Όταν ξεσπάει η εποχική γρίπη (συνήθως από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Φεβρουάριο στη χώρα μας) ορισμένα άτομα είναι ευάλωτα ενώ άλλα φαίνεται να επιδεικνύουν ανοσία. Οι επιστήμονες δίνουν τώρα μια εξήγηση σ’ αυτή τη διαφορά με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science.
H χρονιά που ένας άνθρωπος έχει γεννηθεί επηρεάζει την πιθανότητα να αρρωστήσει σοβαρά από τον ιό της γρίπης στο μέλλον. Η αιτία είναι ότι ανάλογα με το έτος γέννησης και άρα με το στέλεχος του ιού που για πρώτη φορά μπήκε στο σώμα του, απέκτησε μια ιδιαίτερη ανοσία.
Να σημειωθεί ότι ο ιός της γρίπης διακρίνεται σε τρεις τύπους, τον Α, τον Β, και τον C. Ο τύπος Α προκαλεί τις πιο σοβαρές λοιμώξεις καθώς είναι σχετικά νέος στον άνθρωπο και μπορεί να προκαλέσει μεγάλες επιδημίες ή πανδημίες διότι δεν υπάρχει σημαντική ανοσία. Αντίθετα με τους τύπους Β και C, ο τύπος Α προσβάλει και τα ζώα στα οποία υπάρχει στο έντερο και τα κόπρανά τους.
Ο ιός της γρίπης τύπου Α ταξινομείται σε δύο ευρείες ομάδες με βάση δύο γλυκοπρωτεΐνες που υπάρχουν στην επιφάνειά του. Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει τους υποτύπους Η1, Η2 και Η5 και η δεύτερη τους υποτύπους Η3 και Η7.
Ανοσολογικό αποτύπωμα
Ερευνητές από το University of Arizona και το University of California, με επικεφαλής τον εξελικτικό βιολόγο Michael Worobey ο οποίος είναι ειδικός επί της γρίπης, συγκέντρωσαν στοιχεία για τις γνωστές περιπτώσεις σοβαρής ασθένειας με εισαγωγή στο νοσοκομείο ή θάνατο εξαιτίας της γρίπης από τους ιούς H5N1 και Η7Ν9 (στελέχη της γρίπης των πτηνών). Τα στελέχη Η5Ν1 και Η7Ν9 έχουν μολύνει σοβαρά αρκετούς ανθρώπους, κυρίως στην Ασία και στη Μέση Ανατολή, αποτελώντας πηγή ανησυχίας για το μέλλον. Το στέλεχος Η5Ν1 πλήττει κυρίως παιδιά και νεαρά άτομα ενώ από το στέλεχος Η7Ν9 πάσχουν κυρίως μεταλύτερης ηλικίας άτομα. Οι επιστήμονες προσπάθησαν να εξηγήσουν αυτή τη διαφορά.
Οι ερευνητές συμπέραναν ότι το πόσο προστατευμένος είναι ένας άνθρωπος από τα μελλοντικά στελέχη του ιού της γρίπης εξαρτάται από το στέλεχος που για πρώτη φορά στη ζωή του τον μόλυνε, κάτι που σχετίζεται από το πότε γεννήθηκε. Κι αυτό διότι το πρώτο στέλεχος του ιού στο οποίο εκτέθηκε ο οργανισμός, αφήνει ένα “ανοσολογικό αποτύπωμα” που δεν αλλάζει αργότερα στη ζωή. Είναι η πρώτη φορά που αυτή η ιδέα εμφανίζεται στην ιατρική βιβλιογραφία.
Tο 1968 ήταν η χρονιά που υπήρξε η λεγόμενη πανδημία του Χονγκ Κονγκ. Αυτή «εκδίωξε» τα στελέχη που επί μισό αιώνα προηγουμένως είχαν κυριαρχήσει. Όσοι γεννήθηκαν πριν το 1968 έχουν κυρίως εκτεθεί στο στέλεχος H1N1 ενώ όσοι γεννήθηκαν μετά το 1968 και μέχρι σήμερα έχουν κυρίως εκτεθεί στο στέλεχος H3N2. Τα άτομα που γεννήθηκα πριν το 1968 σπάνια αρρωσταίνουν από το στέλεχος της γρίπης Η5Ν1 και πιο συχνά κινδυνεύουν από το στέλεχος Η7Ν9. Το αντίθετο συμβαίνει με τα άτομα που γεννήθηκαν μετά το 1968 τα οποία είναι προστατευμένα από το στέλεχος Η7Ν9 αλλά αρρωσταίνουν σοβαρά και μπορεί να πεθάνουν από το στέλεχος Η5Ν1.
Οι επιστήμονες εκτίμησαν ότι υπάρχει προστασία κατά 75% έναντι του κινδύνου να αρρωστήσει κανείς σοβαρά από τη γρίπη και κατά 80% έναντι πιθανού θανάτου λόγω γρίπης, αν ο ασθενής ως παιδί είχε εκτεθεί σε έναν ιό γρίπης που ταιριάζει με τον τωρινό.
Η μελέτη δίνει εξήγηση και σε ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια σχετικά με την πανδημία του 1918, η λεγόμενη ισπανική γρίπη η οποία σκότωσε δεκάδες εκατομμύρια νέους ανθρώπους. Σχεδόν οι μισοί από τους νεκρούς ήταν ηλικίας 20-40 ετών. Γιατί αυτό το στέλεχος της γρίπης τόσο θανατηφόρα για αυτή τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα; Η απάντηση είναι ότι αυτό σχετίζεται με τα στελέχη της γρίπης που αντιμετώπισαν οι άνθρωποι δεκαετίες πριν. Αυτοί που γεννήθηκαν μετά το 1889 δεν είχαν ποτέ αντιμετώπισει ένα στέλεχος παρόμοιο με την ισπανική γρίπη, κάτι που τους άφησε ευάλωτους και δημιούργησε την πανδημία.
Η μελέτη υποδηλώνει και κάτι άλλο. Σήμερα οι ειδικοί συνιστούν ότι ο καθένας πρέπει να λαμβάνει το εμβόλιο της γρίπης κάθε χρόνο και κυρίως οι ηλικιωμένοι. Σύμφωνα με τη μελέτη όμως και το φαινόμενο του “ανοσολογικού αποτυπώματος”, κάποια άτομα είναι πιο ευάλωτα σε περίπτωση πανδημίας και θα πρέπει αυτά πρώτα να εμβολιαστούν.
Πηγή: Potent protection against H5N1 and H7N9 influenza via childhood hemagglutinin imprinting.