Ξέρουμε σήμερα ότι το πότε τρώμε παίζει ρόλο για την υγεία και το βάρος μας. Αλλά πότε ήταν η πρώτη φορά που μια μελέτη έδειξε το καθαρό όφελος του χρόνου σίτισης; Ήταν το 2012 μια μελέτη που έγινε σε ποντίκια από ερευνητές του Ινστιτούτου Βιολογικών Μελετών Salk. Η μελέτη επεδίωξε να προσδιορίσει εάν η παχυσαρκία και οι μεταβολικές ασθένειες προκύπτουν από μια δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά ή από διαταραχή των μεταβολικών κύκλων.
«Είναι δόγμα ότι μια δίαιτα με υψηλήw περιεκτικότηταw σε λιπαρά οδηγεί σε παχυσαρκία και ότι πρέπει να τρώμε συχνά όταν είμαστε ξύπνιοι», λέει ο Satchidananda Panda, κύριος συγγραφέας της μελέτης. «Τα ευρήματά μας, ωστόσο, υποδηλώνουν ότι οι τακτικές ώρες φαγητού και η νηστεία για σημαντικό αριθμό ωρών την ημέρα μπορεί να είναι ευεργετικές για την υγεία μας».
Η ομάδα του Panda τάισε δύο ομάδες ποντικών, τα οποία μοιράζονταν τα ίδια γονίδια, φύλο και ηλικία, μια δίαιτα που περιλάμβανε το 60% των θερμίδων της από λίπος (σαν να τρώτε πατατάκια και παγωτό για όλα τα γεύματά σας). Μια ομάδα ποντικών μπορούσε να τρώει όποτε ήθελε, καταναλώνοντας τη μισή τροφή τους τη νύχτα (τα ποντίκια είναι κυρίως νυκτόβια) και τσιμπολογώντας όλη την υπόλοιπη ημέρα. Η άλλη ομάδα περιοριζόταν να τρώει μόνο οκτώ ώρες κάθε βράδυ, ουσιαστικά, νηστεύοντας για περίπου 16 ώρες την ημέρα. Δύο άλλες ομάδες ποντικιών έτρωγαν την τυπική διατροφή των ποντικιών που περιελάμβανε περίπου το 13% των θερμίδων από λίπος υπό παρόμοιες συνθήκες.
Μετά από 100 ημέρες, τα ποντίκια που έτρωγαν λιπαρά τρόφιμα συχνά καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας πήραν βάρος και εμφάνισαν υψηλή χοληστερόλη, υψηλή γλυκόζη αίματος, ηπατική βλάβη και μειωμένο κινητικό έλεγχο, ενώ τα ποντίκια στην ομάδα περιορισμένης χρονικά σίτισης ζύγιζαν 28% λιγότερο και δεν εμφάνισαν δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία παρά την κατανάλωση της ίδιας ποσότητας θερμίδων από την ίδια λιπαρή τροφή. Επιπλέον, τα ποντίκια με περιορισμένο χρονικά διάστημα ξεπέρασαν τα ποντίκια που έτρωγαν κατά βούληση και εκείνα που ακολουθούσαν κανονική διατροφή όταν τους έγινε τεστ άσκησης.
«Αυτό ήταν ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα», ανέφερε η Megumi Hatori, πρώτη συγγραφέας της μελέτης. «Τα τελευταία 50 χρόνια, μας έχουν πει να μειώσουμε τις θερμίδες που προέρχονται από το λίπος και να τρώμε μικρότερα γεύματα και σνακ καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Διαπιστώσαμε, ωστόσο, ότι ο χρόνος νηστείας είναι σημαντικός. Τρώγοντας με χρονικά περιορισμένο τρόπο, μπορείτε ακόμα να αντισταθείτε στις βλαβερές συνέπειες μιας δίαιτας υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και δεν διαπιστώσαμε καμία αρνητική επίδραση της χρονικά περιορισμένης διατροφής όταν τρώμε υγιεινά τρόφιμα. «Αυτό που δείξαμε είναι ότι με την καθημερινή νηστεία, το σώμα μπορεί να καταπολεμήσει τα ανθυγιεινά τρόφιμα σε σημαντικό βαθμό. Αλλά σίγουρα υπάρχουν όρια».
Η μελέτη του Salk πρότεινε μια άλλη επιλογή για την πρόληψη της παχυσαρκίας διατηρώντας τους φυσικούς ρυθμούς σίτισης χωρίς να μεταβάλλει την διαιτητική πρόσληψη.

Αυτές οι εικόνες του ηπατικού ιστού δείχνουν τη διαφορά στη συσσώρευση λίπους μεταξύ δύο ομάδων ποντικών που τρέφονταν με δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά. Ένα ποντίκι που του επιτρεπόταν να τρώει 24 ώρες την ημέρα (αριστερά) είχε πολύ υψηλότερα επίπεδα ηπατικού λίπους (λευκό) από ένα ποντίκι που περιοριζόταν σε ένα 8ωρο ημερήσιο παράθυρο σίτισης (δεξιά).
Οι επιστήμονες εδώ και καιρό υποθέτουν ότι η αιτία της παχυσαρκίας που προκαλείται από τη διατροφή σε ποντίκια είναι το είδος της διατροφής. Ωστόσο, τα ευρήματα του Salk υποδηλώνουν ότι η κατανομή της θερμιδικής πρόσληψης κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορεί επίσης να συμβάλλει, διαταράσσοντας τις μεταβολικές οδούς που διέπονται από το κιρκάδιο ρολόι και τους αισθητήρες θρεπτικών συστατικών.
Η μελέτη του Salk διαπίστωσε ότι το σώμα αποθηκεύει λίπος ενώ τρώει και αρχίζει να καίει λίπος και να διασπά τη χοληστερόλη σε ωφέλιμα χολικά οξέα μόνο μετά από λίγες ώρες νηστείας. Όταν τρώμε συχνά, το σώμα συνεχίζει να παράγει και να αποθηκεύει λίπος, διογκώνοντας τα λιποκύτταρα και τα ηπατικά κύτταρα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ηπατική βλάβη.
Η μη χρονικά περιορισμένη σίτιση είχε επίσης αυξήσεις το λίπος στο συκώτι. Από την άλλη μεριά, τα ποντίκια που τρέφονταν με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και είχαν περιορισμένο χρονικό διάστημα, εμφάνισαν σημαντικά αυξημένη θερμογένεση και βελτιωμένους ρυθμούς στην αξιοποίηση των θρεπτικών συστατικών, οδηγώντας σε μειωμένη λιπώδη μάζα και ηπατική στεάτωση, φυσιολογική ανοχή στη γλυκόζη, μειωμένη χοληστερόλη ορού, αυξημένη παραγωγή χολικών οξέων και βελτιωμένη κινητική λειτουργία. Η χρονικά περιορισμένη σίτιση μείωσε την παραγωγή ελεύθερου λίπους, γλυκόζης και χοληστερόλη. Μείωσε την αποθήκευση λίπους και διατήρησε τα ηπατικά κύτταρα υγιή και μειώνοντας το συνολικό σωματικό λίπος.
Τα ποντίκια που τράφηκαν με δίαιτα υψηλή σε λιπαρά στην περιορισμένη χρονικά σίτιση ζύγιζαν 34,2 γραμμάρια και στην απεριόριστη χρονικά σίτιση ζύγιζαν 47,4 γραμμαρίων (ήταν 38% βαρύτερα και είχαν 70% περισσότερο λίπος. Στην περίπτωση που τα ποντίκια τρέφονταν με τη συνήθη διατροφή υπήρξε μια μέτρια διαφορά από 30,5 σε 32,6 γραμμάρια (7% αύξηση του βάρους).
Ο καθημερινός κύκλος σίτισης-νηστείας ενεργοποιεί τα ηπατικά ένζυμα που διασπούν τη χοληστερόλη σε χολικά οξέα, ενεργοποιώντας τον μεταβολισμό του καφέ λίπους -ενός τύπου «καλού λίπους» στο σώμα μας που μετατρέπει τις επιπλέον θερμίδες σε θερμότητα. Έτσι, το σώμα καίει κυριολεκτικά λίπος κατά τη διάρκεια της νηστείας. Το ήπαρ διακόπτει επίσης την παραγωγή γλυκόζης για αρκετές ώρες, γεγονός που βοηθά στη μείωση της γλυκόζης στο αίμα. Η επιπλέον γλυκόζη που θα κατέληγε στο αίμα -το υψηλό σάκχαρο στο αίμα είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του διαβήτη χρησιμοποιείται αντ’ αυτού για την κατασκευή μορίων που επιδιορθώνουν τα κατεστραμμένα κύτταρα και δημιουργούν νέο DNA. Αυτό βοηθά στην πρόληψη της χρόνιας φλεγμονής, η οποία έχει εμπλακεί στην ανάπτυξη μιας σειράς ασθενειών, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών παθήσεων, του καρκίνου, του εγκεφαλικού επεισοδίου και της νόσου Αλτσχάιμερ. Σύμφωνα με το χρονικά περιορισμένο πρόγραμμα σίτισης που μελετήθηκε από το εργαστήριο του Panda, μειώθηκε επίσης η χαμηλού βαθμού φλεγμονή.
«Στα ευρήματά μας», λέει ο Panda, «υπονοείται ότι ο έλεγχος του ενεργειακού μεταβολισμού είναι μια λεπτοσυντονισμένη διαδικασία που περιλαμβάνει ένα περίπλοκο δίκτυο σηματοδοτικών και γενετικών οδών, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών ανίχνευσης θρεπτικών συστατικών και του κιρκαδικού συστήματος. Η χρονικά περιορισμένη σίτιση δρα σε αυτά τα αλληλένδετα δίκτυα και μετακινεί την κατάστασή τους προς εκείνη ενός φυσιολογικού ρυθμού σίτισης».
Ήταν ενθαρρυντικό το γεγονός ότι μια απλή αύξηση του ημερήσιου χρόνου νηστείας εμπόδισε την αύξηση βάρους και την εμφάνιση ασθενειών. «Διαφορετικά, αυτό θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί μόνο εν μέρει με μια σειρά από διαφορετικά χάπια και με ανεπιθύμητες παρενέργειες.
Το ερώτημα ήταν τι σημαίνουν αυτά τα ευρήματα για τους ανθρώπους. Οι έρευνες δημόσιας υγείας για τη διατροφή έχουν επικεντρωθεί τόσο στην ποιότητα όσο και στην ποσότητα της διατροφής, αλλά έχουν εγγενή ελαττώματα όπως η μεροληψία δειγματοληψίας, η μεροληψία απόκρισης και τα σφάλματα ανάκλησης που καθιστούν τα αποτελέσματα αμφισβητήσιμα. Έτσι, λέει ο Panda, με τα τρέχοντα δεδομένα είναι δύσκολο να συνδεθεί το πότε τρώμε, τι τρώμε με το πόσο βάρος παίρνουμε. «Το βασικό μήνυμα», είπε ο Πάντα, «είναι ότι η κατανάλωση φαγητού σε τακτικές ώρες κατά τη διάρκεια της ημέρας και η νηστεία κατά τη διάρκεια της νύχτας μπορεί να αποδειχθούν ωφέλιμες, αλλά θα πρέπει να περιμένουμε μελέτες σε ανθρώπους για να το αποδείξουν αυτό».
Οι περισσότερες επιτυχημένες παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής των ανθρώπων δοκιμάστηκαν για πρώτη φορά σε ποντίκια και το ερώτημα ήταν αν αυτά τα ευρήματά τους θα ακολουθήσουν το παράδειγμα. Εάν η τήρηση ενός χρονικά περιορισμένου προγράμματος διατροφής μπορεί να αποτρέψει την αύξηση βάρους κατά 10-20%, θα είναι μια απλή και αποτελεσματική παρέμβαση στον τρόπο ζωής για τον περιορισμό της επιδημίας της παχυσαρκίας. Η μελέτη αυτή ήταν η πρώτη που ανέφερε τον όρο «χρονικά περιορισμένη σίτιση», την πιο συνήθη μορφή της λεγόμενης διαλειμματικής νηστείας. Έκτοτε πάνω από 100 μελέτες έχουν γίνει για τη διαλειμματική νηστεία στους ανθρώπους δείχνοντας τα οφέλη της.
Περισσότερες πληροφορίες: Hatori et al.: Time-Restricted Feeding without Reducing Caloric Intake Prevents Metabolic Diseases in Mice Fed a High-Fat Diet.