο-εξαρτώμενος σημαίνει ότι χρειάζεστε καθημερινά χορήγηση φαρμάκων ινσουλίνης, για να αποκαταστήσετε την ινσουλίνη που δεν παράγει το σώμα σας. Ο όρος νεανικός διαβήτης χρησιμοποιήθηκε, διότι αυτή η μορφή διαβήτη αναπτύσσεται πιο συχνά σε παιδιά και εφήβους παρά σε ενήλικες.

Οι ονομασίες ινσουλινο-εξαρτώμενος διαβήτης και νεανικός διαβήτης χρησιμοποιούνται σήμερα λιγότερο συχνά, διότι δεν είναι απόλυτα ακριβείς. Η χρήση ινσουλίνης δεν περιορίζεται μόνο σε άτομα με διαβήτη τύπου 1. Άτομα με άλλες μορφές διαβήτη μπορεί επίσης να χρειαστούν ινσουλίνη. Επιπλέον, αν και σπανιότερα, ενήλικες καθώς επίσης και νέοι μπορούν να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 1.

Ο διαβήτης τύπου 1 είναι μία αυτοάνοση νόσος, που σημαίνει ότι ευθύνεται το ίδιο σας το ανοσοποιητικό σύστημα. Όπως επιτίθεται σε ιούς και βακτήρια, μπορεί το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού σας να επιτεθεί στο πάγκρεας σας και να εξαφανίσει τα βήτα κύτταρα, που παράγουν ινσουλίνη. Οι ερευνητές δεν είναι βέβαιοι γιατί συμβαίνει αυτό, αλλά πιστεύουν πως μπορεί να εμπλέκονται γενετικοί παράγοντες, η διατροφή και η έκθεση σε συγκεκριμένους ιούς.

Μεταξύ του 5 και 10% των ανθρώπων με διαβήτη έχουν τύπου 1. Αν και η νόσος μπορεί να υποβόσκει και να μην ανιχνεύεται για αρκετά χρόνια, εμφανίζεται συνήθως νωρίς και συνηθέστερα μετά από κάποια ασθένεια.

Διαβήτης τύπου 2. Ο διαβήτης τύπου 2 είναι η πιο κοινή μορφή- 90 ως 95% των ανθρώπων άνω των 20 ετών με διαβήτη έχουν τύπου 2. Όπως και στο διαβήτη τύπου 1, ο τύπου 2 είχε και άλλες ονομασίες: μη ινσουλινο-εξαρτώμενος διαβήτης και διαβήτης των ενηλίκων. Οι ονομασίες αυτές δείχνουν ότι πολλοί άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 δε χρειάζονται ενέσεις ινσουλίνης και ότι η νόσος συνήθως εμφανίζεται σε ενήλικες. Αλλά όπως και στον τύπου 1, οι εναλλακτικές ονομασίες δεν είναι εντελώς ακριβείς. Παιδιά και έφηβοι καθώς επίσης και ενήλικες μπορούν να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2. Στην πραγματικότητα η εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 σε νέα άτομα αυξάνεται. Επιπλέον, ορισμένοι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 χρειάζονται ινσουλίνη, για να ελέγξουν το σάκχαρο του αίματος τους.

Σε αντίθεση με το διαβήτη τύπου 1, ο τύπου 2 δεν είναι μία αυτοάνοση νόσος. Στον τύπου 2 το πάγκρεας σας παράγει τουλάχιστον μερική ινσουλίνη, αλλά προκύπτουν άλλα προβλήματα:

  •  Το πάγκρεας σας δεν παράγει επαρκή ινσουλίνη.
  •  Τα μυϊκά και ιστικά κύτταρα γίνονται ανθεκτικά στην ινσουλίνη (αντίσταση στην ινσουλίνη).

Όταν τα κύτταρα σας αναπτύσσουν αντίσταση στην ινσουλίνη, αρνούνται να τη δεχτούν ως κλειδί που ξεκλειδώνει τις πόρτες για το σάκχαρο. Ως αποτέλεσμα αυτού το σάκχαρο συσσωρεύεται στην κυκλοφορία του αίματος σας. Γιατί ακριβώς τα κύτταρα γίνονται ανθεκτικά στην ινσουλίνη δεν είναι πλήρως εξακριβωμένο, παρόλο που η παχυσαρκία και ο λιπώδης ιστός φαίνεται να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες. Οι περισσότεροι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 είναι υπέρβαροι.

Δεν είναι σαφές γιατί η παχυσαρκία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2. Παρ’ όλα αυτά, οι επιστήμονες έχουν ταυτοποιήσει μία πρωτεΐνη που καλούν ανθεκτίνη, η οποία παράγεται από τα λιποκύτταρα και φαίνεται να προξενεί την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Ορισμένοι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 μπορούν να κρατήσουν το σάκχαρο του αίματος τους σε φυσιολογικά επίπεδα και να ελέγχουν τη νόσο διατηρώντας το βάρος τους σε φυσιολογικά επίπεδα ακολουθώντας υγιεινή διατροφή και πρόγραμμα άσκησης και σε ορισμένες περιπτώσεις παίρνοντας φάρμακα από το στόμα.

Άλλοι άνθρωποι χρειάζονται περισσότερη ινσουλίνη από όση μπορεί να παρέχει το πάγκρεας τους. Όπως και οι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 1, τα άτομα αυτά χρειάζονται φάρμακα υποκατάστασης της ινσουλίνης, για να ελέγχουν το σάκχαρο του αίματος τους.

Διαβήτης κύησης

Ο διαβήτης της κύησης εμφανίζεται σε έγκυες γυναίκες. Αυτό μπορεί να συμβεί προσωρινά, όταν οι ορμόνες που εκκρίνονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνουν την αντίσταση στην ινσουλίνη. Περίπου 2 με 5% των εγκύων γυναικών εμφανίζουν διαβήτη της κύησης τυπικά κατά το δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης.

Ο διαβήτης της κυήσεως συχνά μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με δίαιτα και συνήθως παρέρχεται μετά τη γέννηση του μωρού. Ωστόσο, περισσότερες από τις μισές γυναίκες που εμφανίζουν διαβήτη της κύησης αναπτύσσουν αργότερα διαβήτη τύπου 2. Μπορεί επίσης ο διαβήτης τύπου 1 να ξεκινήσει κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης’ αυτό όμως είναι πιο σπάνιο.

Οι περισσότερες έγκυες γυναίκες ελέγχονται για διαβήτη της κύησης, ώστε να ανιχνευθεί η κατάσταση νωρίς. Αν αναπτύξετε αυτή τη μορφή της νόσου, ο κίνδυνος των επιπλοκών για εσάς και το μωρό σας μπορεί να ελαττωθεί, αν ελέγχετε το επίπεδο του σακχάρου στο αίμα σας στο υπόλοιπο της κύησης σας.

Άλλες αιτίες

Να σημειωθεί ότι περίπου 1 με 2% των ανθρώπων με διαβήτη μπορούν να εντοπίσουν την αιτία σε ασθένειες ή φάρμακα που αλληλεπιδρούν με την παραγωγή της ινσουλίνης ή με τις δράσεις της.

Αυτά είναι:

  •  Φλεγμονή του παγκρέατος (παγκρεατίτιδα).
  •  Διαταραχές των επινεφριδίων ή της υπόφυσης, όπως η μεγαλακρία ή η νόσος Cushing.
  •  Η αφαίρεση του παγκρέατος.
  •  Κορτικοστεροειδή φάρμακα.
  •  Διαταραχή της θρέψης.
  • Λοίμωξη.

Συμπτώματα

Ο διαβήτης συνήθως εξελίσσεται σταδιακά και προκαλεί λίγα ή και καθόλου σημεία και συμπτώματα. Αυτό είναι πιο συχνό με το διαβήτη τύπου 2. Άλλοτε τα συμπτώματα ενδέχεται να εμφανιστούν μάλλον ξαφνικά. Αυτά είναι:

  •  Αυξημένη δίψα.
  •  Μία τακτική ανάγκη για ούρηση.
  •  Πείνα.
  •  Ένα αίσθημα γρίπης, που περιλαμβάνει αδυναμία και κούραση.
  • Ανεξήγητη απώλεια βάρους.
  • Θολή όραση.
  • Ευερεθιστικότητα
  • Αργή επούλωση εκδορών και εκχυμώσεων.
  • Φαγούρα ή μούδιασμα στα χέρια ή στα πόδια σας.
  • Εξέρυθρα, οιδηματώδη και ευαίσθητα ούλα.
  • Υποτροπιάζουσες λοιμώξεις των ούλων, του δέρματος, του κόλπου ή της ουροδόχου κύστης.
  • Στυτική δυσλειτουργία στους άνδρες.

Τα δύο πιο κλασικά συμπτώματα, που εκδηλώνουν οι περισσότεροι άνθρωποι με διαβήτη, είναι η πολυδιψία και η πολυουρία. Όταν το επίπεδο σακχάρου στο αίμα σας είναι υψηλό, τα νεφρά δεν μπορούν να επαναρροφήσουν όλο το διηθούμενο σάκχαρο. Η γλυκόζη που κυκλοφορεί συμπαρασύρει μαζί της νερό, το οποίο αντλείται από τους ιστούς. Συνεπώς, είστε αφυδατωμένοι και αισθάνεστε δίψα.

Για να αντικαταστήσετε τα υγρά που αντλούνται, πίνετε σχεδόν συνέχεια νερό και άλλα ροφήματα. Αυτή η εντατική διεργασία διήθησης ύδατος οδηγεί σε πιο τακτική ούρηση.

Διάγνωση

Συχνά οι άνθρωποι εκπλήσσονται, όταν μαθαίνουν πως έχουν διαβήτη, διότι δεν είχαν προσέξει συμπτώματα. Πολλοί άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 μαθαίνουν για πρώτη φορά πως έχουν διαβήτη, όταν γίνονται εξετάσεις αίματος για κάποια άλλη κατάσταση ή στα πλαίσια μίας φυσικής εξέτασης ρουτίνας. Ο διαβήτης τύπου 1 τείνει να εμφανίζεται πιο ξαφνικά με αξιοπρόσεκτα σημεία και συμπτώματα.

Ορισμένες φορές μπορεί ο γιατρός να κάνει συγκεκριμένες εξετάσεις για διαβήτη, αν υποπτεύεται βασιζόμενος στα συμπτώματα σας και τους παράγοντες κινδύνου πως έχετε τη νόσο. Άτομα με αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν διαβήτη θα πρέπει να εξετάζονται αρχίζοντας από την ηλικία των 30 ετών.

Για να προσδιοριστεί αν έχετε διαβήτη, μετριέται το επίπεδο του σακχάρου νηστείας στο αίμα. Το ποσό του σακχάρου στο αίμα  οποιουδήποτε κυμαίνεται φυσιολογικά αλλά μέσα σε ένα στενό εύρος. Μετά από ολονύκτια νηστεία τα επίπεδα του σακχάρου αίματος των περισσοτέρων ανθρώπων είναι μεταξύ 70 και 110 χιλιοστόγραμμα γλυκόζης ανά δεκάλιτρο αίματος (mg/dl). Αυτό το εύρος της συγκέντρωσης θεωρείται φυσιολογικό.

Οι μέθοδοι για τη μέτρηση του σακχάρου στο αίμα είναι:

Έλεγχος με τσίμπημα δακτύλου. Οι δοκιμασίες ελέγχου με τσίμπημα δακτύλου είναι γρήγορες, εύκολες και φθηνές. Πολλές υπηρεσίες υγείας τις προσφέρουν δωρεάν.

Συλλέγεται μία σταγόνα αίματος από ένα μικρό τσίμπημα στο δείκτη και τοποθετείται πάνω σε μία χημικά επεξεργασμένη λωρίδα που εισάγεται μέσα σε μία μικρή συσκευή, η οποία δείχνει το επίπεδο σακχάρου στο αίμα σας. Αν το αποτέλεσμα είναι 126 mg/dl ή μεγαλύτερο, επισκεφτείτε το γιατρό σας για μία πιο επίσημη διαγνωστική δοκιμασία.

είναι πολύ υψηλό, ίσως δεν είναι απαραίτητη δεύτερη εξέταση, για να γίνει η διάγνωση. Όταν παραγγέλλεται δεύτερη εξέταση, αν τα αποτελέσματα είναι πάλι 126 mg/dl ή παραπάνω, πιθανότατα τίθεται η διάγνωση του διαβήτη.

Δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη. Η δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη χρησιμοποιείται σήμερα λιγότερο, επειδή υπάρχουν άλλες δοκιμασίες λιγότερο ακριβές και πιο εύκολες. Η δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη σημαίνει: Μετά από ολονύκτια νηστεία πίνετε περίπου 2,37 decilitres ενός γλυκού υγρού. Το σάκχαρο στο αίμα σας μετριέται, πριν πιείτε το υγρό και μετά κάθε μία ώρα, για μία περίοδο 3 ωρών. Αν έχετε διαβήτη, αυτή η δοκιμασία θα δείξει ότι το σάκχαρο στο αίμα σας ανεβαίνει υψηλότερα από το αναμενόμενο. Οι γιατροί χρησιμοποιούν μερικές φορές μια τροποποίηση αυτής της δοκιμασίας, για να ελέγξουν έγκυες γυναίκες για διαβήτη της κύησης.

Τυχαία εξέταση σακχάρου αίματος. Η τυχαία εξέταση σακχάρου αίματος αποτελεί μέρος της εξέτασης αίματος ρουτίνας κατά τη διάρκεια μιας φυσικής εξέτασης, χωρίς να προηγηθεί νηστεία, όταν λαμβάνεται αίμα για μια σειρά εργαστηριακών εξετάσεων. Αν τα αποτελέσματα είναι πάνω από 200 mg/dl, ο γιατρός σας μπορεί να θέλει να κάνει κάποια άλλη ημέρα μία εξέταση σακχάρου νηστείας.

Εξέταση σακχάρου νηστείας στο αίμα. Κανονικά το επίπεδο σακχάρου στο αίμα σας είναι υψηλότερο μετά από ένα γεύμα και χαμηλότερο μετά από μία ολονύκτια νηστεία. Ο προτιμώμενος τρόπος να ελέγξετε το σάκχαρο στο αίμα σας είναι αφού δεν έχετε φάει όλη νύχτα ή τουλάχιστον για 8 ώρες. Λαμβάνεται αίμα από μια φλέβα και μετριέται στο εργαστήριο το περιεχόμενο του σε γλυκόζη. Αν το σάκχαρο είναι 126 mg/dl ή υψηλότερο, ίσως θα πρέπει ο γιατρός να επαναλάβει την εξέταση. Αν το ζάχαρο είναι πολύ υψηλό, ίσως δεν είναι απαραίτητη δεύτερη εξέταση, για να γίνει η διάγνωση. Όταν παραγγέλλεται δεύτερη εξέταση, αν τα αποτελέσματα είναι πάλι 126 mg/dl ή παραπάνω, πιθανότατα τίθεται η διάγνωση του διαβήτη.

Δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη. Η δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη χρησιμοποιείται σήμερα λιγότερο, επειδή υπάρχουν άλλες δοκιμασίες πιο εύκολες. Η δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη σημαίνει: Μετά από ολονύκτια νηστεία πίνετε μια ορισμένη ποσότητα ενός γλυκού υγρού. Το σάκχαρο στο αίμα σας μετριέται, πριν πιείτε το υγρό και μετά κάθε μία ώρα, για μία περίοδο 3 ωρών. Αν έχετε διαβήτη, αυτή η δοκιμασία θα δείξει ότι το σάκχαρο στο αίμα σας ανεβαίνει υψηλότερα από το αναμενόμενο. Οι γιατροί χρησιμοποιούν μερικές φορές μια τροποποίηση αυτής της δοκιμασίας, για να ελέγξουν έγκυες γυναίκες για διαβήτη της κύησης.

Δείτε επίσης