Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και άλλοι διεθνείς οργανισμοί συνιστούν εδώ και χρόνια μια ημερήσια κατανάλωση αλατιού κάτω από 5 γραμμάρια την ημέρα, ποσότητα που περιέχει 2 γραμμάρια νάτριο. Η σύσταση αυτή γίνεται διότι μια μεγάλη πρόσληψη νατρίου ανεβάζει την αρτηριακή πίεση και αυξάνει τον κίνδυνο για εγκεφαλικό και έμφραγμα.
Ωστόσο πάντα υπήρχε η αντίρρηση ότι το νάτριο ανεβάζει την πίεση μόνο στους ανθρώπους που δεν μπορούν να ρυθμίσουν σωστά την ποσότητα νατρίου στο σώμα τους. Τώρα, ένας κορυφαίος ειδικός στα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο Salim Yusuf, καθηγητής Καρδιαγγειακής Νόσου στο Πανεπιστήμιο McMaster του Καναδά και πρώην πρόεδρος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Καρδιάς (WHF) λέει ότι η σύσταση να τρώμε λίγο αλάτι μπορεί να οδηγήσει σε ελλιπή κατανάλωση νατρίου και αυτό να κάνει κακό στην καρδιαγγειακή υγεία αντί για καλό.
Ο Yusuf βασίζεται σε μια μετα-ανάλυση που δημοσιεύθηκε πέρυσι και υποστηρίζει ότι τα επιστημονικά στοιχεία για τα οφέλη από τον περιορισμό του αλατιού δεν είναι τεκμηριωμένα. «Είναι ανώφελο να στοχεύει κανείς σε τόσο χαμηλή κατανάλωση, ενώ επιπλέον μπορεί να είναι επιζήμιο για την υγεία», είπε ο Yusuf στην βρετανική εφημερίδα Sunday Express. «Μελέτες έχουν δείξει ότι κάτω από 3 γραμμάρια νατρίου την ημέρα αυξάνουν τη θνησιμότητα, τα εμφράγματα και την καρδιακή ανεπάρκεια, επειδή υπονομεύουν την φυσική ισορροπία του οργανισμού».
Σύμφωνα με τον Yusuf είναι ασφαλέστερη η κατανάλωση 3-5 γραμμαρίων νατρίου την ημέρα, που αντιστοιχούν σε 7,5-12,5 γραμμάρια αλατιού. Αυτό αντιβαίνει τις ισχύουσες συστάσεις αλλά απηχεί στα συμπεράσματα μιας έκθεσης που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες εβδομάδες στο περιοδικό Ευρωπαϊκή Επιθεώρηση Καρδιάς (EHJ) από κοινή ομάδα εργασίας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Καρδιάς, της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Δημοσίας Υγείας.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι ναι μεν υπάρχουν «σταθερά στοιχεία» που υποστηρίζουν τη σύσταση για μείωση της πρόσληψης νατρίου σε λιγότερα από 5 γραμμάρια την ημέρα, αλλά είναι «αντιφατικά» τα στοιχεία για μείωση του νατρίου κάτω από 3-5 γραμμάρια.
Αναφέρεται επίσης ότι «δεν υπάρχουν μεγάλες, τυχαιοποιημένες μελέτες» που να συγκρίνουν «τη χαμηλή (κάτω από 3 γραμμάρια ημερησίως) κατανάλωση νατρίου με τη μέτρια (3-5 γραμμάρια ημερησίως) σε γενικούς πληθυσμούς, ώστε να καθοριστούν οι κλινικές επιδράσεις της χαμηλής πρόσληψης νατρίου».
Να σημειωθεί ότι το 2016 ο Yusuf είχε λάβει μέρος σε μια μετα-ανάλυση στην οποία συμμετείχαν αρκετοί ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet. Η μετα-ανάλυση αφορούσε 133.118 άτομα, ηλικίας κατά μέσο όρο 55 ετών, από 49 χώρες, και βρήκε ότι μια διατροφή με λίγο αλάτι αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής ή εγκεφαλικού επεισοδίου 26% στα άτομα χωρίς υψηλή αρτηριακή πίεση και 34% στα άτομα με υψηλή αρτηριακή πίεση.
Η μελέτη αυτή όμως επικρίθηκε ως λανθασμένη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία και άλλους ειδικούς.
H διαμάχη για το αλάτι κράτησε αρκετά χρόνια αλλά θεωρείται ότι έληξε με τη μελέτη Dash-Νάτριο η οποία έδειξε πως το αλάτι πράγματι αυξάνει την αρτηριακή πίεση. Τότε, ο καρδιολόγος Τζερέμια Στάμλερ του Πανεπιστημίου του Σικάγου, ο οποίος πρωταγωνίστησε στην καμπάνια κατά του αλατιού, είχε πει ότι η διαμάχη γύρω από το ρόλο του αλατιού στην υγεία δεν ήταν στην πραγματικότητα αληθινή, δηλαδή μεταξύ επιστημόνων που είχαν κίνητρο να βρεθεί η αλήθεια, αλλά ότι είχε δημιουργηθεί από ειδικά συμφέροντα της βιομηχανίας που είχαν χρηματοδοτήσει ερευνητές για να υποστηρίζουν ότι το αλάτι δεν κάνει κακό, όπως είχε συμβεί παλιότερα με την κατασκευασμένη διαμάχη για συνέπειες του παθητικού καπνίσματος.