Υπάρχουν έρευνες που δείχνουν ότι οι σκέψεις των ανθρώπων μπορούν να επηρεάσουν την εμπειρία του πόνου. Για παράδειγμα, ένας στρατιώτης στη μάχη ή ένας αθλητής που αγωνίζεται μπορεί να μην πονάει ιδιαίτερα από έναν τραυματισμό. Μέχρι τώρα ήταν ασαφές πως το φαινόμενο αυτό λειτουργεί στον εγκέφαλο.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύονται στο περιοδικό PLoS Biology δείχνουν ότι η επεξεργασία του πόνου στο μυαλό μας πηγαίνει πέρα από το απλό φυσικό σήμα του πόνο. Οι νευροεπιστήμονες υπογραμμίζουν ότι δεν υπάρχει ένα ενιαίο σύστημα πόνου στον εγκέφαλο, όπως κάποτε πιστευόταν.
Ο πόνος αποτελούσε πάντα ένα παζλ. Η ακοή και η όραση ανιχνεύονται από αισθητήρια όργανα και η επεξεργασία τους γίνεται σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, ωστόσο ο πόνος είναι πιο πολύπλοκος και ενσωματώνει σκέψεις και συναισθήματα.
Οι ερευνητές κατάφεραν, για πρώτη φορά, να διαχωρίσουν την εγκεφαλική δραστηριότητα που συνδέεται με τον πόνο ο οποίος οφείλεται σε φυσικά αίτια π.χ. ύστερα από έναν τραυματισμό, από τον πόνο που υπάρχει στο… μυαλό μας.
Η μελέτη που διεξήχθη από επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, με επικεφαλής τον Τορ Γουέιτζερ, αποκαλύπτει ότι υπάρχουν δύο μοτίβα εγκεφαλικής δραστηριότητας που συνδέονται με τον πόνο.
Προκειμένου να απαντήσουν στο ερώτημα “αν η σκέψη διώχνει τον πόνο”, ο Γουέιτζερ και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI) για να καταγράψουν την εγκεφαλική δραστηριότητα 33 ατόμων τη στιγμή που πονούσαν.
Αρχικά, οι επιστήμονες παρακολούθησαν την αλλαγή της εγκεφαλικής δραστηριότητας των εθελοντών καθώς τους εφάρμοζαν ολοένα και αυξανόμενη θερμότητα σε μια περιοχή του χεριού. Όταν η θερμοκρασία ανέβαινε πολύ με αποτέλεσμα να γίνεται επώδυνη, ενεργοποιούνταν συγκεκριμένες δομές του εγκεφάλου. Αυτός είναι ο νευρολογικός πόνος.
Οι επιστήμονες εξέτασαν επίσης αν οι εθελοντές μπορούσαν να ελέγξουν τον πόνο μόνο με τη σκέψη τους. Τους ζήτησαν σκεφτούν τον πόνο που ένιωσαν, είτε ως επώδυνη θερμότητα που προκαλεί φουσκάλες είτε ως μια ζεστή κουβέρτα σε μια πολύ κρύα ημέρα. Το πείραμα έδειξε ότι οι συμμετέχοντες μπορούσαν να μεταβάλουν τον πόνο που ένιωθαν. Όταν όμως έγινε αυτό, ενεργοποιήθηκαν διαφορετικές εγκεφαλικές δομές.
Δύο μονοπάτια πόνου στον εγκέφαλο
«Πρόκειται για πολύ σημαντικό εύρημα» ανέφερε ο Βάνια Απκαριάν από το Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν στο Σικάγο που ασχολείται με τον πόνο πάνω από 20 χρόνια. «Για πρώτη φορά φαίνεται η δυνατότητα ρύθμισης του πόνου μέσω διαφορετικών μονοπατιών».
Περίπου το 25% των ατόμων με χρόνιο πόνο αναφέρουν ότι οι γιατροί δεν τους πιστεύουν ότι πονούν. Οι τομογραφίες του εγκεφάλου που θα συγκρίνουν την ένταση της δραστηριότητας στα δύο εγκεφαλικά δίκτυα μπορούν να βοηθήσουν τους ειδικούς να κατανοούν κατά πόσο ένας πόνος είναι πραγματικός ή συναισθηματικός. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βοηθήσει σημαντικά ασθενείς όπως εκείνοι με ινομυαλγία, η οποία χαρακτηρίζεται από πόνους σε ολόκληρο το σώμα.
Τα νέα ευρήματα βασίστηκαν σε μια πρόσφατη ερευνητική δουλειά της ομάδας του Απκαριάν που ανακάλυψε ότι ο χρόνιος πόνος στη μέση φαίνεται να συνδέεται με ένα μοτίβο εγκεφαλικής δραστηριότητας που δεν εντοπίζεται συχνά στην περίπτωση του πόνου από φυσικά αίτια. Η σκέψη μπορεί να ρυθμίσει τον πόνο, μια τεχνική που ονομάζεται «αυτορύθμιση», και συνήθως χρησιμοποιείται για τη διαχείριση του χρόνιου πόνου λειτουργώντας μέσω ενός ξεχωριστού μονοπατιού στον εγκέφαλο.
Μάλιστα, οι εγκεφαλικές περιοχές που ενεργοποιούνταν στους ασθενείς του Απκαριάν ήταν οι ίδιες με εκείνες που ενεργοποιούνταν στους εθελοντές της μελέτης του Πανεπιστημίου του Κολοράντο όταν εκείνοι ήλεγχαν τον πόνο με τη σκέψη τους. Αυτό δείχνει ότι στις περιπτώσεις του χρόνιου πόνου ο ψυχολογικός πόνος παίρνει τα ηνία σε σύγκριση με τον φυσικό. Ενδεχομένως αυτό να εξηγεί το γιατί στον χρόνιο πόνο τα παραδοσιακά αναλγητικά (π.χ. τα οπιοειδή) δεν προσφέρουν μεγάλο όφελος.
Στα επόμενα 5-10 χρόνια ίσως να υπάρξει μια μεγάλη αλλαγή στον τρόπο που οι γιατροί θα διαχειρίζονται τον πόνο.