Αρκεί κανείς να δαγκώσει μία καυτερή φτερούγα από κοτόπουλο –βουτηγμένη σε φρεσκοτριμμένο μαύρο πιπέρι και πάπρικα – για να διαπιστώσει την ταχύτητα με την οποία το κάψιμο στο στόμα θα μεταφερθεί στο μέτωπο, με τις σταγόνες του ιδρώτα να στάζουν μετά από κάθε μάσημα.
Η καψαϊκίνη, η ουσία που κάνει…καυτές τις κόκκινες πιπεριές, διεγείρει τους νευρικούς υποδοχείς του στόματος και ουσιαστικά «κοροϊδεύει» το νευρικό σύστημα κάνοντας το να πιστέψει πως ο οργανισμός φλέγεται. Συνεπώς, το σώμα αντιδρά όπως σε εκείνη την περίπτωση που η θερμοκρασία θα ξεπερνούσε τους 40 βαθμούς Κελσίου. Αστραπιαία ο εσωτερικός θερμοστάτης – που εντοπίζεται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου – στέλνει σήμα για την ενεργοποίηση των ιδρωτοποιών αδένων.
Ακόμη και τα ζεστά ροφήματα κάνουν τον οργανισμό να ιδρώνει. «Ο καυτός καφές και το τσάι αλλά και οι ζεστές σούπες προκαλούν σε κάποιους ανθρώπους εφίδρωση, παρόλο που η θερμοκρασία του σώματος τους δεν είναι υψηλή», λέει η DeeAnnaGlaser, καθηγήτρια Δερματολογίας στο Πανεπιστήμιο του St. Louisκαι Πρόεδρος της Διεθνής Κοινότητας Υπερεφίδρωσης (InternationalHyperhidrosisSociety).
«Οι «ένοχοι» σε ορισμένα αρωματικά τρόφιμα δεν είναι παρά πτητικές οργανικές ενώσεις, οι οποίες απελευθερώνονται ενόσω ο οργανισμός μεταβολίζει τις τροφές» εξηγεί ο GeorgePreti, διδάκτωρ Οργανικής Χημείας του Κέντρου Χημικών Αισθήσεων Monellκαι ειδικός στις ανθρώπινες μυρωδιές.
Οι ενώσεις αυτές βρίσκουν τον τρόπο να διεισδύσουν στο κυκλοφορικό σύστημα και τελικά καταφέρνουν να βρουν ένα μονοπάτι ώστε να ξεφύγουν από το σώμα. «Βρίσκουν διέξοδο στα ούρα, στην αναπνοή και στον ιδρώτα», προσθέτει ο Preti.
Ανεξήγητο ωστόσο παραμένει, γιατί οι ενώσεις των τροφίμων αφήνουν το αρωματικό «αποτύπωμα» τους σε κάποιους ανθρώπους ενώ σε κάποιους άλλους η μυρωδιά εξαφανίζεται. Πάντως, όπως υποστηρίζει ο Preti, φαίνεται να συμβάλλουν αρκετοί παράγοντες: δηλαδή, εξαρτάται από την ποσότητα του τροφίμου που καταναλώνει κανείς, από τα ένζυμα του σάλιου που διασπούν τις τροφές ακόμη και από τα γονίδια που φέρει κάθε άνθρωπος.
Ακόμη κι αν κάποιοι ενδίδουν σε αρωματικά ή καυτερά φαγητά, δεν θα πρέπει να θεωρούν δεδομένες τις αλλαγές στον ιδρώτα τους και στην μυρωδιά τους. Όσοι ιδρώνουν υπερβολικά ή διακρίνουν μια διαφορετική και παρατεταμένη οσμή στο δέρμα τους, πρέπει να γνωρίζουν πως αυτό μπορεί να συμβαίνει λόγω προβλημάτων υγείας.
Πολλές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένων του διαβήτη αλλά και τις παθήσεις του θυρεοειδούς, μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τον τρόπο που ιδρώνει ή μυρίζει κάποιος. Μάλιστα, μία σπάνια πάθηση, η τριμεθυλαμινουρία, είναι υπεύθυνη για την οσμή ψαριού που χαρακτηρίζει τους ασθενείς ακόμη και μετά το μπάνιο – έτσι άλλωστε εξηγείται πως ο ιατρικός κόσμος αποκαλεί την συγκεκριμένη πάθηση και «σύνδρομο οσμής ψαριού».
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η μυρωδιά αυτή οφείλεται στο γεγονός πως το σώμα τους δεν μπορεί να διασπάσει μια ένωση που μυρίζει όπως το ψάρι και βρίσκεται σε μερικές τροφές.