Μεγάλη αύξηση καταγγελιών για παρενέργειες που προκαλούν τα καλλυντικά κατέγραψε μια αμερικανική μελέτη για τη διετία 2015-2016 στις ΗΠΑ.
Οι αναφορές για ανεπιθύμητες ενέργειες των καλλυντικών ήταν 706 το 2015 (αυξημένες κατά 78% από το προηγούμενο έτος) και 1.591 το 2016 (ετήσια αύξηση κατά 300%). Η αύξηση αυτή οφείλεται σε ένα βαθμό σε προϊόντα φροντίδας μαλλιών, και συγκεκριμένα στη σειρά προϊόντων WEN από τον Chaz Dean.
Οι καταγγελίες για παρενέργειες των καλλυντικών (π.χ. τριχόπτωση και απώλεια μαλλιών) έγιναν από γιατρούς και καταναλωτές, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό JAMA Internal Medicine από ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Northwestern University, στο Σικάγο.
Οι επιστήμονες εξέτασαν τις καταγγελίες που είχαν γίνει προς τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και διαπίστωσαν ότι οι περισσότερες, το 35%, αφορούσαν προϊόντα περιποίησης μαλλιών (σαμπουάν, μαλακτικές κρέμες κ.α.) και ακολουθούσαν σε συχνότητα αυτές που αφορούσαν προϊόντα για τη φροντίδα του δέρματος και για τα τατουάζ (το 22%).
Για τα πιο σοβαρά προβλήματα υγείας, οι συχνότερες καταγγελίες, περίπου το 50%, αφορούσαν βρεφικά προϊόντα ενώ οι βλάβες αφορούσαν ακόμα και τραυματισμό ή αναπηρία, μέχρι και θάνατο.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι οι καταναλωτές εκτίθενται σε κινδύνους, επειδή οι εταιρείες καλλυντικών υποβάλλονται σε υποτυπώδη έλεγχο και δεν απαιτείται έγκριση για τα προϊόντα τους από τον FDA, πριν κυκλοφορήσουν στην αγορά. Αυτό συμβαίνει επειδή τα προϊόντα αυτά δεν είναι φάρμακα.
Το 2014, ο FDA άρχισε να ερευνά το θέμα αφού έλαβε απευθείας 127 αναφορές καταναλωτών για απώλεια μαλλιών, θλάση μαλλιών, εξογκώματος, φαγούρας και εξανθήματος με τη χρήση των WEN Cleansing Conditioners από τον Chaz Dean. Αργότερα, ο FDA έμαθε ότι ο κατασκευαστής είχε ήδη λάβει 21.000 καταγγελίες αλωπεκίας και ερεθισμού του τριχωτού της κεφαλής. Τα προϊόντα παραμένουν στην αγορά με τον FDA να αναζητά επιπρόσθετες καταγγελίες των καταναλωτών.
Έκθεση σε εκατοντάδες χημικές ουσίες
Ο επικεφαλής της μελέτης Shuai Xu, ερευνητής δερματολόγος στο Northwestern University Feinberg School of Medicine, ανέφερε: “Ο FDA έχει πολύ λιγότερη εξουσία να αποσύρει καλλυντικά από την αγορά, αντίθετα με τα φάρμακα ή τις ιατρικές συσκευές. Όμως, σε αντίθεση με τα φάρμακα και τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, τα καλλυντικά διαπερνούν την καθημερινή ζωή μας. Είμαστε εκτεθειμένοι σε εκατοντάδες χημικές ουσίες την ημέρα από αυτά τα προϊόντα”.
Από το 2004 έως το 2016 συνολικά υπήρξαν 5.144 καταγγελίες στον FDA για καλλυντικά, αλλά σύμφωνα με τον Xu, αυτές αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου, καθώς πολλά περιστατικά ποτέ δεν καταγγέλλονται από τους καταναλωτές ή από τους γιατρούς.
Ο Xu ανέφερε: “Η μελέτη μας αποτελεί ένα προσκλητήριο αφύπνισης, καθώς είναι αναγκαίο ο καθένας να ενεργοποιηθεί και να αναφέρει τυχόν παρενέργειες των καλλυντικών. Πρόκειται για μια παγκόσμια βιομηχανία που κάνει τζίρο 430 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως και διαθέτει στην αγορά εκατομμύρια προϊόντα, παρόλα αυτά λαμβάνουμε κατά μέσο όρο μόνο 400 καταγγελίες το χρόνο. Αν θέλουμε περισσότερη ασφάλεια και να κρατήσουμε τα επικίνδυνα προϊόντα μακριά από την αγορά, το πρώτο βήμα είναι να βεβαιωθούμε ότι διαθέτουμε αξιόπιστα στοιχεία, αλλά το βασικό εύρημα της μελέτης μας είναι ότι δεν τα έχουμε ακόμη”.
Να σημειωθεί ότι πολλές εταιρείες ισχυρίζονται ότι τα προϊόντα τους αποτελούν ένα συνδυασμό καλλυντικού και φαρμάκου, επειδή περιέχουν κάποια δραστική ουσία, όμως δεν ελέγχονται ανάλογα από τον FDA, επειδή τυπικά είναι εταιρείες καλλυντικών και όχι φαρμακευτικών προϊόντων.
Ο Xu επεσήμανε ότι τέτοια προϊόντα χρησιμοποιούνται από νεογέννητα μέχρι εγκύους σε ημερήσια βάση. “Στην καλύτερη περίπτωση αυτά τα προϊόντα μπορεί απλώς να προωθούνται στην αγορά με ισχυρισμούς που δεν είναι αληθινοί”, είπε. “Στην χειρότερη περίπτωση, υπάρχουν δραστικά συστατικά μέσα σε αυτά τα προϊόντα, που μπορούν να προκαλέσουν βλάβες”.
Μια προσέγγιση που θα μπορούσε να βοηθήσει στην καλύτερη ενημέρωση του κοινού είναι να γίνει υποχρεωτική η αναφορά στον FDA από τις εταιρείες σχετικά με τις καταγγελίες ή τα παράπονα που δέχονται από τους καταναλωτές. Ή ακόμα να αυξηθεί η χρηματοδότηση προς τον FDA από τις εταιρείες καλύπτοντας το κόστος για τη διερεύνηση αυτών των προβλημάτων.