Ο καρκίνος των όρχεων είναι ο συνηθέστερος καρκίνος στους νεαρούς άνδρες και η μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών θεραπεύεται. Όσοι όμως έχουν επιβιώσει από καρκίνο των όρχεων αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιακών προβλήματα, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of the National Comprehensive Cancer Network.
Ερευνητές του Πανεπιστημιακού Αντικαρκινικού Κέντρου της Ιντιάνα, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή Ιατρικής Mohammad Abu Zaid, ανέλυσαν στοιχεία για 486 επιβιώσαντες καρκίνου των όρχεων, μέσης ηλικιας 38 ετών, που είχαν υποβληθεί σε χημειοθεραπεία.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι συγκεκριμένοι ασθενείς είχαν υψηλότερο του αναμενόμενου κίνδυνο καρδιακής νόσου.
Οι ερευνητές έχουν κάποιες ιδέες σχετικά με το γιατί οι επιζήσαντες του καρκίνου των όρχεων διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για καρδιακές παθήσεις. “Ο κίνδυνος έχει να κάνει με την τεστοστερόνη”, είπε ο Abu Zaid. “Οι επιζήσαντες του καρκίνου των όρχεων έχουν χαμηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης από τους συνομηλίκους τους επειδή είχαν αφαιρέσει έναν όρχι χειρουργικά και μερικές φορές η χημειοθεραπεία μπορεί να βλάψει τον άλλον. Όταν η τεστοστερόνη είναι χαμηλή, μπορεί να επιδράσει τόσο στην HDL (καλή) χοληστερόλη όσο και στην LDL (κακή) χοληστερόλη. Αλλάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο το σώμα κατανέμει το λίπος”.
Συγκριτικά με άνδρες χωρίς ιστορικό καρκίνο των όρχεων, οι καρκινοπαθείς ήταν πιθανότερο να έχουν υπέρταση (43% έναντι 31%), υψηλότερη LDL χοληστεερόλη (18% έναντι 9%), υψηλότερα επίπεδα συνολικής χοληστερόλης (26% έναντι 11%), ενώ ήταν πιθανότερο να είναι υπέρβαροι (75% έναντι 69%). Επιπλέον, οι επιβιώσαντες από τον καρκίνο των όρχεων ήταν πιθανότερο να έχουν χαμηλότερα επίπεδα HDL χοληστερόλης (24% έναντι 35%) και να έχουν κοιλιακή παχυσαρκία (28% έναντι 40%).
“Διαπιστώσαμε ότι ένας στους 10 άνδρες που είχαν επιβιώσει του καρκίνου των όρχεων κάτω των 30 ετών είχε μεταβολικό σύνδρομο και όταν επρόκειτο για άνδρες άνω των 50 ετών το ενδεχόμενο αυτό αφορούσε πάνω από το ένα τρίτο των ασθενών”, ανέφερε ο Abu Zaid.
Το μεταβολικό σύνδρομο αφορά την συνύπαρξη τριών ή περισσοτέρων εκ των ακολούθων καταστάσεων: υπέρταση, κοιλιακή παχυσαρκία, αυξημένα τριγλυκερίδια, μειωμένη HDL χοληστερόλη και υψηλό σάκχαρο.
Ο πρωταρχικός στόχος της μελέτης ήταν η εντόπιση του κινδύνου των καρδιακών παθήσεων για να εφαρμοστούν έγκαιρες παρεμβάσεις.”Προς το παρόν δεν υπάρχουν κριτήρια για να καθορίσουμε τι ακριβώς προκαλεί το μεταβολικό σύνδρομο στους ογκολογικούς ασθενείς. Η ανάδειξη τέτοιων κριτηρίων απαιτεί μακροχρόνια παρακολούθηση των ανθρώπων που έχουν ιστορικό καρκίνου. Αυτό θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τους παράγοντες που είναι πιθανόν να οδηγήσουν στην εκδήλωση καρδιακής νόσου στον συγκεκριμένο πληθυσμό ασθενών”, είπε ο Abu Zaid.
Και πρόσθεσε: “Συμβουλεύουμε τους επιζώντες μας, εάν έχουν συμπτώματα υπογοναδισμού ή χαμηλής τεστοστερόνης, να ελεγχθούν και, αν είναι χαμηλά, να λάβουν θεραπεία αντικατάστασης τεστοστερόνης. Πάρα πολλοί επιζώντες δεν λαμβάνουν θεραπεία για τη χαμηλή τεστοστερόνη. Υπάρχει ανάγκη για σημαντική βελτίωση εδώ. Στη μελέτη μας το 38% των επιζώντων είχε χαμηλή τεστοστερόνη. Μερικοί από αυτούς δεν είχαν ποτέ διαγνωστεί. Μόνο το 11% ήταν σε θεραπεία αντικατάστασης τεστοστερόνης”.