Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει γνωστό ότι η συστηματική κατανάλωση καφέ μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 και οι ερευνητές προσπαθούν να βρουν γιατί και πως συμβαίνει αυτό.
Ο καφές εκτός από πηγή καφεΐνης περιέχει και άλλα συστατικά, όπως φαινόλες, νιασίνη, μαγνήσιο, κάλιο και διαιτητικές ίνες, τα οποία ενδέχεται να επιδρούν στην υγεία. Επίσης περιέχει διτερπένια, καφεστόλη και καχεόλη.
Η καφεστόλη (cafestol) έχει ενοχοποιηθεί για αύξηση της χοληστερίνης, ωστόσο η χρήση φίλτρου κατά την παρασκευή του καφέ επαρκεί για να περιορίσει το περιεχόμενό τους. Η κατανάλωση πέντε φλιτζανιών γαλλικού καφέ την ημέρα (περιέχουν 30 mg καφεστόλης) για τέσσερις εβδομάδες αυξάνει τη χοληστερίνη κατά 6-8% στον άνθρωπο.
Τώρα μια νέα μελέτη δείχνει ότι η καφεστόλη μπορεί να είναι η αιτία που ο καφές κάνει καλό στην περίπτωση του διαβήτη.
Μια προηγούμενη έρευνα Δανών επιστημόνων με επικεφαλής τον δρ Fredrik Brustad Mellbye από το Aarhus University Hospital είχε δείξει ότι η καφεστόλη αυξάνει την έκκριση ινσουλίνης στα παγκρεατικά κύτταρα όταν αυτά εκτέθηκαν σε γλυκόζη. Η καφεστόλη επίσης αύξανε την πρόσληψη γλυκόζης στα μυϊκά κύτταρα το ίδιο αποτελεσματικά με ορισμένα αντιδιαβητικά φάρμακα.
Η παρούσα μελέτη, από την ίδια ερευνητική ομάδα, έγινε σε ποντίκια και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Natural Products δείχνοτας ότι η καφεστόλη βελτιώνει την ευαισθησία των κυττάρων απέναντι στην ινσουλίνη.
Ο Mellbye δήλωσε: «Ο καφές περιέχει μεγάλο αριθμό βιοδραστικών ουσιών που μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως αλκαλοειδή. Το κύριο διεγερτικό στον καφέ, η καφεΐνη, έχει προσελκύσει μεγάλο ενδιαφέρον. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο καφές χωρίς καφεΐνη επίσης εμφανίζει την ίδια αντίστροφη σχέση με την ανάπτυξη του διαβήτη τύπου 2 όπως και ο καφές με καφεΐνη, είναι λιγότερο πιθανό όλες οι ευεργετικές επιδράσεις να οφείλονται στην καφεΐνη».
Να σημειωθεί ότι η αφαίρεση της καφεΐνης δεν αφαιρεί την καφεστόλη στον καφέ και άρα η ουσία υπάρχει και στο ντεκαφεϊνέ.
Διαβήτης έναντι χοληστερίνης
Οι ερευνητές χώρισαν ποντίκια που είχαν τάση για διαβήτη τύπου 2 σε τρεις ομάδες. Δύο ομάδες πήραν διαφορετικές δόσεις καφεστόλης (1,1 mg και 0,4 mg) ενώ η τρίτη αποτέλεσε την ομάδα ελέγχου. Αυτή η δοσολογία αντιστοιχεί σε 31 και 11 φλιτζάνια καφέ ημερησίως, αντίστοιχα.
Μετά από 10 εβδομάδες, τα ποντίκια που έλαβαν καφεστόλη είχαν χαμηλότερα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους και βελτιωμένη ικανότητα έκκρισης ινσουλίνης, σε σύγκριση με τα ποντίκια που δεν έλαβαν καφεστόλη. Η γλυκαγόνη νηστείας (fasting glucagon) ήταν 20% χαμηλότερη και η ευαισθησία στην ινσουλίνη βελτιώθηκε κατά 42% στην ομάδα με την υψηλή δοσολογία. Το σημαντικό ήταν ότι δεν παρατηρήθηκε υπογλυκαιμία, μια παρενέργεια που εμφανίζεται με ορισμένα αντιδιαβητικά φάρμακα όπως η ινσουλίνη και οι σουλφονυλουρίες.
Τα ποντίκια που πήραν την υψηλότερη δοσολογία καφεστόλης είχαν υψηλότερα επίπεδα «κακής» χοληστερόλης (LDL) και αύξησαν το σωματικό του βάρος. Αλλά ο δρ Mellbye είπε: «Αναμένουμε ότι η από του στόματος αντιδιαβητική δόση στους ανθρώπους θα είναι σχετικά χαμηλή και ότι τα αντιδιαβητικά οφέλη δεν θα αντισταθμιστούν από μια μικρή αύξηση της LDL χοληστερόλης».
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η καθημερινή πρόσληψη καφεστόλης μπορεί να καθυστερήσει την έναρξη του διαβήτη τύπου 2. Επίσης θεωρούν ότι η ουσία θέτει μια καλή υποψηφιότητα για την ανάπτυξη φαρμάκων που θα θεραπεύουν ή θα προλαμβάνουν τη νόσο στους ανθρώπους.
Να σημειωθεί ότι ο καφές φίλτρου έχει λιγότερη καφεστόλη διότι τα χαρτιά του φίλτρου παγιδεύουν την ουσία κι έτσι η περιεκτικότητα είναι τελικά χαμηλή. Ένα φλιτζάνι καφέ φίλτρου περιέχει μόλις 0,1 mg καφεστόλης. Από την άλλη πλευρά, ένα φλιτζάνι σκανδιναβικού βραστού καφέ περιείχε 6,2 mg και ένα φλιτζάνι ελληνικού καφέ περιέχει 4,2 mg. Ο καφές που φιλτράρεται με μεταλλικό πλέγμα επιτόπου αποδίδει 2,6 mg καφεστόλης για ένα φλιτζάνι.