Η θερμοκρασία του σώματός μας διατηρείται σε σχετικά σταθερή θερμοκρασία, γύρω στους 37,5 βαθμούς Κελσίου και η υπόθεση των επιστημόνων ήταν πάντοτε ότι οι περισσότερες από τις φυσιολογικές μας διεργασίες λαμβάνουν χώρα σε αυτή τη θερμοκρασία. Η ενέργεια που απαιτείται για να διατηρηθεί αυτή η θερμοκρασία παράγεται από μικροσκοπικές δομές που βρίσκονται στα κύτταρά μας και ονομάζονται μιτοχόνδρια.
Όμως, μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στις στο περιοδικό PLOS Biology από ερευνητές στο INSERM, στο CNRS και στο Hôpital Robert Debré στο Παρίσι με επικεφαλής τον Dr Pierre Rustin (και συνεργάτες από τη Φινλανδία, τη Νότια Κορέα, το Λίβανο και τη Γερμανία) παρουσιάζει κάποια εκπληκτικά στοιχεία: ότι τα μιτοχόνδρια εργάζονται σε θερμοκρασία κατά 10-12 βαθμούς Κελσίου πάνω από τη θερμοκρασία του σώματος, και μάλιστα έχουν τα βέλτιστα αποτελέσματα σε αυτή την θερμοκρασία.
Για να εξασφαλιστεί μια σταθερή εσωτερική θερμοκρασία, το ανθρώπινο σώμα χρησιμοποιεί τη θερμότητα που παράγεται από την κατανάλωση τροφίμων: η “καύση” των θρεπτικών ουσιών γίνεται στα μιτοχόνδρια των κυττάρων -υπάρχουν δεκάδες ή εκατοντάδες μιτοχόνδρια στα κύτταρα, σε ορισμένα και χιλιάδες. Τα μιτοχόνδρια σχηματίζουν ένα πολύπλοκο δίκτυο εντός του κυττάρου και το περιεχόμενό τους απομονώνεται από το υπόλοιπο κύτταρο με δύο μεμβράνες. Ένας σημαντικός αριθμός χημικών αντιδράσεων λαμβάνει χώρα στο εσωτερικό τους. Το 40% της ενέργειας των τροφίμων ενσωματώνεται σε ένα μόριο που ονομάζεται ATP και χρησιμοποιείται για τις λειτουργίες του σώματος όπως οι καρδιακοί ρυθμοί, η εγκεφαλική δραστηριότητα και η συστολή των μυών. Το υπόλοιπο 60% της ενέργειες των τροφίμων διαχέεται ως θερμότητα.
Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι, αν και το σώμα μας διατηρείται σε σταθερή θερμοκρασία, γύρω στους 37,5 βαθμούς Κελσίου, τα μιτοχόνδρια λειτουργούν σαν καλοριφέρ σε ένα δωμάτιο που λειτουργεί σε πολύ υψηλότερη θερμοκρασία. Οι ερευνητές έδειξαν επίσης ότι πολλά ανθρώπινα μιτοχονδριακά ένζυμα έχουν εξελιχθεί σε μια βέλτιστη θερμοκρασία κοντά στους 50 βαθμούς Κελσίου, γεγονός που βοηθά στην υποστήριξη της ερμηνείας τους από τα δεδομένα των μοριακών θερμομέτρων.
Λόγω της εξαιρετικής φύσης αυτού του ισχυρισμού, το περιοδικό PLOS Biology παρήγγειλε ένα συνοδευτικό άρθρο του καθηγητή Nick Lane από το University College του Λονδίνου, ο οποίος είναι ειδικός στην εξελικτική βιοενέργεια. Ο Lane, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη, αλλά βοήθησε το περιοδικό να αξιολογήσει τη μελέτη, θεωρεί τα αποτελέσματα δυνητικά συναρπαστικά, αλλά προειδοποιεί ότι πρέπει να γίνει περαιτέρω εργασία. Στο συνοδευτικό του άρθρο, λέει: “Αυτή είναι μια ριζοσπαστική αξίωση, και αν είναι αλήθεια, πώς δεν ξέραμε κάτι τόσο σημαντικό εδώ και καιρό;” Ο ίδιος ανέφερε ότι αμφιβάλλει ότι η διαφορά θερμοκρασίας των 10 βαθμών Κελσίου “πρέπει να ληφθεί κυριολεκτικά, αλλά ωστόσο πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη”.
Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι αυτές οι υψηλές θερμοκρασίες στον μικρο-χώρο μέσα στα μιτοχόνδρια είναι απροσδόκητες, αλλά τονίζουν ότι αυτή η αποκάλυψη θα πρέπει να οδηγήσει σε μια επανεκτίμηση για το πώς λειτουργούν τα μιτοχόνδρια και το ρόλο τους στα κύτταρα. Πολλές από τις γνώσεις μας σχετικά με τα μιτοχόνδρια, τη δραστικότητα των ενζύμων τους, τη διαπερατότητα των μεμβρανών τους, τις συνέπειες των γενετικών ελαττωμάτων που βλάπτουν τη δραστικότητα τους, την επίδραση των τοξινών ή των φαρμάκων, έχουν καθοριστεί στους 37,5 βαθμούς Κελσίου, είπαν οι ερευνητές.