Σκλήρυνση Κατά Πλάκας: Μια “προσωπική” νόσος

Παρ’ όλο που η ακριβής αιτιολογία δεν είναι γνωστή, η Σκλήρυνση Κατά Πλάκας είναι μια νόσος του κεντρικού νευρικού συστήματος -του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Οπως συμβαίνει και με άλλες αυτοάνοσες παθήσεις, ο οργανισμός επιτίθεται στον εαυτό του αναγνωρίζοντας λανθασμένα τα φυσιολογικά κύτταρα ως «εισβολείς». Τα Τ κύτταρα, βασικά στοιχεία του ανοσοποιητικού συστήματος, επιτίθενται σε φυσιολογικά κύτταρα. Ειδικότερα, στη Σκλήρυνση Κατά Πλάκας το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού επιτίθεται στη μυελίνη του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Ο ρόλος της μυελίνης

Η μυελίνη είναι μια πλούσια σε λίπη στοιβάδα ή έλυτρο, που περιβάλλει και προστατεύει τις νευρικές ίνες του κεντρικού νευρικού συστήματος που ευθύνονται για τη μετάδοση σημάτων σε άλλα μέρη του οργανισμού. Η μυελίνη επιταχύνει την επικοινωνία ανάμεσα στον εγκέφαλο και τα υπόλοιπα μέρη του οργανισμού. Εάν φθαρεί ή καταστραφεί, οι νευρικές ώσεις επιβραδύνονται ή δεν μεταδίδονται καθόλου.

Το αποτέλεσμα της επίθεσης του ανοσοποιητικού συστήματος και της απώλειας μυελίνης είναι η δημιουργία εστιών ουλώδους ιστού που καλούνται σκλήρωση. Οι περιοχές με κατεστραμμένη μυελίνη καλούνται βλάβες ή φλεγμονώδεις πλάκες. Αυτές οι βλάβες δύνανται, επίσης, να αποκλείσουν ή να επιβραδύνουν τις νευρικές ώσεις, προκαλώντας τα συμπτώματα της ΣΚΠ που μπορούν να είναι διαφόρων τύπων και επιπέδων σοβαρότητας.

«Είναι μια νόσος “προσωπική”, σαν το δακτυλικό αποτύπωμα, όπου ο καθένας ακολουθεί τη δική του πορεία και δεν υπάρχουν δύο ίδιες περιπτώσεις πασχόντων», δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο Αναστάσιος Ωρολογάς, καθηγητής νευρολογίας του ΑΠΘ και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας για τη Σκλήρυνση Κατά Πλάκας. «Μέχρι στιγμής δεν έχει ανακαλυφθεί η οριστική θεραπεία, υπάρχουν όμως φάρμακα, που μειώνουν τη συχνότητα των υποτροπών, θεραπεύουν κάποια συμπτώματά της και επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου.

Οι ανοσοτροποποιητικές θεραπείες πρώτης γραμμής, που χρησιμοποιούνται τα τελευταία 16 χρόνια (ιντερφερόνη) σε ήπιες μορφές της νόσου, είναι γνωστά και ασφαλή φάρμακα, αλλά λιγότερο δραστικά. Τα φάρμακα της δεύτερης γραμμής είναι τα μονοκλωνικά αντισώματα (natalisumab). Είναι τα φάρμακα της τελευταίας πενταετίας. Είναι περισσότερο δραστικά και χρησιμοποιούνται, αν αποτύχουν αυτά της πρώτης γραμμής, σε πολύ ενεργές μορφές της νόσου. Η ασφάλειά τους σε βάθος χρόνου δεν είναι ακόμα γνωστή.

Παρ’ όλη όμως την πρόοδο που έχει γίνει στη θεραπευτική προσέγγιση της Σκλήρυνση Κατά Πλάκας, υπάρχουν ακόμη πολλά που μπορούν να γίνουν. Αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον φάρμακα, που θα έχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, θα είναι ασφαλή και θα μπορούν να λαμβάνονται ευκολότερα από τον ασθενή. Κατά συνέπεια, στην πολλαπλή σκλήρυνση υπάρχει ανάγκη για θεραπείες που χορηγούνται από το στόμα.

Πέντε θεραπείες

Μέχρι αυτή τη στιγμή πέντε θεραπείες χορηγούμενες από το στόμα βρίσκονται σε διαφορετικές φάσεις ανάπτυξης ή μόλις έχουν εγκριθεί για την αντιμετώπιση της υποτροπιάζουσας πολλαπλής σκλήρυνσης. Μία από αυτές, η φινγκολιμόδη, έχει εγκριθεί τον Σεπτέμβριο του 2010 από το FDA, τον Μάρτιο του 2011 από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων και σύντομα θα πάρει τιμή και στη χώρα μας», συνέχισε ο καθηγητής.

Είναι η πρώτη ανοσορυθμιστική θεραπεία, χορηγούμενη από το στόμα, που πήρε έγκριση για ασθενείς με υποτροπιάζουσες μορφές, τόσο για τη μείωση της συχνότητας των υποτροπών όσο και για την καθυστέρηση της εξέλιξης της αναπηρίας. Η φινγκολιμόδη περιορίζει τα λεμφοκύτταρα, που επιτίθενται στη μυελίνη, στον τόπο παραγωγής τους, δηλαδή στους λεμφαδένες, με τρόπο αναστρέψιμο, χωρίς να επηρεάζεται η ικανότητα του οργανισμού να αντιστέκεται στις λοιμώξεις.

Στις κλινικές μελέτες με τη χρήση εικονικού φαρμάκου, η φινγκολιμόδη στη δόση των 0,5 mg μείωσε τη συχνότητα των υποτροπών κατά 54% και ελάττωσε τον κίνδυνο εξέλιξης της αναπηρίας κατά 30% σε διάστημα 2 ετών σε σχέση με το ψευδοφάρμακο.



Δείτε επίσης