H άνοδος και η πτώση της Valeant Pharmaceuticals

Το 2003, η Valeant Pharmaceuticals ήταν μια μικρή αμερικανική φαρμακοβιομηχανία αλλά μέχρι το 2015 θα γινόταν μια από τις πιο “καυτές” εισηγμένες της Wall Street. Τα τελευταία τρία χρόνια θα εμπλεκόταν σε σκάνδαλα, διαφθορά και άλλες ανήθικες πρακτικές ενώ σήμερα προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της.

Η άνοδος

Κάποτε η Valeant αγωνιζόταν να ανακαλύψει νέα φάρμακα, όπως κάνουν και οι άλλες φαρμακευτικές εταιρείες. Όταν το 2008 ανέλαβε νέος διευθύνων σύμβουλος ο Michael Pearson, βετεράνος της McKinsey, η στρατηγική της εταιρείας θα άλλαζε. Η διαπίστωση του Pearson ήταν ότι η εταιρεία δεν είχε ικανότητες στην έρευνα και ανάπτυξη και ήταν πιο λογικό να προχωρήσει σε εξαγορές εταιρειών οι οποίες κυκλοφορούσαν ήδη υποσχόμενα φάρμακα στην αγορά.

Έτσι, η Valeant έγινε ένας κατά συρροήν αγοραστής εταιρειών και προϊόντων πραγματοποιώντας πάνω από 100 συμφωνίες μεταξύ 2008 και 2015. Ανάμεσα στις σημαντικές εξαγορές που πραγματοποίησε ήταν, το 2012, η δερματολογική Medicis έναντι 2,6 δισ. δολ. και η οφθαλμολογική Bausch & Lomb, έναντι  8,7 δισ. δολ. Το 2015, απέκτεισε την γαστρεντερική Salix και τη Sprout που είχε δημιουργήσει το πρώτο γυναικείο φάρμακα για τη λίμπιντο. Εν τω μεταξύ το 2010, είχε συγχωνευτεί με την καναδική Biovail και αυτό της επέτρεψε να μεταφέρει την έδρα της στον Καναδά λαμβάνοντας μια σημαντική φορολογική ελάφρυνση.

Η Valeant αγόραζε εταιρείες, απέλυε μεγάλο μέρος του προσωπικού και ειδικά των επιστημονικών τμημάτων, και ανέβαζε τις τιμές των φαρμάκων, μια τακτική που της απέφερε αρκετά έσοδο. Αυτό που της έδινε την ευχέρεια να αυξάνει τις τιμές ήταν ότι αγόρασε εταιρείες με φάρμακα που δεν αντιμετώπιζαν βραχυπρόθεσμα τον ανταγωνισμό από τα γενόσημα, ακόμη και αν έληγε η προστασία των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Τα κέρδη ήταν ιδιαίτερα σημαντικά για τα στελέχη της των οποίων η αμοιβή συνδεόταν με την τιμή της μετοχής. Η άνοδος της μετοχής ήταν εντυπωσιακή φτάνοντας το 2015 στα 260 δολ. από 60 δολ. που ήταν το 2013.

Τα πράγματα πήγαιναν τόσο καλά για την Valeant που ο επιφανής διαχειριστής αμοιβαίων κεφαλαίων Bill Ackman, του οποίου το fund, το Pershing Square Capital Management, συμμετείχε στην εταιρία με 6,3%, έλεγε ότι ο Pearson ήταν ο δεύτερος Warren Buffett της Αμερικής. Ο Ackman ξεκίνησε τη συνεργασία του με τον Pearson το 2014, όταν οι δύο ένωσαν τις δυνάμεις τους με την ελπίδα να εξαγοράσουν τη Allergan, την κατασκευάστρια του Botox, αλλά το ντιλ δεν έκλεισε. Το hedge fund του Ackman, δεν ήταν το μόνο μεταξύ των μετόχων της εταιρείας, συμμετείχαν επίσης το Valueact Capital Management (με 4,37%) και το Paulson & Company (με 3,87%).

Ο κατήφορος

Κι ενώ το 2015 η Valeant φερόταν ως πιο αξιόλογη εταιρεία του Καναδά, μια σειρά από γεγονότα (που μοιάζουν κάπως με την ελληνική περίπτωση της Folli Follie) οδήγησαν την τιμή της μετοχής κάτω από τα 10 δολ. και να τεθεί υπό έρευνα από την Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Οι εξαγορές είχαν ανεβάσει το χρέος της Valeant στα 30 δισ δολ. -τριπλάσιο των εσόδων- και τον Οκτώβριο του 2015, ο Andrew Left, ένας γνωστός “σορτάκιας” και επικεφαλής της εταιρείας Citron Research, σε έκθεσή του, έβγαλε μια “βρώμα” για ανήθικες λογιστικές πρακτικές παρομοιάζοντας την Valeant με την Enron. Μεταξύ άλλων αναφερόταν ότι η αλυσίδα φαρμακείων Philidor προωθούσε με παράνομο τρόπο τα φάρμακα της εταιρείας έναντι των ανταγωνιστών της. Ο Left έλεγε ότι η Valeant είχε ενορχηστρώσει αυτό το δίκτυο  φαρμακείων απλώς για να δημιουργήσει “φανταστικούς λογαριασμούς” και πλαστά τιμολόγια παρουσιάζοντας πλασματικά έσοδα. Η Valeant έδινε φάρμακα στη Philidor η οποία δεσμευόταν να τα πουλήσει και εξέδιδε τιμολόγια χωρίς όμως τα φάρμακα να έχουν πουληθεί στην πραγματικότητα.

Το θέμα πήρε άμεσα αρνητικές διαστάσεις καθώς ένα σημαντικό πολιτικό γκρουπ ήθελε να αποθαρρύνει τις φαρμακευτικές εταιρείες να λειτουργούν σαν hedge fund, πιστεύοντας ότι αυτό μπορεί τινάξει τον καπιταλισμό στον αέρα. Επιπλέον, η Valeant είχε εκτοξεύσει τις τιμές των φαρμάκων, κάτι που πέρα από την επιβάρυνση των ασφαλιστικών ταμείων έχει και πολιτικό κόστος. Μόνο το 2015 η μέση άνοδος των τιμών των φαρμάκων που διέθετε η Valeant ήταν 66%. Το Nitropress και το  Isuprel, δύο σημαντικά φάρμακα για την καρδιά είχαν αυξηθεί κατά 212% και 525%, αντίστοιχα. Η τιμή του Cuprimine, ενός φαρμάκου για τη νόσο του Wilson που σχετίζεται με μια γενετική διαταραχή μεταβολισμού του χαλκού επίσης είχε αυξηθεί σημαντικά και οι ασθενείς είχαν πλέον μηνιαίο κόστος 1.800 δολ. από 366 δολ. το μήνα.

Από το 2015 έως το 2017, το “έξυπνο χρήμα” του Ackman και Paulson είχε ζημιές πάνω από 3 δισ. δολ. λόγω της πτώσης της μετοχής. Το Φεβρουάριο του 2016, η Valeant τέθηκε υπό έρευνα από την Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, την ίδια χρονιά ο Pearson αντικαταστάθηκε από τον Joseph Papa και τον Ιούλιο του 2018 η εταιρεία άλλαξε όνομα σε Bausch Health Companies Inc. προκειμένου να μην συνδέεται με το παρελθόν. Η εταιρεία εκποίησε 13 εταιρίες για να μειώσει το χρέος της -το οποίο εξακολουθεί να είναι υψηλό- ενώ νωρίτερα φέτος ένας πρώην διευθυντής της Valeant και ένας πρώην διευθυντής της Philidor κρίθηκαν ένοχοι για εξαπάτηση πολλών εκατομμυρίων δολαρίων και συνωμοσία.

Δείτε επίσης