Οι θυρεοειδικές ορμόνες έχουν συνδεθεί στο παρελθόν με διάφορες διαδικασίες που ευνοούν την αθηροσκλήρωση. Ωστόσο, η σχέση της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα με καρδιακά επεισόδια και ισχαιμικά εγκεφαλικά παραμένει ασαφής.
Τα υψηλά επίπεδα θυροειδικών ορμονών έχουν συσχετιστεί με αυξημένη συστολική πίεση, αυξημένη πηκτικότητα του αίματος και κολπική μαρμαρυγή ενώ τα χαμηλά επίπεδα έχουν συσχετιστεί με υπερλιπιδαιμία και φλεγμονή. Επίσης, τα αυτοάνοσα νοσήματα του θυρεοειδούς έχουν προταθεί ως δυνητικοί παράγοντες αθηρογένεσης καθώς τα αυτοαντισώματα του θυρεοειδούς μπορεί να στοχεύσουν τα αρτηριακά τοιχώματα και τελικά να ενισχύσουν την ανάπτυξη αθηρωματικής πλάκας.
Οι μελέτες όμως δεν έχουν βρει συνεπή αποτελέσματα μεταξύ των θυρεοειδικών ορμονών και της αθηροσκλήρωσης.
Τώρα μια νέα μελέτη συνδέει τα υψηλά επίπεδα της ελεύθερης θυροξίνης (FT4) με την στεφανιαία σε ηλικιωμένους και μεσήλικες. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο Circulation Research, το περιοδικό της American Heart Association.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 9.420 συμμετέχοντες, μέσης ηλικίας 65 ετών εκ των οποίων το 57% ήταν γυναίκες, εξετάζοντας δύο τύπους ορμονών:
- την θυρεοειδοτρόπο ορμόνη ή θυρεοτροπίνη (TSH: Thyroid-Stimulating Hormone) η οποία διεγείρει το θυρεοειδή αδένα για παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών
- την ελεύθερη θυροξίνη (FT4)
Η ελεύθερη θυροξίνη είναι μια ορμόνη που παράγεται από τον θυρεοειδή αδένα και βοηθά στον έλεγχο του ρυθμού με τον οποίο το σώμα χρησιμοποιεί την ενέργεια.
Η αθηροσκλήρωση είναι μια διαδικασία προοδευτικής πάχυνσης και σκλήρυνσης των τοιχωμάτων των αρτηριών από εναποθέσεις λίπους μέσα στις αρτηρίες. Οι ερευνητές καθορίζουν τον βαθμό της αθηροσκλήρωσης μετρώντας την ασβέστωση των στεφανιαίων αρτηριών (μετρώντας δηλαδή την ποσότητα του ασβεστίου που εναποτίθεται στις αρτηρίες). Η ασβέστωση είναι ένας δείκτης υποκλινικής αρτηριοσκλήρωσης, όταν δηλαδή δεν έχουν ακόμα εμφανιστεί καρδιακά συμπτώματα.
Μετά από μια μέση παρακολούθηση 8,8 ετών, καταγράφηκαν 612 καρδιαγγειακοί θάνατοι που σχετίζονται με την αθηροσκλήρωση και 934 καρδιαγγειακά επεισόδια.
Η μελέτη βρήκε ότι η ελεύθερη θυροξίνη αποτελεί παράγοντα καρδιακού κινδύνου ανεξάρτητα από άλλους παραδοσιακούς παράγοντες. Τα αυξημένα επίπεδα θυροξίνης συσχετίστηκαν με:
- διπλάσια πιθανότητα αυξημένης ασβέστωσης στις στεφανιαίες αρτηρίες
- 87% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακού επεισοδίου σχετικού με την αθηροσκλήρωση
- διπλάσιο κίνδυνο καρδιαγγειακού θανάτου που σχετίζεται με την αθηροσκλήρωση.
Δεν βρέθηκε σχέση μεταξύ των TPOAb αντισωμάτων κατά του θυρεοειδούς (thyroid peroxidase antibodies) και της έκτασης της αθηροσκλήρωσης.
Όσο για τους μηχανισμούς που μπορούν να συνδέουν την υψηλή λειτουργία του θυρεοειδούς με την αθηροσκλήρωση, αυτοί περιλαμβάνουν την ενδοθηλιακή βλάβη, τη θρόμβωση και τις αιμοδυναμικές αλλαγές.
Επίσης, τα υψηλά επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών μπορούν να δημιουργήσουν αυξημένη καρδιακή συσταλτικότητα και φόρτο εργασίας, αυξάνοντας τις ανάγκες για οξυγόνο του μυοκαρδίου κάτι που θα μπορούσε τελικά να προκαλέσει ισχαιμικά γεγονότα και θάνατο.
Πρόκειται για την πρώτη δημογραφική μελέτη που διερεύνησε τη σχέση της λειτουργίας του θυρεοειδούς με την υποκλινική αθηροσκλήρωση καταγράφοντας θανάτους και καρδιακά επεισόδια.
Οι συγγραφείς ανέφεραν ότι η μελέτη τους δεν μέτρησε τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών με την πάροδο του χρόνου. Επίσης περιέλαβε κυρίως λευκούς ενήλικες μέσης ηλικίας, έτσι τα αποτελέσματα μπορεί να μην γενικεύονται σε άλλους πληθυσμούς.
Οι μελλοντικές μελέτες θα πρέπει να διευκρινίσουν τους ακριβείς μηχανισμούς που μπορούν να εξηγήσουν τη σχέση μεταξύ της λειτουργίας του θυρεοειδούς και της αθηροσκλήρωσης, πράγμα που θα μπορούσε να βοηθήσει στην εξεύρεση πιθανών στόχων για μελλοντικές προληπτικές στρατηγικές, είπαν οι επιστήμονες.