Βιοποικιλότητα: Κίνδυνος για 122 είδη πουλιών στην Ελλάδα

Η Ελλάδα, παρά τη μικρή της έκταση, διαθέτει μεγάλη ποικιλία πουλιών και συνολικά μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί 442 είδη. Ο λόγος είναι η μεγάλη ποικιλία βιοτόπων -ακτές, υγρότοποι, αγροτικές περιοχές, δάση κ.ά.- οι περισσότεροι από τους οποίους εξακολουθούν να διατηρούν σε ικανοποιητικό βαθμό τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά. Ωστόσο, τουλάχιστον 122 είδη πουλιών περιλαμβάνονται σε κάποια από τις κατηγορίες κινδύνου, όπως καταδεικνύουν στοιχεία που έχει ο Σάββας Καζαντζίδης, αναπληρωτής ερευνητής στο Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών του ΕΘΙΑΓΕ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, όπως προκύπτει από το Κόκκινο Βιβλίο για τα Απειλούμενα Ζώα της Ελλάδας, τουλάχιστον 242 είδη πουλιών αναπαράγονται τακτικά στη χώρα μας, 76 έρχονται κατά το χειμώνα, 29 είναι παρόντα κατά τη μετανάστευση, ενώ ένα είναι εξαφανισμένο. Επίσης, έχουν καταγραφεί από μία μέχρι μερικές δεκάδες φορές, τουλάχιστον 91 ασιατικά ή βορειοευρωπαϊκά είδη, των οποίων η ζωογεωγραφική κατανομή φθάνει μέχρι τα βόρεια ή τα ανατολικά σύνορά μας, ενώ επιπλέον τρία είδη χαρακτηρίστηκαν “απροσδιόριστα”.

Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους, τον τόπο που ζουν και τις συνήθειές τους, τα πουλιά χωρίστηκαν σε γενικότερες κατηγορίες, όχι με την αυστηρή ταξινομική έννοια, αλλά με ευρύτερα οικολογικά κριτήρια.

Τα θαλασσοπούλια, όπως οι μύχοι και οι υδροβάτες ή κυματοβάτες (πέντε είδη) ζουν στη θάλασσα και επισκέπτονται την ξηρά (κυρίως τις έρημες βραχονησίδες) μόνο για να γεννήσουν, κατά την άνοιξη.

Τα υδρόβια πουλιά, στα οποία περιλαμβάνονται οι πάπιες, οι χήνες, τα βουτηχτάρια και οι φαλαρίδες (51 είδη), είναι τα πιο κοινά είδη των υγροτόπων. Κοινό χαρακτηριστικό τους αποτελεί η νηκτική μεμβράνη στα δάκτυλα των ποδιών και ότι τα περισσότερα κατασκευάζουν τις φωλιές τους στην επιφάνεια του νερού (επιπλέουσες). Κάποια απ’ αυτά πηγαίνουν σε γλυκά νερά, ενώ άλλα στις παράκτιες περιοχές. Ορισμένα τρέφονται με ζωικούς οργανισμούς (Ψαλίδες, Γκισάρια) ενώ άλλα αποκλειστικά με φυτικούς (κύκνοι, χήνες). Τα περισσότερα διαχειμάζουν στους ελληνικούς υγροτόπους, ενώ λίγα αναπαράγονται.

Τα παρυδάτια πουλιά (72 είδη) όπως οι ερωδιοί, οι σκαλίδρες, οι τρίγκες, οι σφυριχτές και οι τουρλίδες παρατηρούνται πάντα να ψάχνουν την τροφή τους στην άκρη του νερού των υγροτόπων. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι κάνουν τη φωλιά τους δίπλα στο νερό και όχι πάνω σ’ αυτό, όπως τα περισσότερα υδρόβια.

Η ποικιλομορφία σ’ αυτά είναι πολύ μεγάλη. Κάποια έχουν υψηλά πόδια, ενώ άλλα μακρύ λαιμό και ράμφος, σε ορισμένα το ράμφος είναι κυρτό προς τα επάνω, ενώ σε άλλα προς τα κάτω. Σε κάποια είναι λεπτό, ενώ σε άλλα χοντρό. Το κάθε ένα απ’ αυτά τα είδη εκμεταλλεύεται κάποια διαφορετική θέση του βιοτόπου, στον οποίο συμβιώνουν για εξεύρεση τροφής ή θέσης φωλεοποίησης, μειώνοντας έτσι τον ανταγωνισμό μεταξύ τους.

Τα αρπακτικά πουλιά (αετοί, γεράκια, κίρκοι) κατανέμονται σε όλες σχεδόν τις ζώνες, από τη θαλάσσια μέχρι την αλπική και σε όλους τους βιοτόπους (δάση, υγροτόπους, αγροτικές περιοχές ακόμη και αστικές).

Η Ελλάδα είναι από τις χώρες με τα περισσότερα αρπακτικά στην Ευρώπη με 38 ημερόβια και εννέα νυκτόβια είδη. Ορισμένα ζουν στα βουνά και τρέφονται με νεκρά ζώα, συμβάλλοντας έτσι στην υγιεινή των περιοχών (γυπαετός, όρνιο, ασπροπάρης, μαυρόγυπας). Πολλά από τα ημερόβια αρπακτικά (π.χ. γερακίνες) τρέφονται με τρωκτικά, ρυθμίζοντας έτσι τον πληθυσμό τους, παράμετρος που βοηθά σημαντικά τους γεωργούς. Κάποια άλλα τρέφονται με έντομα, ενώ πολλά με μικρόπουλα. Ένα γεράκι που ζει στο Αιγαίο, ο μαυροπετρίτης, έχει προσαρμόσει έτσι τη ζωή του ώστε να γεννά κατά τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο. Αυτήν ακριβώς την περίοδο περνούν εκατομμύρια στρουθιόμορφα πουλιά κατά τη μετανάστευσή τους προς την Αφρική και μ’ αυτά τρέφεται και μεγαλώνει τους νεοσσούς του.

Οι γλάροι και τα γλαρόνια (28 είδη) ζουν κυρίως στους υγροτόπους και τις ακτές. Τα περισσότερα είναι ψαροφάγα, ενώ κάποιοι γλάροι είναι παμφάγοι και μπορεί κάποιος να τους δει τόσο σε ακτές όσο και μακριά απ’ αυτές- π.χ. σε σκουπιδότοπους (Ασημόγλαρος). Αντίθετα, οι μαυροκέφαλοι γλάροι τρέφονται με έντομα ή γαστερόποδα, που βρίσκουν σε καλλιέργειες.

Τα στρουθιόμορφα πουλιά είναι τα πολυπληθέστερα (176 είδη). Πολλά απ’ αυτά είναι εξειδικευμένα σε κάποιους πολύ συγκεκριμένους βιοτόπους. Έτσι, υπάρχουν τα δασικά είδη, τα υγροτοπικά, αυτά που ζουν στα αλπικά λιβάδια, αυτά που ζουν σε αστικές ή αγροτικές περιοχές. Η εξειδίκευση ορισμένων ειδών είναι ακόμη μεγαλύτερη. Κάποια είδη ζουν μόνο στους καλαμώνες των υγροτόπων (καλαμοποταμίδα, βουρλοποταμίδα), κάποια άλλα μόνο στον κορμό ορισμένων δένδρων, σε πυκνά δάση (δενδροβάτες, τσοπανάκοι), ενώ άλλα μόνο σε πυκνούς θάμνους (τρυποφράκτες, φυλλοσκόποι). Η ποικιλομορφία επεκτείνεται και στη διατροφή τους. Κάποια τρώνε σπόρους, άλλα τρώνε έντομα (κεφαλάδες, χελιδόνια), ενώ ορισμένα είναι παμφάγα (κορακοειδή).

Τέλος, υπάρχουν κάποια είδη που δεν εντάχθηκαν σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες, όπως διάφορα σκαλιστικά είδη, οι φασιανοί, τα περιστερόμορφα και οι σταχτάρες (συνολικά 59 είδη), που ζουν σε διάφορα περιβάλλοντα και εκμεταλλεύονται τις επικρατούσες συνθήκες, έχοντας αναπτύξει συγκεκριμένες σωματικές προσαρμογές και συμπεριφορά.

Απειλούνται τα πουλιά; Όπως αναφέρει ο κ. Καζαντζίδης, σύμφωνα με το Κόκκινο Βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδας, τουλάχιστον 122 είδη πουλιών περιλαμβάνονται σε κάποια από τις κατηγορίες κινδύνου.

Πριν από 20 χρόνια, στην πρώτη έκδοση του Κόκκινου Βιβλίου, ο αριθμός αυτός ήταν 100. Ωστόσο, η εντατικοποίηση της γεωργίας, με τις εκτεταμένες μονοκαλλιέργειες και την αλόγιστη χρήση γεωργικών φαρμάκων, είχε σοβαρές επιπτώσεις στους πληθυσμούς πολλών ειδών που ζουν σε αγροτικά οικοσυστήματα. Στα δάση, οι πληθυσμοί ορισμένων ειδών φθίνουν και η κατανομή τους περιορίζεται εξαιτίας του κατακερματισμού των δασών, των συνεχών πυρκαγιών, αλλά και της διαχείρισης που συχνά παραβλέπει τις αρχές της αειφορίας. Η καταστροφή και η ρύπανση των υγροτόπων, κυρίως από υπολείμματα γεωργικών φαρμάκων, επηρεάζει τους πληθυσμούς παρυδάτιων και υδρόβιων πουλιών. Επίσης, η όχληση, ιδιαίτερα στους μικρούς υγροτόπους, τους αποκλείει από πολλά είδη πουλιών, ενώ και το παράνομο εμπόριο, μαζί με το παράνομο κυνήγι βρίσκονται υψηλά στον κατάλογο των απειλών των πληθυσμών των πουλιών.

Όσον αφορά την προστασία των πουλιών, η κυριότερη νομοθεσία είναι η Κοινοτική Οδηγία 79/409 (για την προστασία των πουλιών και των βιοτόπων τους), όπως αυτή μεταφέρθηκε στην ελληνική νομοθεσία (ΦΕΚ 1495/6-9-2010). Επίσης, υπάρχει η νομοθεσία για τις Ζώνες Ειδικής Προστασίας και σύντομα αναμένεται η ρύθμιση για τη βιοποικιλότητα. Η εφαρμογή τους θα συμβάλλει κατά πολύ στην προστασία των πουλιών. Όμως, το νομικό πλέγμα για την προστασία των πουλιών, όπως και της βιοποικιλότητας γενικότερα, πρέπει να συμπληρωθεί με δράσεις τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο ώστε να είναι αποτελεσματικό.

Επιστημονικοί, ερευνητικοί φορείς και περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν σημαντικό ρόλο και μοναδική ευκαιρία για έρευνα και συμμετοχή σε δράση, τονίζει ο κ. Καζαντζίδης.

Βιοποικιλότητα

Ο όρος βιοποικιλότητα ή βιολογική ποικιλότητα αναφέρεται στην ποικιλία των ζωντανών οργανισμών στη Γη και των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ τους. Περιλαμβάνει διάφορα επίπεδα που το ένα συνδέεται με το άλλο. Το πρώτο επίπεδο είναι η γενετική ποικιλότητα. Το επόμενο είναι της ποικιλότητας των βιολογικών ειδών και ακολουθούν αυτό της ποικιλίας των οικοσυστημάτων και των τοπίων.

Η βιοποικιλότητα, επισημαίνει ο κ. Καζαντζίδης, τα τελευταία χρόνια απειλείται όλο και περισσότερο. Ο ρυθμός εξαφάνισης των ειδών έχει αυξηθεί όσο ποτέ άλλοτε. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, τουλάχιστον 40.000 είδη απειλούνται με εξαφάνιση παγκοσμίως. Τα οικοσυστήματα συρρικνώνονται, ενώ η ποιότητά τους υποβαθμίζεται.

Οι λόγοι είναι πολλοί, οι περισσότεροι όμως σχετίζονται με τις οικονομικές δραστηριότητες του ανθρώπου. Η συνέπεια είναι ότι υποβαθμίζονται οι λειτουργίες των οικοσυστημάτων, που παρέχουν στον άνθρωπο τα απαραίτητα για τη διαβίωσή του και φαίνεται ότι θα είναι δύσκολο να διατηρήσουν το ανθρώπινο είδος στις επόμενες γενιές, αν δεν αλλάξει κάτι.

Από πολλές απόψεις, η βιοποικιλότητα είναι περισσότερο κατανοητή, κοιτώντας τα πουλιά, τα οποία αποτελούν από τους πλέον εντυπωσιακούς οργανισμούς, τουλάχιστον στα μάτια του ανθρώπου. Έχουν καταφέρει να εποικίσουν τις περισσότερες ηπείρους και σχεδόν όλα τα ενδιαιτήματα και τους τύπους βιοτόπων. Η ικανότητά τους να πετούν τα έκαναν αξιοπρόσεχτα και γι’ αυτό ίσως είναι τα πλέον μελετημένα είδη της πανίδας, παρά το γεγονός ότι δεν είναι από τις πιο ποικίλες κλάσεις. Αριθμούν περίπου 10.000 είδη, ενώ, για παράδειγμα, τα έντομα έχουν τουλάχιστον 750.000. Τα περισσότερα από τα είδη των πουλιών κατανέμονται στους τροπικούς και όσο απομακρυνόμαστε προς τους πόλους, η ποικιλότητα μειώνεται.

Τι κάνουμε σήμερα για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας;

Η ανάγκη για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας διαπιστώθηκε, όταν άρχισαν να γίνονται εμφανείς οι συνέπειες της υπερεκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Η ραγδαία απώλεια της βιοποικιλότητας, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, προκάλεσε την προσοχή της παγκόσμιας κοινότητας και κινητοποίησε κράτη και διεθνείς οργανισμούς ώστε να καταβάλουν συντονισμένες προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.

Στο πλαίσιο αυτό υπογράφηκαν διεθνείς συμβάσεις, με σημαντικότερη τη σύμβαση για τη βιοποικιλότητα (Ρίο ντε Τζανέιρο, 1992). Ακολούθησαν συναντήσεις κρατών, περιβαλλοντικών οργανώσεων και φορέων, ενώ τέθηκαν στόχοι για τη μείωση του ρυθμού απώλειας των ειδών. Τα Ηνωμένα Έθνη ανακήρυξαν το 2010 ως Έτος Βιοποικιλότητας, με σύνθημα “Biodiversity is Life. Biodiversity is our Life” (Η βιοποικιλότητα είναι ζωή. Η βιοποικιλότητα είναι η ζωή μας).

Οι στόχοι, όμως, για το 2010 δεν επιτεύχθηκαν. Στην πόλη Ναγκόγια (Nagoya) της Ιαπωνίας, στην τελευταία συνάντηση για τη βιοποικιλότητα, τον Οκτώβριο του 2010, τέθηκαν νέοι στόχοι για την επόμενη εικοσαετία, κάτι που απαιτεί περισσότερες δράσεις. Δράσεις που, όπως επισημαίνει ο κ. Καζαντζίδης, πρέπει να υλοποιηθούν τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και σε κοινωνικό αλλά και πολιτικό.

Δείτε επίσης