Εμβόλιο για όσους έχουν αλλεργία στις γάτες ανέπτυξαν ειδικοί του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ στον Καναδά και οι οι πρώτες κλινικές επιβεβαίωσαν την ασφάλεια του. Μια αλλεργική αντίδραση προκύπτει όταν το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα αντιλαμβάνεται κάποιες αθώες ουσίες, όπως π.χ. η πιτυρίδα της γάτας, ως «εισβολείς» και για τον λόγο αυτό εξαπολύει επίθεση εναντίον τους. Σύμφωνα με τους ειδικούς, σχεδόν το 10% του πληθυσμού είναι αλλεργικό στις γάτες.
Μέχρι τώρα τα άτομα αυτά ήταν υποχρεωμένα να στερούνται την παρέα μιας γάτας ή να κάνουν πολλαπλές ενέσεις με τα αλλεργιογόνα του ζώου προκειμένου ο οργανισμός τους να αποκτήσει ανοχή σε αυτά.
Οι καναδοί επιστήμονες ανέπτυξαν το εμβόλιο απομονώνοντας αρχικά την «ένοχη» πρωτεΐνη της γάτας που προκαλεί αλλεργική αντίδραση στον άνθρωπο. Στη συνέχεια, χρησιμοποίησαν δείγμα αίματος αλλεργικών ατόμων προκειμένου να μπορέσουν να εντοπίσουν τις ακριβείς περιοχές της γάτισιας πρωτεΐνης που προσδένονται και ενεργοποιούν τα κύτταρα του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος.
Έπειτα οι ειδικοί δημιούργησαν συνθετικές εκδοχές αυτών των τμημάτων της πρωτεΐνης, που ονομάζονται πεπτίδια. Τελικά, επτά τέτοια συνθετικά πεπτίδια αποτέλεσαν τη βάση του εμβολίου.
Ο ερευνητής Μαρκ Λαρς εξηγεί ότι με τη βοήθεια του εμβολίου μπορεί να επιτευχθεί μια «γνωριμία» μεταξύ του ανοσοποιητικού συστήματος και των πεπτιδίων, καθώς αυτά εισχωρούν μέσα στα ανοσοκύτταρα «σαν ένα κλειδί στην κλειδαρότρυπα». Η δράση αυτή φρενάρει το φτάρνισμα και άλλες αλλεργικές αντιδράσεις.
Η πρώτη κλινική δοκιμή που πραγματοποιήθηκε σε 88 ασθενείς έδειξε ότι η χορήγηση του εμβολίου δε συνοδεύεται από σοβαρές παρενέργειες, ενώ μία μόλις δόση περιόρισε την αλλεργική αντίδραση στις γάτες κατά 40%.
Ήδη για το εμβόλιο που αναπτύσσεται από την εταιρεία Adiga Life Sciences η οποία έχει συσταθεί από το Πανεπιστήμιο ΜακΜάστερ, σε συνεργασία με την βρετανική εταιρεία βιοτεχνολογίας Circassia Ltd, έχουν προγραμματιστεί νέοι κύκλοι κλινικών δοκιμών σε μεγαλύτερες ομάδες ασθενών προκειμένου να προσδιοριστεί η ιδανική δόση.
Η εργασία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of the Allergy and Clinical Immunology,